Στις 29 Μαΐου 2025, η Ιερά Μονή Αγίας Αικατερίνης του Θεοβάδιστου Όρους Σινά προστέθηκε, συμβολικά, στον κατάλογο των ιστορικών καμπών του Ελληνισμού, ημερομηνία ταυτισμένη με την Άλωση της Κωνσταντινούπολης το 1453. Ωστόσο, σε αυτήν την περίπτωση δεν προηγήθηκε πολιορκία, δεν καταγράφηκε μάχη και δεν υπήρξε ένοπλη αντίσταση. Η εξέλιξη επήλθε μέσα από δικαστικές και διοικητικές πράξεις, στο πλαίσιο μιας διαδικασίας που αναδεικνύει κρίσιμα ζητήματα για τη διατήρηση της ελληνορθόδοξης παρουσίας στο Σινά.
Δικαστική απόφαση του Εφετείου Ισμαηλίας – Μεταβολές στο ιδιοκτησιακό καθεστώς
Το Εφετείο Ισμαηλίας της Αιγύπτου εξέδωσε στις 29 Μαΐου 2025 απόφαση αναφορικά με αγωγή που είχε κατατεθεί για αμφισβητούμενες εκτάσεις στην περιοχή του Νοτίου Σινά. Στην απόφαση, η οποία φέρει την υπογραφή του προέδρου Alaa Mustafa Abdel Razek και των συμβούλων Hassanein Ahmed Al-Wasif και Amir Hassan Abu Al-Layl, αναγνωρίζεται ότι οι μοναχοί της Ιεράς Μονής Αγίας Αικατερίνης μπορούν να τελούν τα θρησκευτικά τους καθήκοντα στην περιοχή, υπό την πνευματική καθοδήγηση του επισκόπου της Μονής.
Ωστόσο, το δικαστήριο έκρινε ότι η περιοχή όπου εδρεύει η Μονή και οι θρησκευτικοί αρχαιολογικοί χώροι της ανήκουν στο Αιγυπτιακό κράτος ως δημόσια περιουσία. Επιπλέον, επιβεβαιώθηκε ότι οι υπάρχουσες συμφωνίες ανάμεσα στην τοπική δημοτική αρχή και το Μοναστήρι για την εκμετάλλευση συγκεκριμένων οικοπέδων πρέπει να τηρούνται, αποκλείοντας όμως οποιαδήποτε μονομερή διεκδίκηση ιδιοκτησίας επί των υπολοίπων εκτάσεων.
Η απόφαση χαρακτηρίζει τα αμφισβητούμενα οικόπεδα ως «φυσικά καταφύγια» που εμπίπτουν σε κρατική ιδιοκτησία και επισημαίνει ότι δεν έχουν υπογραφεί έγκυρες συμβάσεις για την εκμετάλλευσή τους από την αρμόδια αιγυπτιακή αρχή.
Τρεις βασικοί άξονες μείζονος σημασίας για την Ιερά Μονή
Η απόφαση του δικαστηρίου ανατρέπει θεμελιωδώς τη νομική βάση λειτουργίας της Ιεράς Μονής και εισάγει σοβαρές αμφισβητήσεις για την κατοχύρωση της ιδιοκτησίας της. Τρία είναι τα κύρια σημεία:
- Καθεστώς Ιδιοκτησίας
Η Μονή και οι συνολικά 71 ιδιοκτησίες της, όπως περιγράφονται σε παλαιότερα αιτήματα προς την UNESCO, θεωρούνται πλέον δημόσια αιγυπτιακή περιουσία. Σε αυτό περιλαμβάνονται και τα κινητά στοιχεία της Μονής – κειμήλια, παλαιά χειρόγραφα, εικόνες, πάπυροι, καθώς και η ιστορική βιβλιοθήκη. - Καθεστώς Θρησκευτικής Παρουσίας
Οι μοναχοί διατηρούν το δικαίωμα τέλεσης των λειτουργιών με επικεφαλής τον Αρχιεπίσκοπο Σιναίου Δαμιανό, η παραμονή των οποίων εξαρτάται από ετήσια διοικητική απόφαση του αιγυπτιακού κράτους. Η μακροπρόθεσμη συνέχιση της ελληνικής ορθόδοξης παρουσίας τίθεται υπό αίρεση. - Αρχαιολογική Επιτήρηση
Όλοι οι χώροι της Μονής, συμπεριλαμβανομένων των εκκλησιαστικών, τίθενται υπό την εποπτεία του Ανωτάτου Συμβουλίου Αρχαιοτήτων της Αιγύπτου, με ενδεχόμενο περιορισμό της θρησκευτικής και πολιτιστικής δραστηριότητας.

Σειρά γεγονότων που προηγήθηκαν της δικαστικής εξέλιξης
Το ιστορικό της υπόθεσης περιλαμβάνει μια αλυσίδα διοικητικών και πολιτικών ενεργειών:
- 2012: Αίτηση Αιγύπτιου στρατηγού για κατεδάφιση κτισμάτων σε 71 ιδιοκτησίες της Μονής και επαναπροσδιορισμό τους.
- 2014: Μεταφορά της υπόθεσης στη δικαιοδοσία των διοικητικών δικαστηρίων.
- 2022: Δημοσίευση σχεδίων τουριστικής ανάπτυξης στην περιοχή, συμπεριλαμβανομένης της αξιοποίησης της «Πηγής του Μωυσή».
- 2024: Ανακοινώνεται το σχέδιο «Μεγάλη Μεταμόρφωση» του Αιγύπτιου Προέδρου Σίσι για την τουριστική αξιοποίηση της περιοχής πέριξ της Μονής.
- Νοέμβριος 2024: Ο στρατηγός Μουμπάρακ, διοικητής του Νοτίου Σινά, δηλώνει δημοσίως ότι δεν υπάρχει πρόθεση εκκένωσης της Μονής.
- Δεκέμβριος 2024: Συντάσσεται εξωδικαστικό έγγραφο αναγνώρισης των 71 ιδιοκτησιών, χωρίς την τελική υπογραφή του Προέδρου της Αιγύπτου.
- 6 Φεβρουαρίου 2025: Συνάντηση ελληνικής αντιπροσωπείας με αιγυπτιακούς αξιωματούχους στο Κάιρο για θέματα θρησκευτικού τουρισμού.
- 16 Μαρτίου 2025: Επίσκεψη αντιπροσωπείας της Διακοινοβουλευτικής Συνέλευσης Ορθοδοξίας στο Σινά.
Συναντήσεις υψηλού επιπέδου και απουσία παρεμβάσεων
Κατά την περίοδο πριν και μετά τις δικαστικές εξελίξεις, σημειώθηκαν διπλωματικές επαφές υψηλού επιπέδου χωρίς να ανακοινωθούν συγκεκριμένες παρεμβάσεις:
- 8 Μαρτίου 2023: Συνάντηση του Έλληνα Πρωθυπουργού με τον Πρόεδρο Σίσι στο Ελ Αλαμέιν.
- 17 Μαρτίου 2024: Ευρωπαϊκή σύνοδος κορυφής στο Κάιρο. Ο Πρωθυπουργός της Ελλάδας επιλέγει επίσκεψη στη Σίβα αντί της περιοχής της Μονής.
- Μάιος 2025: Επίσκεψη του Αιγύπτιου Προέδρου στην Αθήνα, κατά την οποία υπογραμμίστηκε η σημασία της προστασίας της πολιτιστικής ταυτότητας της Μονής, χωρίς να γίνει αναφορά στο ιδιοκτησιακό καθεστώς.
Μεταγενέστερες ενέργειες και διεθνής απήχηση
Μέχρι και την έκδοση της απόφασης του Εφετείου Ισμαηλίας δεν υπήρξε επίσημη ελληνική διπλωματική κινητοποίηση για:
- Ενημέρωση της Ευρωπαϊκής Ένωσης
- Ενημέρωση Ορθοδόξων Πατριαρχείων και Εκκλησιών
- Ενημέρωση των διεθνών πολιτιστικών ιδρυμάτων
- Διεθνοποίηση του ζητήματος σε επίπεδο ΟΗΕ ή UNESCO
Επίσης, δεν καταγράφηκαν κινήσεις για αξιοποίηση του άρθρου 18 της Οικουμενικής Διακήρυξης Ανθρωπίνων Δικαιωμάτων ή της προηγούμενης καταχώρισης της Μονής ως Μνημείου Παγκόσμιας Κληρονομιάς από την UNESCO.
Η δικαστική εξέλιξη και η διατήρηση της διοικητικής εποπτείας της Μονής από τις αιγυπτιακές αρχές δημιουργούν νέα δεδομένα. Η σταδιακή απώλεια του ιδιοκτησιακού ελέγχου ενδέχεται να επιφέρει μεταβολές στη λειτουργία, την οικονομική αυτάρκεια και τη θρησκευτική ταυτότητα της Ιεράς Μονής. Οι εξελίξεις αναμένονται να επηρεάσουν και το καθεστώς παραμονής της ελληνικής μοναστικής κοινότητας.
Η Ιερά Μονή Αγίας Αικατερίνης, κτισμένη τον 6ο αιώνα με εντολή του αυτοκράτορα Ιουστινιανού, αποτελεί σύμβολο της ελληνορθόδοξης παρουσίας στην Ανατολή. Οι αποφάσεις του αιγυπτιακού κράτους και η απουσία ουσιαστικών διπλωματικών ενεργειών για τη διατήρηση του ιστορικού και θρησκευτικού χαρακτήρα της Μονής δημιουργούν ανησυχίες για τη συνέχεια του ελληνορθόδοξου μοναστικού βίου στην περιοχή του Σινά.
Σύμφωνα με διαθέσιμες πληροφορίες, η κυβέρνηση Μητσοτάκη φέρεται να είχε στη διάθεσή της όλα τα μέσα για την εξασφάλιση της νομικής κατοχύρωσης των περιουσιακών στοιχείων της Μονής, που αριθμούν 71 ακίνητα, τα οποία είχαν ήδη χαρακτηριστεί ως ιδιοκτησίες της από την UNESCO από το 2002. Παρά την έγκριση του συμβιβασμού από τέσσερις αρμόδιους υπουργούς, η διαδικασία παρέμεινε ημιτελής, λόγω της μη υπογραφής του προέδρου, αφήνοντας το ζήτημα σε εκκρεμότητα.
Καθοριστικό ρόλο στο πλαίσιο αυτό φέρεται να είχε η προσωπική παρέμβαση του Πρωθυπουργού, ειδικά σε σχέση με τις οικονομικές διαπραγματεύσεις με το Διεθνές Νομισματικό Ταμείο και τη ρύθμιση του αιγυπτιακού χρέους. Η Ελλάδα, σύμφωνα με πηγές που γνωρίζουν τα διπλωματικά δεδομένα, είχε τη δυνατότητα να επιβάλει την ολοκλήρωση του εξωδικαστικού συμβιβασμού, διασφαλίζοντας τα συμφέροντα της Μονής και της χώρας.
Αντί αυτού, η αδράνεια και η ελλιπής πολιτική βούληση επέτρεψαν, σύμφωνα με καταγγελίες, την εδραίωση της αιγυπτιακής παρουσίας στον χώρο της Μονής. Η κλειστή και συγκεντρωτική δομή εξουσίας στην Αθήνα, σε συνδυασμό με την υποτίμηση της γεωπολιτικής σημασίας της περιοχής, δημιούργησε, κατά τις ίδιες πηγές, «κερκόπορτα» για την Αίγυπτο, η οποία προχώρησε στην ουσιαστική ανάληψη του ελέγχου, απειλώντας άμεσα την ελληνική μοναστική παρουσία.
Ανησυχίες εκφράζονται για τον κίνδυνο πλήρους εκτοπισμού των Ελλήνων μοναχών, την απώλεια των ιστορικών κειμηλίων και την ενδεχόμενη μετατροπή της Μονής σε οργανισμό υπό τον έλεγχο αιγυπτιακών ή και άλλων μη ελληνικών παραγόντων. Η Μονή, η οποία λειτουργεί αδιάλειπτα επί 17 αιώνες στον χώρο όπου, κατά την εκκλησιαστική παράδοση, φανερώθηκε ο Θεός στον Μωυσή, κινδυνεύει, όπως επισημαίνεται, να αποκοπεί οριστικά από τον ελληνορθόδοξο χαρακτήρα της.
Πέρα από το θρησκευτικό σκέλος, οι εξελίξεις εγείρουν ζητήματα εξωτερικής πολιτικής. Η αποτυχία υπεράσπισης της Μονής ερμηνεύεται από αναλυτές ως ένδειξη ενός ευρύτερου ελλείμματος στρατηγικού σχεδιασμού και εθνικής συνέπειας. Κριτική διατυπώνεται για την εξωτερική πολιτική της κυβέρνησης, η οποία χαρακτηρίζεται «ενδοτική» και «αποκομμένη από τις αξίες και την ιστορική μνήμη του Ελληνισμού».
Την ίδια ώρα, αμφισβητείται πλέον η θεώρηση ότι η Αίγυπτος αποτελεί αξιόπιστο στρατηγικό εταίρο της Ελλάδας στην Ανατολική Μεσόγειο. Παρατηρητές υπογραμμίζουν ότι οι πρόσφατες ενέργειες της αιγυπτιακής πλευράς θέτουν εν αμφιβόλω το αφήγημα των κοινών γεωπολιτικών συμφερόντων και ενισχύουν την ανάγκη για αναθεώρηση των σχεδιασμών στην περιοχή.
Η υπόθεση της Μονής Αγίας Αικατερίνης συνιστά πλέον, κατά πολλούς, σύμπτωμα ενός βαθύτερου προβλήματος: της αδυναμίας του ελληνικού κράτους να διασφαλίσει τα εθνικά και θρησκευτικά του συμφέροντα στο διεθνές πεδίο, ακόμη και σε περιπτώσεις υψηλού ιστορικού και πολιτισμικού συμβολισμού.