Οι χώρες της Ευρωπαϊκής Ένωσης έχουν πλέον στη διάθεσή τους πέντε χρόνια για να προετοιμαστούν για το ενδεχόμενο πολέμου, σύμφωνα με ένα νέο στρατιωτικό σχέδιο που θα παρουσιάσει η Ευρωπαϊκή Επιτροπή και αποκαλύφθηκε από το Politico. Το σχέδιο, με τίτλο «Χάρτης Πορείας Αμυντικής Ετοιμότητας 2030», αποτυπώνει τη σταδιακή μεταμόρφωση της ΕΕ σε γεωπολιτικό και στρατιωτικό παράγοντα, με σαφές χρονοδιάγραμμα και συγκεκριμένους στόχους για την επόμενη πενταετία.
Το προσχέδιο αναφέρει ρητά ότι μέχρι το 2030 η Ευρώπη πρέπει να διαθέτει μια «αρκετά ισχυρή αμυντική στάση» ικανή να αποτρέπει αξιόπιστα κάθε αντίπαλο και να ανταποκρίνεται σε πιθανές επιθέσεις. Το έγγραφο, το οποίο θα τεθεί υπό συζήτηση στους υπουργούς Άμυνας πριν εγκριθεί από το Κολέγιο των Επιτρόπων, θα περάσει στη συνέχεια στα χέρια των Ευρωπαίων ηγετών για τελική αξιολόγηση.
Ο χάρτης πορείας αποτυπώνει τον αυξανόμενο ρόλο της ΕΕ στις στρατιωτικές υποθέσεις, ως απάντηση τόσο στη ρωσική εισβολή στην Ουκρανία όσο και στην αβεβαιότητα που προκαλεί η πιο διστακτική στάση των Ηνωμένων Πολιτειών υπό τον Ντόναλντ Τραμπ απέναντι στις ευρωπαϊκές δεσμεύσεις ασφάλειας. Το κείμενο χαρακτηρίζει τη «στρατιωτικοποιημένη Ρωσία» ως μια διαρκή απειλή για την ευρωπαϊκή ασφάλεια στο άμεσο μέλλον, προειδοποιώντας ότι η Ευρώπη πρέπει να είναι έτοιμη να υπερασπιστεί τα σύνορά της χωρίς να βασίζεται αποκλειστικά στην Ουάσιγκτον.

Παρά τη ραγδαία αύξηση των αμυντικών δαπανών των κρατών-μελών, η Επιτροπή επισημαίνει ότι οι επενδύσεις αυτές παραμένουν σε μεγάλο βαθμό εθνικές, προκαλώντας κατακερματισμό, εκτίναξη του κόστους και έλλειψη διαλειτουργικότητας. Για να διορθώσει την εικόνα, η Κομισιόν θέτει ως στόχο το 40% των προμηθειών να πραγματοποιούνται μέσω κοινών ευρωπαϊκών συμβάσεων έως το 2027, έναντι λιγότερο από 20% σήμερα. Επιπλέον, ζητεί το 55% των αγορών οπλικών συστημάτων να προέρχεται από ευρωπαϊκές και ουκρανικές εταιρείες έως το 2028, ποσοστό που θα πρέπει να φτάσει το 60% μέχρι το 2030.
Ο χάρτης πορείας προσδιορίζει εννέα βασικούς τομείς στους οποίους η ΕΕ πρέπει να καλύψει επειγόντως τα κενά της: αεροπορική και πυραυλική άμυνα, στρατιωτική κινητικότητα, τεχνητή νοημοσύνη και κυβερνοπόλεμος, συστήματα πυροβολικού, πυραύλους και πυρομαχικά, μη επανδρωμένα και αντι-μη επανδρωμένα αεροσκάφη, χερσαία συστήματα μάχης, ναυτικές επιχειρήσεις και υποστηρικτικές υποδομές. Στο επίκεντρο βρίσκεται και η Ουκρανία, η οποία προβλέπεται να υποστηριχθεί ώστε να εξελιχθεί σε μια ισχυρή στρατιωτική δύναμη, ικανή να λειτουργεί ως «ατσάλινος σκαντζόχοιρος» απέναντι στη Ρωσία.
Το σχέδιο περιλαμβάνει χρονοδιάγραμμα για τρία μεγάλα προγράμματα: την «Ανατολική Πλευρική Παρακολούθηση», που θα συνδέει χερσαία και αεροπορικά συστήματα άμυνας· το «Ευρωπαϊκό Τείχος Μη Επανδρωμένων Αεροσκαφών» για την ενίσχυση της προστασίας των ανατολικών συνόρων· και την «Ευρωπαϊκή Αεροπορική Ασπίδα», που θα δημιουργήσει ένα πολυεπίπεδο δίκτυο αεράμυνας σε όλη την ήπειρο. Παράλληλα προβλέπεται η ανάπτυξη μιας «Διαστημικής Ασπίδας Άμυνας» για την προστασία κρίσιμων δορυφορικών και επικοινωνιακών υποδομών. Η Επιτροπή προσδοκά ότι οι ηγέτες θα εγκρίνουν και τα τρία έργα έως το τέλος του έτους, με έναρξη εφαρμογής όλων των προγραμμάτων το πρώτο εξάμηνο του 2026 και πλήρη επιχειρησιακή ωρίμανση έως το 2030.
Το σχέδιο περιλαμβάνει επίσης εκτεταμένο βιομηχανικό σκέλος, το οποίο στοχεύει στην αύξηση της παραγωγικής ικανότητας της ευρωπαϊκής αμυντικής βιομηχανίας. Η Επιτροπή σχεδιάζει να χαρτογραφήσει τους κινδύνους και τις αδυναμίες της αλυσίδας εφοδιασμού σε κρίσιμες πρώτες ύλες, παρότι γνωρίζει ότι πολλές εταιρείες διστάζουν να κοινοποιήσουν ευαίσθητα δεδομένα παραγωγής στις Βρυξέλλες.

Η ΕΕ εκτιμά ότι θα χρειαστεί να κινητοποιήσει έως και 800 δισεκατομμύρια ευρώ για δαπάνες στην άμυνα. Το ποσό αυτό θα προκύψει από συνδυασμό εργαλείων: το πρόγραμμα SAFE ύψους 150 δισ. ευρώ για δάνεια έναντι όπλων, το υπό διαπραγμάτευση Ευρωπαϊκό Πρόγραμμα Βιομηχανίας Άμυνας 1,5 δισ. ευρώ, το Ευρωπαϊκό Ταμείο Άμυνας και τον επόμενο πολυετή κοινοτικό προϋπολογισμό που θα εγκριθεί το 2027.
Το έγγραφο διευκρινίζει ότι τα κράτη-μέλη θα εξακολουθήσουν να διατηρούν την εθνική τους κυριαρχία στην άμυνα, ωστόσο αρκετές κυβερνήσεις εκφράζουν προβληματισμό για τον αυξανόμενο ρόλο των Βρυξελλών σε έναν τομέα που θεωρείται παραδοσιακά αποκλειστική αρμοδιότητα των κρατών. Η γερμανική θέση αναφέρει ότι ο κύριος στόχος πρέπει να είναι η δημιουργία συνθηκών ώστε τα κράτη-μέλη να μπορούν να επιτύχουν τους εθνικούς και διεθνείς στόχους τους, ενώ η Σουηδία επισημαίνει ότι οι δείκτες επιτυχίας πρέπει να επικεντρωθούν σε μετρήσιμα αποτελέσματα και όχι σε ποσοστώσεις ή υποχρεωτικά σχήματα συνεργασίας.
Το στρατιωτικό σχέδιο, που συντάσσεται από το περασμένο καλοκαίρι, επιχειρεί να ισορροπήσει ανάμεσα στις ανησυχίες του ανατολικού και του νότιου άκρου της Ευρώπης. Αναγνωρίζει ότι, πέρα από τη ρωσική απειλή, η ήπειρος δεν μπορεί να αγνοεί τις προκλήσεις που προέρχονται από τη Μέση Ανατολή και την Αφρική, θέτοντας έτσι μια πιο ευρεία γεωπολιτική διάσταση στην ευρωπαϊκή άμυνα.
Η Επιτροπή δίνει επίσης έμφαση στον στενό συντονισμό με το ΝΑΤΟ, προκειμένου να αποφευχθεί η δημιουργία παράλληλων δομών που θα περιπλέξουν τον στρατηγικό σχεδιασμό. Παρ’ όλα αυτά, η φιλοδοξία του σχεδίου είναι ξεκάθαρη: η Ευρωπαϊκή Ένωση να αποκτήσει πραγματική στρατηγική αυτονομία σε έναν ολοένα και πιο επικίνδυνο κόσμο.
«Τα αυταρχικά κράτη επιδιώκουν όλο και περισσότερο να παρεμβαίνουν στις κοινωνίες και τις οικονομίες μας», σημειώνει το προσχέδιο, προειδοποιώντας ότι ακόμη και οι παραδοσιακοί σύμμαχοι αλλάζουν προτεραιότητες και εστιάζουν αλλού. «Η αμυντική στάση και οι δυνατότητες της Ευρώπης πρέπει να είναι έτοιμες για τα πεδία των μαχών του αύριο», καταλήγει το κείμενο, στέλνοντας ένα σαφές μήνυμα: η Ευρώπη έχει πλέον μπει σε τροχιά πολεμικής προετοιμασίας.

