14 Νοεμβρίου, 2025
Dislike

Η Ευρώπη χρηματοδοτεί τον αναθεωρητισμό της Τουρκίας

Στο χθεσινό ραντεβού του Γερμανού καγκελάριου Φρίντριχ Μερτς με τον Τούρκο πρόεδρο Ρετζέπ Ταγίπ Ερντογάν, τα κεράσματα δεν ήταν μόνο διπλωματικά. Είχαν και… μεταλλικά φτερά. Η συζήτηση περιλαμβάνει την πρόθεση της Τουρκίας να αγοράσει μαχητικά Eurofighter και τη συμμετοχή της στο ευρωπαϊκό πρόγραμμα χρηματοδότησης SAFE — δηλαδή, με απλά λόγια, ευρωπαϊκά χρήματα για τουρκικές αγορές όπλων.

Η είδηση, όσο κι αν φαίνεται απίστευτη, αποτυπώνει με ακρίβεια τη σύγχρονη ευρωπαϊκή υποκρισία: η ίδια ήπειρος που μιλά για «σεβασμό στο Διεθνές Δίκαιο», «ενότητα της Δύσης» και «αρχές ειρήνης», ετοιμάζεται να επιδοτήσει την πολεμική βιομηχανία μιας χώρας που απειλεί ανοικτά δύο κράτη-μέλη της, κατέχει εδώ και μισό αιώνα ευρωπαϊκό έδαφος στην Κύπρο και αρνείται ακόμη και να αναγνωρίσει την Κυπριακή Δημοκρατία.

Η Γερμανία, πάντα «ρεαλίστρια» όταν πρόκειται για οικονομικά συμφέροντα, δείχνει για ακόμη μία φορά ότι η εμπορική της ψυχρότητα υπερβαίνει κάθε έννοια συμμαχικής συνέπειας. Όσο κι αν διακηρύσσει πίστη στις ευρωπαϊκές αξίες, στην πράξη λειτουργεί σαν ένας τεράστιος εμπορικός μεσάζων: πουλάει όπλα σε όποιον πληρώνει — ή, όπως στην περίπτωση της Τουρκίας, σε όποιον χρηματοδοτείται έμμεσα από την ίδια την Ευρώπη.

Η ειρωνεία ξεπερνά κάθε όριο: η Τουρκία, που απειλεί την Ελλάδα με casus belli εάν ασκήσει τα νόμιμα κυριαρχικά της δικαιώματα στο Αιγαίο, που αμφισβητεί τα ευρωπαϊκά σύνορα, που φιλοξενεί ριζοσπαστικά ισλαμικά δίκτυα και που παραβιάζει καθημερινά τον εναέριο χώρο της Ε.Ε., προαλείφεται τώρα ως εταίρος της λεγόμενης «Ευρωπαϊκής Αρχιτεκτονικής Ασφάλειας». Δηλαδή, η χώρα που αποσταθεροποιεί, εντάσσεται στη δομή που υποτίθεται πως διασφαλίζει τη σταθερότητα. Αν αυτό δεν είναι πολιτικός παραλογισμός, τότε η λέξη χάνει το νόημά της.

Η Γερμανία, πρωταγωνίστρια της συμφωνίας, όχι μόνο δεν προβληματίζεται, αλλά φέρεται να πιέζει παρασκηνιακά ώστε να παρακαμφθεί οποιοδήποτε ελληνικό ή κυπριακό βέτο. Το Βερολίνο εμφανίζεται αποφασισμένο να προχωρήσει τη συμφωνία, στο όνομα της «διατλαντικής συνεργασίας» και της ανάγκης «να κρατηθεί η Τουρκία στη Δύση». Είναι το ίδιο επιχείρημα που χρησιμοποιείται εδώ και δεκαετίες για να δικαιολογήσει την ανοχή απέναντι στον τουρκικό αναθεωρητισμό. Και κάθε φορά, η ανοχή αυτή επιστρέφει σαν μπούμερανγκ.

Οι Ευρωπαίοι μιλούν για σταθερότητα στην Ανατολική Μεσόγειο, ενώ χρηματοδοτούν τον αποσταθεροποιητή της. Μιλούν για αλληλεγγύη μεταξύ των κρατών-μελών, ενώ υπονομεύουν δύο από αυτά για να εξασφαλίσουν μερικές δισεκατομμύρια ευρώ σε εξαγωγές. Μιλούν για ευρωπαϊκές αξίες, ενώ επιβραβεύουν το αυταρχικό καθεστώς που καταπατά κάθε δημοκρατική αρχή στο εσωτερικό του και απειλεί τους γείτονές του στο εξωτερικό.

Στο πλαίσιο του προγράμματος SAFE, η Τουρκία αναμένεται να αποκτήσει πρόσβαση σε ευρωπαϊκά κονδύλια που προορίζονται για «ασφάλεια και ενεργειακή σταθερότητα». Κανείς, όμως, δεν εξηγεί πώς μια χώρα εκτός Ε.Ε., που παραβιάζει την ενεργειακή ασφάλεια των εταίρων της, μπορεί να είναι δικαιούχος τέτοιας χρηματοδότησης. Το μήνυμα που στέλνεται είναι ξεκάθαρο: η νομιμότητα δεν έχει καμία σημασία, αρκεί να εξυπηρετούνται οι στρατηγικοί και οικονομικοί στόχοι των ισχυρών.

Για την Ελλάδα και την Κύπρο, η κατάσταση είναι απλώς εξοργιστική. Ενώ ζητούν εδώ και χρόνια κυρώσεις ή έστω περιορισμούς στις πωλήσεις όπλων προς την Τουρκία, βλέπουν τώρα την Ευρώπη να κάνει το ακριβώς αντίθετο: να ανοίγει χρηματοδοτικά κανάλια και να διευκολύνει νέους εξοπλισμούς. Και το χειρότερο; Όλα αυτά συμβαίνουν τη στιγμή που οι ελληνικές κυβερνήσεις διακηρύσσουν «ιστορικές σχέσεις εμπιστοσύνης» με το Βερολίνο.

Η αλήθεια είναι ότι για το Βερολίνο, η Τουρκία αποτελεί πολύτιμο εμπορικό και γεωπολιτικό εταίρο. Με περισσότερους από 7 εκατομμύρια Τούρκους ή τουρκικής καταγωγής πολίτες να ζουν στη Γερμανία, με τεράστιες ενεργειακές συμφωνίες και με κοινά συμφέροντα στη βιομηχανία, η Άγκυρα είναι απαραίτητη για το γερμανικό σχέδιο ισχύος. Όλα τα υπόλοιπα —κυρώσεις, σεβασμός του διεθνούς δικαίου, ευρωπαϊκή αλληλεγγύη— είναι απλώς ρητορικές λεπτομέρειες.

Η Ευρώπη δείχνει να έχει χάσει τον προσανατολισμό της. Όσο επιβραβεύει καθεστώτα που απειλούν τα σύνορά της και αγνοεί τις ανησυχίες των δικών της κρατών-μελών, τόσο θα χάνει τη νομιμοποίηση του ίδιου του ευρωπαϊκού εγχειρήματος. Η Ελλάδα και η Κύπρος δεν χρειάζονται άλλες «δηλώσεις κατανόησης» ή «εκφράσεις απογοήτευσης». Χρειάζονται ουσιαστική πολιτική στάση. Γιατί αν το Διεθνές Δίκαιο είναι επιλεκτικό, τότε δεν είναι Δίκαιο — είναι εργαλείο.

Κάποτε η Ευρώπη υποσχόταν ότι δεν θα ξαναζήσει την εποχή που οι ισχυροί έκαναν τα στραβά μάτια μπροστά στην επιθετικότητα, αρκεί να διασφαλίζονταν τα συμφέροντά τους. Σήμερα, κάνει ακριβώς το ίδιο, ντύνοντάς το με την προβιά της «ρεαλιστικής διπλωματίας».

Η ιστορία όμως έχει δείξει πως κάθε φορά που η Ευρώπη επέλεξε τον κυνισμό αντί της αρχής, το πλήρωσε ακριβά. Και δυστυχώς, αυτή τη φορά, το τίμημα μπορεί να είναι η ασφάλεια και η σταθερότητα στην ίδια της την αυλή.