18 Νοεμβρίου, 2025
Αρθογραφία Άρθρα

Η εθνική μνήμη δεν μπορεί να είναι υπόθεση της στιγμής

Ο δημόσιος διάλογος για την εθνική μνήμη δεν μπορεί να ξεκινά και να τελειώνει επ’ ευκαιρία γεγονότων. Δεν μπορεί να εξαρτάται από μια πορεία, μια απεργία πείνας, από χημικά στην πλατεία ή από μια αντιπαράθεση στα δικαστήρια. Τα έθνη που σέβονται την ιστορία τους, φροντίζουν να τη θυμούνται διαρκώς και συνειδητά. Δεν αφήνουν τη μνήμη τους έρμαιο της συγκυρίας.

Το Μνημείο του Αγνώστου Στρατιώτη ανεγέρθηκε το 1932, μπροστά από τα τότε Ανάκτορα, κατόπιν απόφασης που είχε προηγηθεί ήδη από το 1926 επί δικτατορίας Πάγκαλου. Από την αριστερή πλευρά, είναι χαραγμένα τα ονόματα μαχών των Βαλκανικών Πολέμων και της Μικρασιατικής Εκστρατείας. Από τη δεξιά, οι μάχες του Α΄ και Β΄ Παγκοσμίου Πολέμου, της Κορέας, της Κύπρου, ακόμη και αναφορές στην Οκτωβριανή Επανάσταση.

Είναι άγνωστο εάν την ώρα που δημοσιευόταν η ανάρτηση του πρωθυπουργού την περασμένη Κυριακή, υπήρχε στο νου του έστω και ένα από τα τοπωνύμια που κοσμούν το μνημείο: Σαραντάπορον, Γιαννιτσά, Θεσσαλονίκη, Κορυτσά, Μπελές, Οδησσός, Κιουτάχεια, Τρεμπεσίνα, Πρεμετή, Ελ Αλαμέιν, Κορέα, Κύπρος, Ρούπελ, Ρίμινι. Ονόματα που δεν είναι απλές λέξεις στη μαρμάρινη επιφάνεια, αλλά σύμβολα θυσιών και ιστορικής συνέχειας.

Το ίδιο αμφίβολο είναι κατά πόσο η ελληνική κοινωνία, πολιτική και εκπαιδευτική, γνωρίζει σε βάθος την Ιστορία της. Πόσοι γνωρίζουν τι έγινε στο Κιλκίς, όπου δεκάδες Έλληνες και ξένοι στρατιώτες κείτονται σε στρατιωτικά κοιμητήρια; Πόσοι γνωρίζουν την ιστορία του Οχυρού Ρούπελ, που κατασκευάστηκε με προδιαγραφές αυτάρκειας και άντεξε επί μήνες απέναντι στον Άξονα; Πόσοι διάβασαν τη μαρτυρία του Ζάχου Χατζηφωτίου για τη μάχη στο Ρίμινι;

Στα σχολεία, δυστυχώς, αυτά τα γεγονότα αποσιωπώνται ή διαστρεβλώνονται. Κυκλοφορούν εγχειρίδια που παρουσιάζουν τους Έλληνες να τρέπονται σε φυγή μόλις ξεκίνησε η ιταλική επίθεση, χωρίς αναφορά στην άμυνα, στην αντεπίθεση, στην προέλαση. Το σύγχρονο αφήγημα προωθεί τη λήθη, όχι τη μνήμη.

Η Ιστορία, όμως, επανέρχεται με τον πιο ειρωνικό τρόπο. Χρειάστηκε ένας πολίτης αλβανικής καταγωγής να φτάσει σε απεργία πείνας δέκα μέτρα από τον Άγνωστο Στρατιώτη, ενώ ο γιος του είχε υπηρετήσει τη θητεία του στον Ελληνικό Στρατό, για να θυμηθεί η πολιτεία την έννοια της εθνικής μνήμης. Σε μια χώρα όπου σε τοίχους γράφονται συνθήματα όπως «Κανένας πόλεμος για καμία πατρίδα» και σχεδόν οι μισοί πολίτες δηλώνουν ότι θα απέφευγαν την επιστράτευση, μπορούμε άραγε να συνεχίσουμε να μιλάμε για μνήμη μόνο επ’ ευκαιρία;

Την ίδια στιγμή, διεθνείς ηγέτες εγκωμιάζουν στρατούς άλλων χωρών – όπως ο Αμερικανός πρόεδρος για τον τουρκικό – ενώ εμείς απομακρυνόμαστε από τη δική μας στρατιωτική παράδοση, από τις ίδιες τις ρίζες της ιστορικής μας ταυτότητας.

Η Πολιτεία έχει τα μέσα να ξεκινήσει την αλλαγή. Η Προεδρία της Δημοκρατίας μπορεί να ενισχύσει τη διδασκαλία της ιστορίας της Προεδρικής Φρουράς. Να εξηγήσει τι σημαίνει να υπηρετεί κανείς στην πλατεία Συντάγματος με τσαρούχια και ντουλαμά, τι σημαίνει να χτυπά τη λόγχη στο έδαφος με αποφασιστικότητα. Ακόμα και οργανωμένες επισκέψεις μαθητών στις εγκαταστάσεις της Φρουράς θα μπορούσαν να προκαλέσουν συγκίνηση και σύνδεση με την παράδοση.

Η Βουλή, με τη σειρά της, μπορεί να συμπεριλάβει στο εκπαιδευτικό πρόγραμμα των επισκέψεων μαθητών τη γνωριμία με το Μνημείο του Αγνώστου Στρατιώτη. Να προβάλει ιστορικά βίντεο, να διδάξει τα γεγονότα του Ρούπελ, της Χειμάρρας, της Μικράς Ασίας, του Ρίμινι, της Κύπρου. Κάθε πληροφορία που χαράσσεται στη συνείδηση των παιδιών αποτελεί επένδυση στην ιστορική συνέχεια και την εθνική αυτογνωσία.

Η νεότερη Ελλάδα δεν υπήρξε ποτέ επιθετική δύναμη. Ούτε στη Μικρά Ασία, όπου η αποστολή των ελληνικών στρατευμάτων έγινε με στόχο την προστασία των πληθυσμών και όχι για αποικιακούς σκοπούς. Οι Έλληνες στρατιώτες πολέμησαν κατά κανόνα αμυνόμενοι, προστατεύοντας το πατρώο έδαφος.

Σε καιρούς ευμάρειας, η συλλογική μνήμη ατονεί. Οι ιστορικές θυσίες λησμονούνται, οι νέες γενιές απομακρύνονται. Η παραποίηση της μνήμης για λόγους επικοινωνιακούς ή πολιτικούς δεν συνιστά δικαιολογία για την απουσία παιδείας και σεβασμού. Χρειάζεται μια νέα, ουσιαστική βάση για τον εθνικό διάλογο.

Αν αυτός ο διάλογος προέκυψε, έστω και τυχαία, με αφορμή γεγονότα λίγο πριν την 28η Οκτωβρίου, ας αξιοποιηθεί για να επανέλθει η Ιστορία στη θέση που της αξίζει. Μερικές φορές, ακόμα και το τυχαίο οδηγεί στο απαραίτητο.