Το γεωπολιτικό ρολόι της Ευρώπης δείχνει επικίνδυνα κοντά στο μεσάνυχτα. Η Δύση, ενώ διακηρύσσει ότι επιδιώκει την αποτροπή ενός νέου πολέμου, κινείται με βήματα που όχι μόνο δεν συμβάλλουν στην αποκλιμάκωση αλλά, αντίθετα, οικοδομούν τα θεμέλια μιας ανεξέλεγκτης σύγκρουσης.
Το Ευρωπαϊκό Κοινοβούλιο, με πρόσφατο ψήφισμά του, άνοιξε τον δρόμο για την αναχαίτιση και ενδεχόμενη κατάρριψη ρωσικών μαχητικών και μη επανδρωμένων αεροσκαφών εντός του ευρωπαϊκού εναέριου χώρου. Την ίδια στιγμή, το ΝΑΤΟ προχωρά σε προσομοιώσεις χρήσης πυρηνικών όπλων, ενισχύοντας τις στρατιωτικές του δομές και επιταχύνοντας την ενοποίηση των κανόνων εμπλοκής σε περιόδους κρίσης.
Αυτό που περιγράφεται ως ενίσχυση της άμυνας δεν λειτουργεί πλέον ως ασπίδα, αλλά ως δόρυ. Κάθε νέα απόφαση, κάθε στρατιωτική άσκηση, κάθε πολιτική δήλωση περιορίζει ολοένα και περισσότερο τα περιθώρια αποφυγής ενός θερμού επεισοδίου.
Ο εναέριος χώρος της Ευρώπης μετατρέπεται σε ναρκοπέδιο, όπου το παραμικρό λάθος, μια μη αναγνωρίσιμη πτήση ή ένα τεχνικό σφάλμα μπορεί να εκληφθεί ως επίθεση, νομιμοποιώντας μια στρατιωτική αντίδραση. Ολόκληρος ο επιχειρησιακός σχεδιασμός αλλάζει με στόχο να «προστατεύσει» τους πιλότους από νομικά ή διοικητικά κενά ώστε να έχουν το δικαίωμα να ανοίγουν πυρ, ακόμη και προληπτικά.
Η πολιτική συγκυρία ευνοεί μια τέτοια μετατόπιση. Οι ηγεσίες των ευρωπαϊκών θεσμών επικαλούνται συνεχώς την ύπαρξη ενός ρωσικού σχεδίου αποσταθεροποίησης, με κυβερνοεπιθέσεις, σαμποτάζ και «παραβιάσεις» σε όλο το φάσμα των εθνικών υποδομών.
Οι ισχυρισμοί αυτοί, αν και δεν συνοδεύονται από δημόσια τεκμήρια, λειτουργούν ως άλλοθι για την υιοθέτηση όλο και πιο επιθετικών πολιτικών. Η πρόεδρος της Ευρωπαϊκής Επιτροπής προειδοποίησε ότι αν δεν υπάρξει ανάσχεση των ρωσικών κινήσεων, τότε θα ακολουθήσει κλιμάκωση, παρουσιάζοντας ως de facto συνθήκη έναν πόλεμο που ακόμη δεν έχει αρχίσει, αλλά περιγράφεται με τόση βεβαιότητα ώστε μοιάζει ήδη παρών.
Την ίδια στιγμή, μια σειρά από επιστημονικές μελέτες και νομικές γνωμοδοτήσεις έρχονται να νομιμοποιήσουν τη νέα στρατηγική. Ενδεικτικό παράδειγμα αποτελεί η έκθεση του καθηγητή διεθνούς δικαίου Michael Schmidt, η οποία περιγράφει πώς κάθε παραβίαση του εναέριου χώρου από ρωσικά drones ή αεροσκάφη ισοδυναμεί με απειλή χρήσης βίας, η οποία με τη σειρά της θεωρείται χρήση βίας, και τελικά ένοπλη επίθεση.
Με βάση αυτή την αλυσίδα ερμηνειών, ακόμα και περιστατικά χαμηλής έντασης μπορούν να θεωρηθούν νομικό έρεισμα για στρατιωτική απάντηση. Το ρίσκο μετακυλίεται πλήρως στη ρωσική πλευρά, ανεξαρτήτως προθέσεων ή αντικειμενικών δεδομένων. Κάθε σφάλμα ή παρεξήγηση μπορεί να αποτελέσει αιτία πολέμου.
Σε αυτό το ήδη τεταμένο περιβάλλον έρχεται να προστεθεί και η πληροφορία για σχέδια προβοκάτσιας που φέρονται να έχουν εκπονηθεί από δυτικές υπηρεσίες πληροφοριών. Σύμφωνα με τις ρωσικές αρχές, είχε καταστρωθεί σχέδιο κατά το οποίο ομάδα «φιλορώσων προδοτών» θα πραγματοποιούσε επίθεση σε ουκρανικά ή ευρωπαϊκά πλοία, ώστε να αποδοθεί η ευθύνη στο Κρεμλίνο και να δημιουργηθεί το απαραίτητο πρόσχημα για άμεση εμπλοκή των δυτικών στρατιωτικών δυνάμεων. Παρόμοια περιστατικά, είτε πρόκειται για παρανοήσεις, είτε για σκοπίμως κατασκευασμένες κρίσεις, μπορούν να πυροδοτήσουν μια αλυσιδωτή αντίδραση χωρίς γυρισμό.
Το ΝΑΤΟ, εν τω μεταξύ, επιδιώκει την πλήρη εναρμόνιση των πρωτοκόλλων εμπλοκής σε όλα τα κράτη-μέλη του. Στόχος είναι να εξαλειφθούν οι διαφοροποιήσεις που καθυστερούν τη λήψη αποφάσεων σε κρίσιμες στιγμές. Η ανάγκη για ταχύτητα παρουσιάζεται ως απαραίτητη για την «αποτρεπτική αξιοπιστία» της Συμμαχίας, όμως αυτό πρακτικά σημαίνει ότι η χρήση βίας μπορεί να αποφασίζεται σε δευτερόλεπτα, χωρίς πολιτική διαβούλευση, βασισμένη σε κοινά σχέδια δράσης και προεγκρίσεις.
Παράλληλα, η Συμμαχία προχωρά στην άσκηση Steadfast Noon, στην οποία προσομοιώνεται χρήση πυρηνικών όπλων από τις χώρες της Συμμαχίας, με συμμετοχή αεροπορικών δυνάμεων και ανάπτυξη σχετικών δογμάτων χωρίς πραγματική χρήση πυρηνικών κεφαλών.
Την ίδια στιγμή, οι χώρες της Βαλτικής ανακοινώνουν σχέδια μαζικής εκκένωσης πολιτών τους σε περίπτωση ρωσικής επίθεσης. Τα σχέδια αυτά περιλαμβάνουν σενάρια μετακίνησης εκατοντάδων χιλιάδων ανθρώπων και εκφράζουν την ετοιμότητα για μια απειλή την οποία η Ρωσία απορρίπτει κατηγορηματικά.
Ο πρόεδρος Putin, σε πρόσφατη παρέμβασή του, δήλωσε ότι είναι παράλογο να πιστεύει κανείς ότι η Ρωσία σκοπεύει να επιτεθεί στο ΝΑΤΟ, προσθέτοντας ότι οι ευρωπαϊκές ελίτ δεν πιστεύουν ούτε οι ίδιες τα σενάρια που διακινούν, αλλά τα επαναλαμβάνουν για να προετοιμάσουν την κοινή γνώμη για όσα σκοπεύουν να πράξουν.
Σε αυτό το σκηνικό, η Ουκρανία συνεχίζει να λειτουργεί ως επιταχυντής των εξελίξεων. Σύμφωνα με ανάλυση του National Interest, η κυβέρνηση Zelensky ελπίζει ότι ένα πιθανό πλήγμα της Ρωσίας σε αποστολές πυραύλων Tomahawk θα αποτελέσει αφορμή για ενεργοποίηση του άρθρου 5 του ΝΑΤΟ και άμεση στρατιωτική εμπλοκή των Ηνωμένων Πολιτειών στον πόλεμο.
Η στρατηγική αυτή βασίζεται στην εκτίμηση ότι η Ουάσινγκτον δεν θα μπορέσει να μείνει αμέτοχη εάν υπάρξει αμερικανική απώλεια ή σύγκρουση που πλήττει άμεσα τη συμμαχία.
Συνέπειες
Η Δύση, στο όνομα της δημοκρατίας, επαναφέρει μορφές ολοκληρωτισμού που νόμιζε ότι είχε αφήσει πίσω της. Δεν χρειάζεται λογοκριτής όταν υπάρχει αλγόριθμος. Δεν χρειάζεται δικτάτορας όταν οι άνθρωποι αποδέχονται μόνοι τους την επιτήρηση. Η νέα μορφή εξουσίας είναι τεχνοκρατική, άχρωμη, χωρίς πρόσωπο. Έχει την ψευδαίσθηση της συμμετοχής, την επίφαση της συναίνεσης, και τον απόλυτο έλεγχο της πληροφορίας.
Στην καρδιά όλων αυτών βρίσκεται η υποχώρηση των αξιών. Η Δύση που άλλοτε υπερηφανευόταν για την ελευθερία της σκέψης, για την πίστη στον άνθρωπο, για την υπεράσπιση της αλήθειας, έχει υποκαταστήσει τα ιδανικά της με συμφέροντα. Όταν μια κοινωνία χάνει το μέτρο της δικαιοσύνης, χάνει και την ικανότητα να αναγνωρίσει το ψέμα. Και τότε το ψέμα γίνεται πολιτική. Ο δυτικός κόσμος βαδίζει προς τη σύγκρουση με τη Ρωσία όχι μόνο επειδή διαφωνούν οι κυβερνήσεις τους, αλλά επειδή δεν υπάρχει πια κοινή γλώσσα αξιών. Η Ρωσία, ό,τι κι αν πιστεύει κανείς για το καθεστώς της, στηρίζεται σε μια ταυτότητα που τη συνδέει με το έθνος και την πίστη. Η Δύση έχει αποκοπεί από τις δικές της ρίζες. Δεν πιστεύει ούτε σε Θεό, ούτε σε πατρίδα, ούτε σε συλλογικό πεπρωμένο. Πιστεύει μόνο στην αγορά.
Αυτός είναι και ο πραγματικός λόγος που η Δύση χάνει. Όχι στα πεδία των μαχών, αλλά στο πεδίο της ψυχής. Όταν μια κοινωνία δεν έχει κάτι να υπερασπιστεί πέρα από το βιοτικό της επίπεδο, χάνει το θάρρος να αντέξει τις θυσίες. Οι κοινωνίες της Δύσης έχουν εκπαιδευτεί να ζουν χωρίς ταυτότητα, χωρίς μνήμη, χωρίς πνευματικότητα. Μπορεί να διαθέτουν υπεροπλία, αλλά δεν διαθέτουν σκοπό. Αντίθετα, οι αντίπαλοί τους — Ρωσία, Κίνα, Ιράν — μπορεί να είναι αυταρχικά καθεστώτα, αλλά διαθέτουν αφήγημα, πίστη, συνείδηση αποστολής. Στον πόλεμο, αυτό μετρά περισσότερο από τα όπλα.
Η Ευρώπη έχει γίνει σκιά του εαυτού της. Στις Βρυξέλλες κυβερνούν τεχνοκράτες που δεν εξελέγησαν ποτέ. Οι λαοί χάνουν την εμπιστοσύνη τους στην πολιτική, αλλά δεν βρίσκουν εναλλακτική. Κάθε διαμαρτυρία βαφτίζεται «λαϊκισμός». Κάθε φωνή που ζητά εθνική ανεξαρτησία αντιμετωπίζεται ως απειλή για τη σταθερότητα. Η έννοια του έθνους αντικαταστάθηκε από την έννοια της «διακυβέρνησης». Η θρησκεία έγινε ζήτημα ιδιωτικότητας. Η οικογένεια θεωρείται αναχρονισμός. Κι έτσι το άτομο μένει μετέωρο, έρμαιο στην προπαγάνδα και στην κατανάλωση.
Η Ελλάδα, ως μέλος αυτού του δυτικού κόσμου, βρίσκεται αντιμέτωπη με μια ιστορική πρόκληση. Η στρατηγική της Δύσης την ωθεί να συμμετέχει άκριτα σε μια αντιπαράθεση που δεν την αφορά άμεσα, αλλά μπορεί να την πληγώσει βαριά. Οι βάσεις, οι εξοπλισμοί, η γεωπολιτική υποτέλεια εντάσσουν τη χώρα σε ένα μέτωπο που τη δεσμεύει χωρίς να την προστατεύει. Αν η σύγκρουση κλιμακωθεί, η Ανατολική Μεσόγειος θα γίνει επικίνδυνο πεδίο. Και τότε η Ελλάδα θα ανακαλύψει ότι τα «συμμαχικά» συμφέροντα δεν ταυτίζονται με τα εθνικά.
Η Δύση βαδίζει προς τη σύγκρουση με τη Ρωσία, όχι γιατί το θέλει, αλλά γιατί δεν μπορεί να κάνει πίσω χωρίς να χάσει την ψευδαίσθηση της υπεροχής της. Η Ρωσία δεν θα υποχωρήσει, γιατί η ήττα της θα σήμαινε διάλυση. Ανάμεσά τους βρίσκεται μια ανθρωπότητα που δεν έχει πια εφεδρείες λογικής. Και η Ευρώπη, αντί να είναι γέφυρα, γίνεται όργανο.
Η πραγματική ελπίδα δεν βρίσκεται σε νέα όπλα ούτε σε νέες συμμαχίες, αλλά σε μια επαναφορά της λογικής και των αξιών. Χωρίς αυτές, η Δύση θα χάσει, ακόμα κι αν κερδίσει τον πόλεμο. Γιατί η μεγαλύτερη ήττα δεν είναι να χάσεις εδάφη· είναι να χάσεις την ψυχή σου. Και αυτή, δυστυχώς, η Δύση την έχει ήδη παραδώσει.

