Η Τεχνητή Νοημοσύνη (ΤΝ) αναγνωρίζεται παγκοσμίως ως ένα από τα πιο πολύτιμα εργαλεία για την εξέλιξη της κοινωνίας και της επιστήμης. Ωστόσο, καθώς αυτή η τεχνολογία αναπτύσσεται με ραγδαίους ρυθμούς, ανησυχίες για τις επιπτώσεις της στην ανθρώπινη σκέψη και συμπεριφορά αρχίζουν να εκδηλώνονται. Ένα από τα πιο ενδιαφέροντα και ανησυχητικά σημεία αναφοράς έρχεται από την καθηγήτρια ψυχολογίας Ντέμπορα Μπράουν του Πανεπιστημίου του Κουίνσλαντ στην Αυστραλία. Σε πρόσφατο άρθρο της στο «The Conversation», η Μπράουν επισημαίνει ότι η ευρεία χρήση της Τεχνητής Νοημοσύνης μπορεί να έχει αρνητική επίδραση στην ανάπτυξη της κριτικής σκέψης, οδηγώντας ενδεχομένως σε έναν κόσμο όπου οι άνθρωποι εξαρτώνται περισσότερο από μηχανές και λιγότερο από τις δικές τους νοητικές ικανότητες.
Η καθηγήτρια αναφέρει πως η συνεχής αλληλεπίδραση με συστήματα ΤΝ, τα οποία αναλαμβάνουν όλο και περισσότερες από τις λειτουργίες ανάλυσης και απόφασης, ενδέχεται να μειώσει την ικανότητα των ανθρώπων να σκέφτονται κριτικά και να κάνουν αναλύσεις με βάση τις δικές τους γνώσεις και σκέψεις. Αναφέρει ότι, όπως η χρήση των αριθμομηχανών είχε ως συνέπεια να κάνει πιο δύσκολες τις μαθηματικές πράξεις με το μυαλό, έτσι και η υπερβολική εμπιστοσύνη στην ΤΝ μπορεί να οδηγήσει στην απομάκρυνση από την αναγκαία διαδικασία του αναλυτικού σκέπτεσθαι. Αντί να επεξεργάζονται οι άνθρωποι οι ίδιοι τις πληροφορίες και να συνδυάζουν κριτήρια για να καταλήξουν σε συμπεράσματα, αναθέτουν αυτή την εργασία στις μηχανές, κάτι που μπορεί να καταστέλλει την ανάπτυξη της κριτικής σκέψης.
Στην ουσία, το κύριο πρόβλημα που θίγει η Μπράουν είναι ότι, ενώ η Τεχνητή Νοημοσύνη μπορεί να διευκολύνει τη ζωή μας, η υπερβολική εξάρτηση από αυτή ενδέχεται να αποδυναμώσει την ικανότητα του ατόμου να κατανοεί και να κρίνει τις πληροφορίες που προκύπτουν, οδηγώντας τελικά σε επιφανειακές ή και λάθος αποφάσεις. Ειδικά στην εκπαίδευση, το φαινόμενο αυτό μπορεί να έχει μακροπρόθεσμες αρνητικές συνέπειες, καθώς οι νέες γενιές ενδέχεται να μην αναπτύξουν τις απαραίτητες δεξιότητες κριτικής σκέψης που απαιτούνται για την αντιμετώπιση σύνθετων ζητημάτων στον κόσμο.
Η καθηγήτρια επικαλείται έρευνες που δείχνουν ότι όσο μεγαλύτερη εμπιστοσύνη δείχνει κάποιος στην Τεχνητή Νοημοσύνη, τόσο λιγότερη κριτική σκέψη χρειάζεται να ασκήσει, κάτι που αποδεικνύεται μέσω των αποτελεσμάτων μελετών για την επίδραση της ΤΝ στην ανθρώπινη σκέψη. Με την πάροδο του χρόνου, καθώς η τεχνολογία εξελίσσεται, η Τεχνητή Νοημοσύνη μπορεί να αναλαμβάνει ολοένα και περισσότερες αποφάσεις για μας, από την επίλυση προβλημάτων μέχρι την κατηγοριοποίηση και ανάλυση δεδομένων, χωρίς εμείς να χρειάζεται να κάνουμε τίποτα πέρα από το να την εμπιστευόμαστε.
Όπως όλα τα εργαλεία, έτσι και η Τεχνητή Νοημοσύνη, αν χρησιμοποιείται χωρίς επίγνωση των επιπτώσεών της, μπορεί να έχει αρνητικά αποτελέσματα. Η αδιάκοπη χρήση της χωρίς επαρκή κριτική σκέψη μπορεί να προκαλέσει τον κίνδυνο της «τεχνητής ηλιθιότητας», με τους ανθρώπους να αποφεύγουν την αναγκαία αναλυτική σκέψη και να ακολουθούν τις μηχανές χωρίς να ελέγχουν την ακρίβεια ή τη σκοπιμότητα των αποφάσεών τους. Αυτό δεν σημαίνει ότι η Τεχνητή Νοημοσύνη δεν έχει θετικά αποτελέσματα – αντιθέτως, μπορεί να είναι ένα εξαιρετικό εργαλείο όταν χρησιμοποιείται με μέτρο και σε συνδυασμό με την ανθρώπινη σκέψη.
Η Μπράουν καταλήγει ότι πρέπει να υπάρχει μια ισχυρή ισορροπία μεταξύ της χρήσης της Τεχνητής Νοημοσύνης και της διατήρησης της ανθρώπινης ικανότητας κριτικής σκέψης. Ο σωστός τρόπος χρήσης αυτής της τεχνολογίας είναι μέσω του συνδυασμού ανθρώπινων ικανοτήτων και μηχανικής βοήθειας, ώστε να ενισχυθούν οι νοητικές μας δεξιότητες και όχι να υποκατασταθούν. Σε αντίθεση, αν επιτρέψουμε στην Τεχνητή Νοημοσύνη να «σκέφτεται» για εμάς χωρίς να μας ενθαρρύνει να αναπτύξουμε τις δικές μας κρίσεις, μπορεί να οδηγηθούμε σε μια κοινωνία που εξαρτάται από τη μηχανή, χωρίς να έχει την ικανότητα να την κατανοεί και να την αμφισβητεί.