Η παγκόσμια τεχνολογική κούρσα δεν διεξάγεται πλέον με όρους καινοτομίας και προόδου, αλλά υπό την πίεση ενός γεωπολιτικού ανταγωνισμού που φέρνει στο προσκήνιο ένα νέο, αόρατο πεδίο μάχης: την πλήρη ψηφιοποίηση του κράτους και της κοινωνίας. Η Δύση, παρακινημένη από την επιθυμία να μη μείνει πίσω από την Κίνα, επισπεύδει πολιτικές που μετασχηματίζουν τη σχέση πολίτη – κράτους με άξονα τη συλλογή και διαχείριση δεδομένων.
Ψηφιακή ταυτότητα, ψηφιακό νόμισμα, ψηφιακή υγεία και ενοποιημένα κρατικά apps παρουσιάζονται ως εργαλεία «ευκολίας» και «ασφάλειας». Ωστόσο, πίσω από την επίσημη ρητορική αναδύεται ένα μοτίβο πολιτικών που παρακάμπτουν τη δημόσια διαβούλευση και οδηγούν σε συγκεντρωτικά ψηφιακά οικοσυστήματα.
Η Λαϊκή Δημοκρατία της Κίνας έχει ήδη εγκαθιδρύσει ένα ευρύ σύστημα ψηφιακής επιτήρησης: αναγνώριση προσώπου σε δημόσιους χώρους, κοινωνική βαθμολόγηση των πολιτών, καθολική χρήση εθνικού ψηφιακού νομίσματος. Οι δυτικές δημοκρατίες παρακολουθούν αυτές τις εξελίξεις με ανησυχία, θεωρώντας ότι διακυβεύεται η τεχνολογική τους υπεροχή στο μέλλον.
Ο ανταγωνισμός δεν είναι απλώς οικονομικός αλλά και στρατηγικός. Η επόμενη γενιά τεχνητής νοημοσύνης, κυβερνοασφάλειας και «έξυπνης» διακυβέρνησης εξαρτάται άμεσα από την πρόσβαση σε δεδομένα μεγάλης κλίμακας. Όσο περισσότερα δεδομένα συλλέγει ένα κράτος, τόσο πιο ισχυρά μοντέλα μπορεί να αναπτύξει. Σε αυτό το πλαίσιο, η ψηφιοποίηση πέρα από ένα μεταρρυθμιστικό εργαλείο. αποτελεί και εθνική στρατηγική.
Αντιγραφή των μεθόδων, αλλαγή της γλώσσας
Το αποτέλεσμα αυτής της τεχνολογικής αγωνίας είναι η σταδιακή υιοθέτηση από τις δημοκρατίες μεθόδων που μοιάζουν με εκείνες των αυταρχικών καθεστώτων. Οι όροι αλλάζουν, αλλά η ουσία παραμένει:
-
Η παρακολούθηση μετονομάζεται σε «προστασία».
-
Η ταυτοποίηση εμφανίζεται ως «ευκολία».
-
Η συγκέντρωση δεδομένων παρουσιάζεται ως «εξυπηρέτηση του πολίτη».
Με τον φόβο της υστέρησης έναντι της Κίνας να κυριαρχεί στη δημόσια πολιτική, η Δύση προχωρά σε fast track εφαρμογές τεχνολογιών, παρακάμπτοντας ηθικά διλήμματα, ρυθμιστικά εμπόδια ή διαβουλεύσεις. Εθνικά ψηφιακά πορτοφόλια, ενιαίες βάσεις δεδομένων υγείας, ενοποιημένες πλατφόρμες πιστοποίησης ηλικίας και εθνικά σχέδια για ψηφιακή ταυτότητα εφαρμόζονται με γοργούς ρυθμούς.
Η τεχνητή νοημοσύνη ως καταλύτης
Η τεχνητή νοημοσύνη βρίσκεται στο επίκεντρο αυτής της στροφής. Για να εξελιχθούν τα μεγάλα γλωσσικά μοντέλα, τα συστήματα πρόβλεψης και οι έξυπνες υποδομές, απαιτούνται συνεχώς αυξανόμενοι όγκοι δεδομένων. Κάθε ψηφιακή εφαρμογή του κράτους —είτε πρόκειται για ψηφιακή ταυτότητα, είτε για συστήματα υγείας, είτε για ψηφιακές πληρωμές— λειτουργεί ως αγωγός δεδομένων προς συστήματα μηχανικής μάθησης.
Η πίεση να καταστεί μια χώρα «ανταγωνιστική» στο πεδίο της AI ενθαρρύνει πολιτικές καθολικής ψηφιοποίησης, με το επιχείρημα της εθνικής προόδου και ασφάλειας. Ταυτόχρονα, όμως, δημιουργείται ο κίνδυνος να υπονομευθούν θεμελιώδη δικαιώματα, όπως η ανωνυμία, η ιδιωτικότητα και η ελευθερία επιλογής.
Η ειρωνεία της συγκυρίας είναι εμφανής: στην προσπάθεια να προστατεύσουν το δικό τους μοντέλο από την επιρροή αυταρχικών τεχνολογικών υπερδυνάμεων, πολλές δυτικές χώρες καταλήγουν να υιοθετούν παρόμοια εργαλεία, με διαφορετικό περιτύλιγμα. Το ερώτημα που γεννάται είναι κατά πόσο η Δύση μπορεί να διατηρήσει τις αξίες της σε ένα ψηφιακό περιβάλλον που μοιάζει όλο και περισσότερο με εκείνο που επιδιώκει να αποφύγει.
Χωρίς συνειδητό, θεσμικά κατοχυρωμένο δημόσιο διάλογο για τα όρια της ψηφιοποίησης, υπάρχει ο κίνδυνος οι κοινωνίες να οδηγηθούν σε συστήματα παρακολούθησης και ελέγχου που δεν συνάδουν με τις δημοκρατικές αρχές. Η τεχνολογία, αντί για εργαλείο απελευθέρωσης, μπορεί να μετατραπεί σε μέσο επιτήρησης.
Σε αυτή την κρίσιμη καμπή, η πρόκληση δεν είναι μόνο τεχνολογική, αλλά κυρίως πολιτική…

