8 Ιουλίου, 2025
Dislike

Η ελληνική πραγματικότητα στον Κώδικα Οδικής Κυκλοφορίας

Με ιδιαίτερη προσοχή και ενδιαφέρον έγινε η ανάγνωση του νέου Κώδικα Οδικής Κυκλοφορίας, ο οποίος, αν δεν υπάρχει λάθος στην εκτίμηση, αποτελεί τον 683ο ελληνικό νόμο που αφορά στο αυτοκίνητο από την εποχή της ανακάλυψής του, ενώ είναι ήδη ο δεύτερος που εκδίδεται κατά τη διάρκεια της παρούσας κυβέρνησης.

Όπως έχει επισημανθεί και σε προηγούμενες αναλύσεις, κάθε ελληνική κυβέρνηση που σέβεται τον εαυτό της φροντίζει, ενόσω αναλαμβάνει τα καθήκοντά της, να θέτει σε ισχύ τουλάχιστον έναν νέο Κώδικα Οδικής Κυκλοφορίας, καθώς και έναν νέο αθλητικό νόμο, οι οποίοι, ωστόσο, στην πράξη καταργούνται ή ακυρώνονται στην εφαρμογή τους.

Το πιο εντυπωσιακό στοιχείο είναι ότι όλοι αυτοί οι νόμοι παραβιάζονται από την πρώτη στιγμή της έκδοσής τους, εξαιτίας κυρίως της αδυναμίας του κράτους να τους ελέγξει και να διασφαλίσει την εφαρμογή τους. Ανεξαρτήτως του πόσο αυστηρά ή «τσουχτερά» μπορεί να είναι τα πρόστιμα που προβλέπονται, αν δεν υπάρχει πραγματική δυνατότητα εποπτείας και επιβολής, οι νόμοι αυτοί παραμένουν ουσιαστικά κενό γράμμα.

Παρά τις συνεχείς αναφορές από τις αρμόδιες αρχές για τον εντοπισμό και την αντιμετώπιση των ανασφάλιστων οχημάτων, η πράξη αποδεικνύει ότι τα σχετικά μέτρα δεν εφαρμόζονται. Ενώ τεχνικά η πληροφορία είναι διαθέσιμη – ένα απλό πάτημα ενός κουμπιού αρκεί ώστε το σύστημα να παράσχει όλες τις απαραίτητες λίστες –, η υλοποίηση των ελέγχων και η επιβολή κυρώσεων παραμένουν ανύπαρκτες.

Παρομοίως, οι φοροφυγάδες είναι γνωστοί στις αρμόδιες υπηρεσίες και τα στοιχεία τους είναι πλήρη και αναλυτικά. Η διαδικασία εντοπισμού και διασταύρωσης στοιχείων μπορεί να γίνει εύκολα, ωστόσο, παρά τη διαθεσιμότητα των δεδομένων, οι ενέργειες που απαιτούνται για την αποτελεσματική αντιμετώπιση του φαινομένου αυτού δεν πραγματοποιούνται.

Μάλιστα, ακόμα και με την απλή προσωπική γνώση ενός ή δύο προφανών παραδειγμάτων φοροδιαφυγής, εύκολα κάποιος θα μπορούσε να υποθέσει ότι οι αρμόδιοι γνωρίζουν πολλά περισσότερα, όμως η έλλειψη ανάλογης δράσης δημιουργεί εύλογα ερωτήματα σχετικά με τη βούληση και την αποτελεσματικότητα των θεσμών.

Οι καταστάσεις αυτές θυμίζουν τις συχνές εξαγγελίες που κάνουν οι Υπουργοί Εθνικής Άμυνας και Προστασίας του Πολίτη, όπως οι φημολογούμενες εντολές για την πλήρη κάλυψη των συνόρων από στρατιωτικές δυνάμεις ή η απόσυρση αστυνομικών από τα επίμαχα σημεία. Τα γεγονότα, ωστόσο, αποκαλύπτουν μια διαφορετική πραγματικότητα, στην οποία οι δεσμεύσεις συχνά παραμένουν κενές υποσχέσεις.

Τελικά, παρά τα όσα διατυπώνονται από τους αρμόδιους, η κατάσταση παραμένει ως έχει, με τους πολίτες να επιλέγουν να επικεντρώνονται στην προσωπική τους καθημερινότητα, αναφωνώντας ίσως με μια δόση ειρωνείας και απογοήτευσης: «Δεν βαριέσαι, την υγειά μας να ‘χουμε…»