17 Νοεμβρίου, 2025
Διεθνή Πρωτοσέλιδα

Η επανεκκίνηση της αμερικανικής στρατηγικής στην Ανατολική Μεσόγειο και ο ελληνικός ρόλος στον νέο ενεργειακό χάρτη

Λίγα χρόνια μετά τη σταδιακή αναπροσαρμογή της αμερικανικής παρουσίας στα ενεργειακά δίκτυα της Ανατολικής Μεσογείου, το λεγόμενο «Σχέδιο Τραμπ» επανέρχεται δυναμικά στο προσκήνιο, ως συνέχεια της πολιτικοενεργειακής στρατηγικής που διαμορφώθηκε κατά την προηγούμενη προεδρική θητεία του Ντόναλντ Τραμπ και προέβλεπε την ανάδειξη της Ελλάδας, της Κύπρου και του Ισραήλ σε βασικούς πυλώνες της αμερικανικής επιρροής σε μια περιοχή υψηλής γεωπολιτικής αξίας. Η στρατηγική αυτή είχε διττό στόχο: την ενίσχυση της ενεργειακής ασφάλειας της Ευρώπης μέσω διαφοροποίησης των πηγών εφοδιασμού από το ρωσικό φυσικό αέριο και τη διαμόρφωση ενός νέου άξονα επιρροής που θα συνέδεε άμεσα την Ουάσιγκτον με τους σημαντικότερους παραγωγούς και διαμετακομιστές ενέργειας στην Ανατολική Μεσόγειο. Η πολιτική αυτή υλοποιήθηκε με την ενεργοποίηση της τριμερούς συνεργασίας Ελλάδας–Κύπρου–Ισραήλ, την προώθηση του σχήματος «3+1» με τις ΗΠΑ, καθώς και με την ψήφιση του Eastern Mediterranean Security and Energy Partnership Act το 2019 που θεσμοθέτησε την υποστήριξη της Ουάσιγκτον προς τους τρεις εταίρους της περιοχής.

Αν και τα τελευταία χρόνια η αμερικανική κυβέρνηση επέλεξε να μειώσει την άμεση εμπλοκή της σε ορισμένα έργα, όπως ο αγωγός EastMed, η Ανατολική Μεσόγειος παραμένει σταθερά στον στρατηγικό σχεδιασμό των Ηνωμένων Πολιτειών ως κομβικό ενεργειακό και γεωπολιτικό πεδίο. Η τοποθέτηση της Κίμπερλι Γκίλφοϊλ ως πρέσβη των ΗΠΑ στην Αθήνα εκλαμβάνεται από τους περισσότερους διπλωμάτες ως η πιο σαφής ένδειξη της αμερικανικής αποφασιστικότητας να επανενεργοποιήσει αυτό το σχέδιο. Η παρουσία της έμπιστης συνεργάτιδας του Τραμπ στην ελληνική πρωτεύουσα σηματοδοτεί πρόθεση αυξημένης εποπτείας και συντονισμού των ενεργειακών εξελίξεων, με την Ουάσιγκτον να στοχεύει σε τρεις κατευθύνσεις: την επαναβεβαίωση της συμμαχίας Ελλάδας–Κύπρου–Ισραήλ, την ενίσχυση κρίσιμων υποδομών LNG και ηλεκτρικής διασύνδεσης, και τον περιορισμό της γεωοικονομικής ισχύος της Τουρκίας μέσω εναλλακτικών δικτύων εξαγωγής ενέργειας προς την Ευρώπη.

Η χρονική σύμπτωση της ανάληψης καθηκόντων της Γκίλφοϊλ με την κορύφωση των προετοιμασιών για τη Σύμπραξη Διατλαντικής Συνεργασίας στην Ενέργεια (P-TEC) στην Αθήνα ενισχύει την αίσθηση ότι οι ΗΠΑ επανέρχονται συντονισμένα στην περιοχή. Η σύνοδος που πραγματοποιείται στις 6-7 Νοεμβρίου στο Ίδρυμα Σταύρος Νιάρχος αποτελεί κρίσιμο σταθμό αναδιάταξης του ενεργειακού τοπίου της Ευρώπης, καθώς στο περιθώριό της διεξάγονται συνομιλίες για τη δημιουργία κοινοπραξίας με αντικείμενο την αναβάθμιση της Ελλάδας σε κύρια πύλη εισόδου υγροποιημένου φυσικού αερίου από τις ΗΠΑ στην Ευρωπαϊκή Ένωση. Κυβερνητικές πηγές τονίζουν ότι η χώρα μεταβαίνει από τον ρόλο του απλού διαμετακομιστή στον ρόλο του ρυθμιστή της αγοράς, μέσα από νέες υποδομές αποθήκευσης, επαναεριοποίησης και μεταφοράς LNG που θα επιτρέψουν στην Αθήνα να ασκεί αυξημένη επιρροή στο ενεργειακό ισοζύγιο της περιοχής.

Την αξία του ελληνικού χαρτιού στην παρούσα συγκυρία αποδεικνύει η παρουσία στην Αθήνα τριών κορυφαίων Αμερικανών αξιωματούχων, οι οποίοι συμμετέχουν σε διαπραγματεύσεις για έργα εκατοντάδων εκατομμυρίων ευρώ, στα οποία εμπλέκονται αμερικανικά και ευρωπαϊκά επενδυτικά κεφάλαια. Οι συζητήσεις επικεντρώνονται στη Ρεβυθούσα, την Αλεξανδρούπολη και μια νέα υποδομή στη Νότια Πελοπόννησο που θα επιτρέψει τη μεταφορά ενέργειας προς την Ιταλία, με διπλωμάτες να μιλούν για «ενεργειακό Ελσίνκι», έναν χώρο όπου θα διαμορφώνεται η ενεργειακή ισορροπία της Ευρώπης.

Η αναβάθμιση της Ελλάδας στον ενεργειακό χάρτη προκαλεί οξύ προβληματισμό στην Τουρκία, η οποία βλέπει να αναδύεται ένα πλέγμα συνεργασιών που περιορίζει τον δικό της ρόλο. Τουρκικά μέσα κάνουν λόγο για «αναβίωση αμερικανοϊσραηλινού σχεδίου αποκλεισμού της Άγκυρας» και παραπέμπουν σε κινήσεις όπως η πρόταση της Energean για αγωγό Ισραήλ-Κύπρου, που θα παρακάμπτει πλήρως την τουρκική επικράτεια. Οι αναλύσεις αυτές προβάλλουν την τουρκική ανησυχία ότι η Ουάσιγκτον επιχειρεί συντονισμένη αναδιάταξη ισχύος, με αιχμή την παρακάμψη της Άγκυρας ως ενεργειακού διαμετακομιστή. Παράλληλα, η τουρκική διπλωματία επιχειρεί να αξιοποιήσει δηλώσεις του Αμερικανού πρέσβη στην Άγκυρα περί κατανόησης των τουρκικών ανησυχιών για να αμβλύνει την εικόνα απομόνωσης. Ωστόσο, στην Αθήνα επικρατεί η εκτίμηση ότι οι ΗΠΑ ακολουθούν την πάγια στρατηγική ισορροπιών: επενδύουν σε ισχυρή συνεργασία με Ελλάδα και Κύπρο, ενώ ταυτόχρονα διατηρούν ανοιχτούς διαύλους με την Τουρκία για λόγους συνοχής του ΝΑΤΟ.

Η αυξανόμενη αμερικανική εμπλοκή επηρεάζει και το Κυπριακό, με την πρόσφατη συνάντηση του προέδρου Χριστοδουλίδη με τον Τραμπ να ερμηνεύεται ως ένδειξη επανενεργοποίησης της Ουάσιγκτον. Κυκλοφορούν πληροφορίες περί σχεδίου σταδιακής αποχώρησης των τουρκικών στρατευμάτων με αντάλλαγμα συμμετοχή της Τουρκίας σε ενεργειακές συμφωνίες, ενώ η εκλογή πιο διαλλακτικής ηγεσίας στα κατεχόμενα θεωρείται ευκαιρία για επανεκκίνηση των συνομιλιών. Παράλληλα, σε ό,τι αφορά τη Λιβύη, επιχειρείται παρασκηνιακή διαπραγμάτευση για αναθεώρηση του τουρκολιβυκού μνημονίου, που αποτελεί ακρογωνιαίο λίθο της τουρκικής παρουσίας στη Μεσόγειο.

Το σύνολο των κινήσεων αυτών συγκλίνει στην ανακατασκευή ενός στρατηγικού σκηνικού όπου η Ελλάδα τοποθετείται στο επίκεντρο της αμερικανικής στρατηγικής: ως ενεργειακός κόμβος, ως πυλώνας ασφάλειας και ως διπλωματικός καταλύτης περιφερειακών εξελίξεων. Το «Σχέδιο Τραμπ» επανέρχεται έτσι όχι ως ιδέα ενός παρελθόντος, αλλά ως ενεργό σχέδιο αναδιάταξης της γεωπολιτικής αρχιτεκτονικής της Ανατολικής Μεσογείου, σε μια περίοδο όπου η Ευρώπη αναζητεί νέες ισορροπίες ενεργειακής ασφάλειας και η Ουάσιγκτον επιχειρεί να ισχυροποιήσει τα συμφέροντά της σε μια γειτονιά υψηλών αναταράξεων. Η Ελλάδα καλείται να αξιοποιήσει τη συγκυρία για να ενισχύσει τη θέση της και να καταστεί μόνιμος παράγοντας σταθερότητας και εξουσίας στον νέο ενεργειακό χάρτη της περιοχής, την ώρα που η Τουρκία προσπαθεί να αποτρέψει τη συρρίκνωση του ρόλου της μέσα από αντιδράσεις, αναθεωρητικές κινήσεις και προσπάθειες διατήρησης της επιρροής της στα κρίσιμα μέτωπα της Κύπρου και της Λιβύης.