Η επόμενη μέρα της διαδικασίας που οδηγεί στη Συνταγματική Αναθεώρηση βρίσκει το πολιτικό σκηνικό σε αναβρασμό, καθώς η πρόσφατη απόφαση του Πασοκ Κινάλ να μην προσφέρει θετική ψήφο στην πρώτη φάση της διαδικασίας άλλαξε τα δεδομένα και αναδιαμορφώνει τις ισορροπίες εντός της βουλής αλλά και τους υπολογισμούς που είχαν γίνει στο Μέγαρο Μαξίμου. Ο στόχος των 180 ψήφων, που θα επέτρεπε μια κατά πολύ ευκολότερη αναθεώρηση στη δεύτερη βουλή η οποία θα προκύψει μετά τις επόμενες εθνικές εκλογές, θεωρείται πλέον απρόσιτος, μετατρέποντας τη διαδικασία σε νέα αφετηρία πολιτικής αντιπαράθεσης ανάμεσα στην κυβέρνηση και τα κόμματα της αντιπολίτευσης. Ο Νίκος Ανδρουλάκης έχει καταστήσει σαφές ότι το πασοκ δεν πρόκειται να δώσει «λευκή επιταγή» στη νέα δημοκρατία, ορίζοντας το πλαίσιο μιας στρατηγικής που στοχεύει αφενός στη διατήρηση της πολιτικής του αυτονομίας και αφετέρου στη μεταφορά του κέντρου βάρους στη δεύτερη φάση της διαδικασίας.
Σύμφωνα με το σύνταγμα, η αναθεώρηση του υπέρτατου νόμου του κράτους γίνεται σε δύο στάδια, με την πρώτη βουλή, την προτείνουσα, να αποφασίζει ποια άρθρα θα ανοίξουν προς τροποποίηση και τη δεύτερη βουλή, την αναθεωρητική, να καθορίζει την τελική μορφή των άρθρων αυτών. Για να εγκριθεί μια τροποποίηση άρθρου απαιτούνται 180 ψήφοι στη μία βουλή και 151 στην άλλη, ανεξαρτήτως σειράς, ενώ το σύνταγμα δεν δεσμεύει τη δεύτερη βουλή από την απόφαση της πρώτης, γεγονός που προσδίδει τεράστιο πολιτικό βάρος στη στάση των κομμάτων την επόμενη κοινοβουλευτική περίοδο.

Με την απόφαση του πασοκ να μην συναινέσει σήμερα στα κρίσιμα άρθρα που θέλει η κυβέρνηση να περάσουν με 180 ψήφους, το περιθώριο της νέας δημοκρατίας περιορίζεται πλέον αποκλειστικά στους 156 βουλευτές της κυβερνητικής πλειοψηφίας. Το σκεπτικό της χαριλάου τρικούπη είναι καθαρά στρατηγικό, αφού θεωρεί ότι η πραγματική μάχη θα δοθεί στην αναθεωρητική βουλή, όπου θα αποφασιστεί η τελική διατύπωση άρθρων υψηλού πολιτικού φορτίου, όπως το άρθρο 16 για τα μη κρατικά πανεπιστήμια και το άρθρο 86 για την ποινική ευθύνη των υπουργών. Η αντιπολίτευση δεν προτίθεται να δώσει στην κυβέρνηση τη δυνατότητα να εμφανιστεί ως αποκλειστικός φορέας μεταρρυθμίσεων ούτε να αφήσει περιθώρια για μονοκομματική αναθεώρηση σε θέματα όπου η νέα δημοκρατία έχει δείξει πρόθεση να κινηθεί μονομερώς. Το πασοκ αφήνει ανοιχτό το ενδεχόμενο θετικής ψήφου μόνο εφόσον δοθούν ρητές και δημόσιες δεσμεύσεις για την κατεύθυνση των αλλαγών, υποστηρίζοντας ότι επιδιώκει μια ουσιαστική θεσμική ανασυγκρότηση και όχι μια αναθεώρηση ωφελιμιστικών πολιτικών τακτικισμών.
Από την πλευρά της η κυβέρνηση δεν δείχνει διάθεση να αναλάβει τέτοιου είδους δεσμεύσεις, επιμένοντας ότι η τελική διατύπωση των άρθρων θα καθοριστεί από τη λαϊκή εντολή στην επόμενη εκλογική αναμέτρηση. Η στρατηγική της νέας δημοκρατίας είναι να αναδείξει τη συνταγματική διαδικασία σε πεδίο επιλογής ανάμεσα σε «πρόοδο και συντήρηση», φορτίζοντας επικοινωνιακά τις αντιθέσεις και επιχειρώντας να εμφανίσει την αντιπολίτευση ως δύναμη ακινησίας. Το πασοκ από την άλλη διεκδικεί ρόλο ρυθμιστή, κρατά αποστάσεις και προβάλλει την ανάγκη πραγματικών συναινέσεων, αναδεικνύοντας ότι η συνταγματική αναθεώρηση δεν μπορεί να λειτουργήσει ως μονομερές κομματικό όπλο αλλά ως πράξη ευθύνης για το μέλλον των θεσμών. Η επόμενη μέρα της διαδικασίας λοιπόν δεν αφορά μόνο την αναθεώρηση του συντάγματος, αλλά την ίδια την πολιτική ισορροπία της επόμενης περιόδου και την εικόνα της χώρας απέναντι στους πολίτες που απαιτούν σταθερότητα, διαφάνεια και σοβαρότητα.

