17 Νοεμβρίου, 2025
Dislike Ελλάδα

Η φθαρμένη «ελίτ» της Ελλάδας

Η ερώτηση αν η Ελλάδα διοικείται σήμερα από μια αυθεντική ελίτ ή από μια ομάδα ισχυρών αλλά προβληματικών ατόμων που απλώς μιμούνται μια παρωχημένη εκδοχή της, δεν είναι απλώς ρητορική. Είναι αποκαλυπτική για το βαθμό φθοράς και αλλοίωσης που έχει υποστεί η έννοια της ηγετικής τάξης στη χώρα μας. Η μεταπολεμική γενιά της ελληνικής ελίτ δεν προέκυψε μέσα σε εύκολες συνθήκες, αλλά μέσα από τον ιδρώτα και το όραμα νέων που βρέθηκαν σε μια κατεστραμμένη οικονομικά χώρα, όπου ακόμη και το πιο απλό προϊόν, όπως τα χειροποίητα μακαρόνια που πουλούσαν πλανόδιοι νεαροί στον δρόμο, απαιτούσε κόπο και επιμονή.

Αυτοί οι πρωτοπόροι –με αμέτρητες θυσίες και προσωπικό αγώνα– κατάφεραν να στήσουν βιομηχανικές αυτοκρατορίες που άντεξαν δεκαετίες, δημιουργώντας ουσιαστικά τις βάσεις της μεταπολεμικής οικονομίας. Ένας από αυτούς, τον οποίο γνωρίζω προσωπικά, ήταν άνθρωπος αυστηρός, λιγομίλητος αλλά ευφυής, με χιούμορ που μαρτυρούσε τη ζωή που είχε ζήσει, και η προσωπικότητά του έφερε τα σημάδια μιας αυθεντικής μεγαλοαστικής κουλτούρας: πείσμα, σοβαρότητα, και αυθεντική επιχειρηματική αριστεία. Αυτοί οι άνθρωποι, ακόμα κι αν δεν ήταν πάντα ευγενικοί στην συμπεριφορά, διατηρούσαν κάποιους βασικούς κώδικες τιμής, κάτι που σήμερα μοιάζει ξένο.

Η πλειονότητα αυτών των πρωτεργατών έχει πια φύγει από την ενεργό δράση, αφήνοντας πίσω της μια κληρονομιά που όμως έχει αρχίσει να ξεθωριάζει επικίνδυνα. Ο όρος «ελίτ» έχει εκφυλιστεί σε σημείο που πλέον μόνο ο τίτλος έχει μείνει, χωρίς το περιεχόμενο. Η σημερινή «ελίτ» της χώρας δεν αποτελείται από ανθρώπους που κοπιάζουν και αναζητούν το συλλογικό καλό, αλλά από τυχάρπαστους και ευνοημένους ενός αναξιοκρατικού πολιτικού και οικονομικού συστήματος. Μια ομάδα που αλωνίζει σε όλους τους τομείς της δημόσιας ζωής, χρησιμοποιώντας τις γνωριμίες, τα ρουσφέτια και τις προνομιακές σχέσεις, για να κλείσει τον κύκλο της προσωπικής της ανέλιξης.

Αυτοί οι «νέοι άρχοντες» λειτουργούν σαν τα καρκινικά κύτταρα που κατατρώγουν τον οργανισμό. Δεν έχουν περάσει ούτε μια στιγμή στο πεζοδρόμιο, δεν έχουν γνωρίσει την πραγματική αγωνία της δουλειάς, αλλά με αγορασμένα πτυχία και προσποιητή αριστεία έχουν καταφέρει να γίνουν βασικοί παίκτες σε ένα σύστημα που βασίζεται στην εκμετάλλευση, στη διαφθορά και στις ρεμούλες. Το σύστημα αυτό απομυζά τον εθνικό πλούτο, μετατρέποντας την οικονομία σε μια καλοκουρδισμένη μηχανή εξυπηρέτησης προσωπικών και πολιτικών συμφερόντων.

Το πιο προκλητικό δεν είναι μόνο η οικονομική τους ισχύς, που δεν έχουν καμία αναστολή να την επιδεικνύουν ανοιχτά, αλλά και η απόλυτη κοινωνική αποστασιοποίηση από τον μέσο πολίτη. Η καθημερινότητά τους είναι ένα θέαμα υπερβολής και σπάταλης ζωής, που μοιάζει να δηλώνει όχι απλά τον πλούτο, αλλά την κοινωνική ανωτερότητα. Δέκα γκαρνταρόμπες γεμάτες με ρούχα αξίας εκατοντάδων χιλιάδων ευρώ, πολυτελή εστιατόρια, ακριβές διακοπές και ξέφρενα γλέντια αποτελούν το σκηνικό που έρχεται σε απόλυτη αντίθεση με τη σκληρή πραγματικότητα των πολλών. Εκείνων που μετρούν τα κέρματα για να αγοράσουν ένα καφέ, που δουλεύουν σε άθλιες συνθήκες με δεκατριάωρα, που αγωνίζονται απλώς για να έχουν φως και φαγητό στο σπίτι τους.

Οι αντιθέσεις αυτές δημιουργούν μια βαθιά κοινωνική πόλωση, που θυμίζει έντονα το σύνδρομο της Μαρίας Αντουανέτας. Μια ανώριμη και απαίδευτη ελίτ που αρνείται να δει ή να κατανοήσει το μέγεθος της κοινωνικής αποσύνθεσης που προκαλεί, και που συνεχίζει να ζει σε μια παράλληλη πραγματικότητα. Η προσπάθεια να αποκρυφτεί αυτή η αλήθεια, είτε μέσω προκλητικού πλουτισμού είτε μέσω επικοινωνιακών τρικ, μοιάζει καταδικασμένη να αποτύχει σε μια κοινωνία που ξέρει καλά ποιοι είναι αυτοί που ζουν «σε άλλο πλανήτη».

Δεν πρόκειται εδώ να γίνουμε υποστηρικτές μιας ψευδεπίγραφης ισοπέδωσης ή μιας δήθεν «ισοκατανομής» πλούτου, ούτε να προωθήσουμε ακραίες θεωρίες που αφανίζουν το κίνητρο της δημιουργίας. Ωστόσο, η σημερινή ακραία ανισότητα – όπου εκατοντάδες χιλιάδες συμπολίτες μας παλεύουν να επιβιώσουν με δεκατριάωρα, ενώ λίγοι κακομαθημένοι λυμαίνονται τα πάντα – οδηγεί αναπόφευκτα σε έντονες κοινωνικές εντάσεις και εκρήξεις.

Η ιστορία διδάσκει ότι η υπομονή μιας κοινωνίας έχει όρια. Και όταν η συντριπτική πλειοψηφία νιώθει προδομένη και εξαπατημένη από μια «ελίτ» που αντί να προστατεύει το κοινό συμφέρον, κλέβει και καταστρέφει τα θεμέλιά του, τότε ο κίνδυνος κοινωνικών εκρήξεων δεν είναι απλά πιθανός, αλλά αναπόφευκτος. Η σημερινή κατάσταση, με τους λίγους να ζουν μέσα σε φούσκες πλούτου και τους πολλούς να παλεύουν να βγάλουν το μήνα, είναι μια ωρολογιακή βόμβα που κανείς δεν μπορεί να αγνοήσει.

Η αυθεντική ελίτ δεν χάθηκε. Απλώς πρέπει να ξαναβρεί τον δρόμο της μέσα από τη σκληρή δουλειά, την ακεραιότητα και την κοινωνική ευθύνη. Μέχρι τότε, η χώρα μας θα συνεχίζει να διοικείται από ένα συνονθύλευμα φαύλων, ευνοημένων και παρασίτων που απλώς προσποιούνται ότι κρατούν τα ηνία, ενώ στην πραγματικότητα τραβούν τη χώρα προς τα βράχια.