Με άρθρο-«ράπισμα» κατά του Κυριάκου Μητσοτάκη που φιλοξενείται στον βρετανικό Guardian ο Έλληνας πρωθυπουργός βρίσκεται για άλλη μια φορά εκτεθειμένος, μετά το σκάνδαλο των υποκλοπών αλλά και τις σχέσεις του με τον Βαγγέλη Μαρινάκη.
«Ποιος έχει πραγματικά την εξουσία;» διερωτάται στο άρθρο του με τίλιο: «Τι συμβαίνει όταν ένας ολιγάρχης τα βάζει με έναν πρωθυπουργό; Κοιτάξτε στην Ελλάδα για να μάθετε», ο δημοσιογράφος Αλεξάντερ Κλαπ, ο οποίος ασχολείται για δεύτερη φορά με το σκάνδαλο των παρακολουθήσεων.
Στο άρθρο του στον Guardian, γίνεται αναφορά στις αποκαλύψεις για παρακολουθήσεις υπουργών και βουλευτών της Νέας Δημοκρατίας αλλά και τη ρήξη Μητσοτάκη – Μαρινάκη.
«Έχουν περάσει τρεις μήνες και η Ελλάδα έχει εμπλακεί σε μια από τις μεγαλύτερες πολιτικές κρίσεις της πρόσφατης ιστορίας της. Ξεκίνησε ως το σκάνδαλο των υποκλοπών. Τον Αύγουστο, δύο μέλη της κυβέρνησης του Κυριάκου Μητσοτάκη υπέβαλαν την παραίτησή τους μετά από αναφορές ότι στα τηλέφωνα ενός δημοσιογράφου και ενός πολιτικού του αντιπάλου είχαν σταλεί λινκς με spyware που είχαν σχεδιαστεί για να μεταφέρουν τα δεδομένα τους σε μια σκιώδη εταιρεία στην Αθήνα» γράφει ο δημοσιογράφος και έπειτα αναφέρεται στις αποκαλύψεις του Documento:
«Τα ελληνικά ΜΜΕ ονόμασαν το σκάνδαλο ελληνικό Watergate. «Ο κ. Μητσοτάκης πρέπει να δώσει εξηγήσεις στον ελληνικό λαό», είπε ο Αλέξης Τσίπρας, αρχηγός της αξιωματικής αντιπολίτευσης. Πολλές από τις ερωτήσεις πρέπει να απαντηθούν επεσήμανε ο πρόεδρος της επιτροπής Pega του ευρωκοινοβουλίου για τις παρακολουθήσεις.
Στη συνέχεια, νωρίτερα αυτόν τον μήνα, τα γεγονότα πήραν μια εκπληκτική τροπή. Μια αριστερή εφημερίδα Documento υποστήριξε ότι, εκτός από τον δημοσιογράφο και τον πολιτικό του αντίπαλο, είχαν γίνει επίσης προσπάθειες για παρακολουθήσεις δεκάδων ακόμα.
Μέλη του υπουργικού συμβουλίου του ίδιου του Κυριάκου Μητσοτάκη, συντάκτες εφημερίδων, ακόμα και τη σύζυγο του περιφερειάρχη Αττικής. Μια εβδομάδα αργότερα, το Documento κυκλοφόρησε σχεδόν 40 επιπλέον ονόματα. Η εφημερίδα κατηγόρησε την κυβέρνηση για ανάμειξη – (σ.σ. η κυβέρνηση) αρνήθηκε κατηγορηματικά τις κατηγορίες» αναλύει ο Κλαπ και έπειτα αναφέρεται στον Βαγγέλη Μαρινάκη:
Οι αναφορές στον Μαρινάκη
«Μεταξύ των υποτιθέμενων στόχων ήταν συνεργάτες του Βαγγέλη Μαρινάκη, ενός άνδρα που συχνά εμφανίζεται περιτριγυρισμένος από ένα γκρουπ μαυροφορεμένων και μιας από τις πιο ισχυρές προσωπικότητες στη διεθνή ναυτιλία και το ποδόσφαιρο. Το βράδυ που δημοσιεύτηκαν τα ονόματα στο Documento, λίγα τετράγωνα από το γραφείο του Μητσοτάκη, ο Μαρινάκης παρακολουθούσε την ομάδα του Ολυμπιακού να δέχεται πέναλτι στο 90ο λεπτό που οδήγησε στην ισοπαλία απέναντι στον ιστορικό του αντίπαλο, τον Παναθηναϊκό.
Λίγη ώρα αργότερα, ο Γιάννης Βρέντζος, μέλος του Δ.Σ. του Ολυμπιακού, έκανε δηλώσεις τονίζοντας μεταξύ άλλων πως «το ελληνικό ποδόσφαιρο διοικείται από ένα φασιστικό παρακράτος που διέπεται από παρανομία και οργανωμένο έγκλημα» σημειώνει ο δημοσιογράφος και έπειτα κάνει αναφορά στις υποθέσεις του Μαρινάκη που έχουν μείνει ανοιχτές:
«Εδώ και χρόνια το ελληνικό κράτος ερευνά τον Μαρινάκη με το σκεπτικό ότι το 2014 φέρεται να βοήθησε στη σύσταση εγκληματικής οργάνωσης που διακινούσε τη μεγαλύτερη ποσότητα ηρωίνης που έχει κατασχεθεί ποτέ στην Ευρώπη. Ο Μαρινάκης αρνείται κατηγορηματικά τις κατηγορίες, τις οποίες οι εφημερίδες του χαρακτήρισαν μέρος ενός «παιχνιδιού πολλών ετών».
Αγόρασε ένα μεγάλο κομμάτι των μέσων ενημέρωσης στην Ελλάδα, αγόρασε την Nottingham Forest FC στο Ηνωμένο Βασίλειο, συγχώνευσε τον στόλο των τάνκερ του με αυτόν του Ντόναλντ Τραμπ στις ΗΠΑ και κέρδισε προσοδοφόρα συμβόλαια για να χειριστεί τη μεταφορά του κρατικού πετρελαίου του Ιράκ από τον Περσικό Κόλπο.
Τις επόμενες μέρες ο Μαρινάκης έστρεψε τη σημαντική του ισχύ ενάντια στον Μητσοτάκη, τον οποίο η αυτοκρατορία των μέσων ενημέρωσης του, στήριξε και βοήθησε να κερδίσει τις εκλογές το 2019» γράφει ο Κλαπ και στη συνέχεια θέτει καυτά ερωτήματα:
«Ποιος εκβιάζει ποιον, εδώ;»
«Όλα εγείρουν το ερώτημα: ποιος εκβιάζει ποιον, εδώ; Η κυβέρνηση που χρειάζεται ευνοϊκή κάλυψη από έναν μεγιστάνα των μέσων ενημέρωσης καθώς κατευθύνεται στις εκλογές τον επόμενο χρόνο; Ή ένας ολιγάρχης που προσφέρεται να αποδώσει ευθύνες σε ένα κράτος που τυχαίνει να τον έχει υπό έρευνα για ναρκωτικά; Από ορισμένες απόψεις, το επίκεντρο του σκανδάλου έχει μετατοπιστεί, χωρίς πλέον να αφορά τις υποκλοπές αυτές καθαυτές, αλλά με το πώς λειτουργεί στην πραγματικότητα το ελληνικό κράτος κάτω από το καπλαμά της εκλογικής πολιτικής» καταλήγει ο δημοσιογράφος στον Guardian.
Η Ελλάδα μπορεί να είναι μια μικρή χώρα, το ΑΕΠ της μικρότερο από αυτό του Περού, αλλά οι πλουσιότερες οικογένειές της έχουν τεράστια περιουσία και μεγάλη επιρροή. Οι μεταπολεμικές δεκαετίες έθεσαν τη μυθική ναυτιλιακή κατηγορία της χώρας σε μια θέση ασυνήθιστης γεωπολιτικής αναγκαιότητας, όταν παρείχαν τα οχήματα –κυριολεκτικά– της παγκόσμιας εξάρτησης από το πετρέλαιο.
Τα χρήματά τους βγήκαν εκτός Ελλάδας, συνήθως κρύβονταν έξω από αυτήν και στη συνέχεια χρησιμοποιήθηκαν μερικές φορές για την απόκτηση περιουσιακών στοιχείων – τηλεοπτικά κανάλια, ποδοσφαιρικές ομάδες, ξενοδοχεία – μέσα σε αυτήν. Η χρηματοπιστωτική κρίση των αρχών της δεκαετίας του 2010 αποδείχθηκε ευεργέτημα, με την επιβαλλόμενη από την ΕΕ λιτότητα που θέτει προς πώληση τμήματα του ίδιου του κράτους σε μειωμένη τιμή, καθώς το προνομιακό φορολογικό καθεστώς των πλοιοκτητών παρέμεινε ανέγγιχτο.
Εν τω μεταξύ, οι πιο ισχυροί ανάμεσά τους συνέχιζαν να διοχετεύουν μετρητά στο πολιτικό σύστημα της χώρας, μεσολαβώντας καιροσκοπικές συμμαχίες με κόμματα σε όλο το πολιτικό φάσμα που ήρθαν – φυσικά – με δεσμούς.
Τόσο εδραιωμένη είναι αυτή η διευθέτηση –η διαπλοκή της ολιγαρχικής πρωτεύουσας του Πειραιά και των πολιτικών μηχανών της Αθήνας– που σε ορισμένες περιπτώσεις έχει πάρει μορφή γενεών. Πάρτε για παράδειγμα τον Μαρινάκη, ο οποίος ανέλαβε τον στόλο των δεξαμενόπλοιων του πατέρα του, και τον Μητσοτάκη, που ανέλαβε το πολιτικό κόμμα του πατέρα του: η σχέση των δύο δυναστειών – οι γόνοι των οποίων ισχυρίζονται τώρα ότι είναι θύματα της εκμετάλλευσης και του εκβιασμού του άλλου – πηγαίνει πίσω τουλάχιστον 40 χρόνια .
Δεν είναι περίεργο που οι κρίσεις υποκλοπών επαναλαμβάνονται στην Ελλάδα δεκαετίες τώρα. Ένα τέτοιο σύστημα υπόγειων διευθετήσεων δεν απαιτεί μόνο μετρητά αλλά και εξασφαλίσεις του τύπου που οι απατεώνες των spyware επιθυμούν να εκμεταλλευτούν.
Η ειρωνεία της παρέμβασης του Μαρινάκη είναι ότι πιθανότατα δεν θα είχε συμβεί ποτέ αν είχε γίνει εξαρχής σοβαρή έρευνα, πριν από μήνες, όταν ξέσπασε η είδηση για το σκάνδαλο spyware στην Αθήνα. Αντίθετα, η κυβέρνηση Μητσοτάκη έριξε την ευθύνη στις « σκοτεινές εξωτερικές δυνάμεις ». Η υπηρεσία πληροφοριών του κατέστρεψε κρίσιμα αρχεία . και το κόμμα του φέρεται να εμπόδισε μάρτυρες να καταθέσουν. Ο ίδιος χαρακτήρισε τις συσσωρευμένες κατηγορίες « απίστευτο ψέμα ».
Και τώρα μια βαριά ολιγαρχική παρέμβαση μεταμφιέζεται ως εκπρόθεσμη ώθηση για δημόσια διαφάνεια. Όλο αυτό το διάστημα οι απλοί Έλληνες περιμένουν να τελειώσει ο διαγωνισμός γελοιότητας και να δοθούν οι απαντήσεις», καταλήγει ο δημοσιογράφος.
Αξίζει να σημειωθεί ότι πέρα από τον Guardian, το προηγούμενο άρθρο του Κλαπ με τίτλο «Σήψη στη καρδιά της Ελλάδας» που φιλοξενήθηκε στους New York Times, προκάλεσε τριγμούς στο Μαξίμου και εκνεύρισε τον Κυριάκο Μητσοτάκη…