Σε μια νέα, εξαιρετικά επικίνδυνη φάση φαίνεται να εισέρχεται η αλυσίδα εκρηκτικών γεγονότων που πυροδοτήθηκε από τη φονική και απαράδεκτη επίθεση αμερικανικών βομβαρδιστικών B‑2 στη Μέση Ανατολή. Οι εικόνες καταστροφής και οι δηλώσεις του Ντόναλντ Τραμπ – ο οποίος διακήρυξε «τους αφανίσαμε» και ζήτησε την απομάκρυνση του ανώτατου ηγέτη του Ιράν, Αγιατολάχ Χομεϊνί – φέρνουν στο προσκήνιο τον τρόμο μιας πιθανής γενικευμένης ανάφλεξης. Την ίδια ώρα, αναφορές για πλήγματα σε αμερικανικές βάσεις στη Συρία επιβεβαιώνουν πως η απάντηση ήλθε γρήγορα και πως ο κίνδυνος κλιμάκωσης είναι πλέον υπαρκτός και άμεσος.
Σύμφωνα με δημοσίευμα του News.az, επικαλούμενο το ιρανικό πρακτορείο Mehr, στρατιωτική βάση των ΗΠΑ στη βορειοανατολική Συρία – στην περιοχή Kasruk, δυτικά της επαρχίας El-Hasakah – αποτέλεσε στόχο επίθεσης. Οι λεπτομέρειες και οι επιπτώσεις παραμένουν ακόμη ασαφείς.
Ταυτόχρονα, η αμερικανική πρεσβεία στο Κατάρ εξέδωσε προληπτική προειδοποίηση προς Αμερικανούς υπηκόους, καλώντας τους να παραμείνουν σε ασφαλές σημείο μέχρι νεωτέρας, χωρίς να υπάρχει συγκεκριμένη απειλή. Ο εκπρόσωπος του καταριανού υπουργείου Εξωτερικών, Μαζέντ αλ Ανσάρ, διευκρίνισε ότι η σύσταση είναι προληπτική και ότι η χώρα είναι πλήρως προετοιμασμένη να προστατεύσει τόσο πολίτες όσο και κατοίκους.
Το IRGC ανακοίνωσε πως εκτόξευσε για πρώτη φορά βαλλιστικούς πυραύλους Kheibar με πολλαπλές κεφαλές – γνωστούς και ως Qadr‑H – στο πλαίσιο της Επιχείρησης «Αληθινή Υπόσχεση ΙΙΙ». Η επίθεση περιελάβανε και drones, με στόχους σε ολόκληρα τα κατεχόμενα παλαιστινιακά εδάφη. Το IRGC επισημαίνει ότι τα πυραυλικά κύματα θα συνεχιστούν, με αντεπιθέσεις επικεντρωμένες σε ασφάλεια και ακρίβεια, αξιοποιώντας τακτικές που εκμεταλλεύονται ευπάθειες του ισραηλινού συστήματος αεράμυνας.

Σε κλιμάκωση ακόμα πιο βαθιά, το Ισραήλ εξαπέλυσε επίθεση στη φυλακή Evin της Τεχεράνης – σύμβολο καταστολής του ιρανικού καθεστώτος. Το βίντεο της έκρηξης, κοινοποιημένο από τον Ισραηλινό υπουργό Εξωτερικών με τη λεζάντα «Viva la libertad!», συνοδεύεται από δεκάδες νεκρούς και αγνοούμενους. Οι βομβαρδισμοί περιλαμβάνουν χρήση bunker‑buster βομβών σε υπόγειες πυρηνικές εγκαταστάσεις. Ο Trump επανέλαβε, μέσα από ανάρτηση στο X, πως αν το ιρανικό καθεστώς δεν μπορεί να επανέλθει, ίσως πρέπει να αλλάξει καθεστώς.
Η Τεχεράνη αντιμετωπίζει δομική κατάρρευση: κατεστραμμένες ενεργειακές υποδομές, πλήγματα σε πανεπιστημιακά ιδρύματα, χιλιάδες πολίτες εκτοπισμένοι και τουλάχιστον 400 νεκροί, σύμφωνα με ανεξάρτητες πηγές. Η ισραηλινή κυβέρνηση παραδέχεται ότι χτυπά διοικητικά κέντρα, στρατιωτικές υπηρεσίες και μονάδες της Επαναστατικής Φρουράς, σε μια «χειρουργική» καμπάνια αποκεφαλισμού του καθεστώτος. Η Ισραηλινή υπουργός Επιστήμης ξεκαθάρισε ότι «δεν τελειώσαμε ακόμα» και πως οι συνθήκες για επανάσταση δεν έχουν ακόμη ωριμάσει.
Εμπλοκή και της Κίνας
Η δυνατότητα κλεισίματος των Στενών του Ορμούζ από το Ιράν, που αποτελεί έναν από τους πλέον κρίσιμους ενεργειακούς διαύλους παγκοσμίως, έχει προκαλέσει συναγερμό τόσο στις περιφερειακές δυνάμεις όσο και στη διεθνή κοινότητα. Η διακοπή της ναυσιπλοΐας μέσω του στενού, μέσω του οποίου διέρχεται σχεδόν το 20% του παγκόσμιου πετρελαίου, θα έχει άμεσες και βαθιές επιπτώσεις στην παγκόσμια οικονομία, ενώ δημιουργεί σοβαρές προκλήσεις για την ασφάλεια της ενεργειακής τροφοδοσίας.
Την ίδια ώρα, η εμπλοκή της Κίνας στην κρίση αποκτά ιδιαίτερη βαρύτητα. Με τα ζωτικά ενεργειακά συμφέροντά της να εξαρτώνται σε μεγάλο βαθμό από τις εισαγωγές πετρελαίου που διέρχονται από τον Περσικό Κόλπο και τις γειτονικές θαλάσσιες οδούς, η κινεζική κυβέρνηση παρακολουθεί στενά τις εξελίξεις. Παρά τη σημαντική οικονομική της έκθεση στην περιοχή, το Πεκίνο, μέχρι στιγμής, τηρεί ουδέτερη στάση, αποφεύγοντας να αναμειχθεί άμεσα στις στρατιωτικές εντάσεις και αφήνοντας τις Ηνωμένες Πολιτείες και τους συμμάχους τους να φέρουν το βάρος της στρατιωτικής παρουσίας και ασφάλειας στα Στενά. Η στάση αυτή αντανακλά μια προσεκτική πολιτική εξισορρόπησης, με στόχο να προστατεύσει τα μακροπρόθεσμα συμφέροντά της, χωρίς να εμπλακεί σε άμεσες συγκρούσεις που θα μπορούσαν να αποσταθεροποιήσουν την περιοχή περαιτέρω ή να επηρεάσουν αρνητικά τις διμερείς σχέσεις με το Ιράν και τις αραβικές χώρες.
Σήμερα 23 Ιουνίου, ο ισραηλινός στρατός (IDF) εξέδωσε οδηγία προς τους κατοίκους της Τεχεράνης, καλώντας τους να κρατηθούν μακριά από στρατιωτικές εγκαταστάσεις, βιομηχανίες όπλων και επιτελεία ασφαλείας του ιρανικού καθεστώτος, χωρίς όμως να καθορίσει συγκεκριμένες ζώνες απομάκρυνσης. Ο εκπρόσωπος των IDF υπογράμμισε ότι η στρατιωτική δράση θα συνεχιστεί με ένταση τις επόμενες ημέρες, σηματοδοτώντας την κλιμάκωση των επιθέσεων και την προετοιμασία για περαιτέρω χτυπήματα σε κρίσιμους στόχους εντός της πρωτεύουσας του Ιράν.
Την ίδια ημέρα, ο Ιρανός υπουργός Εξωτερικών Αμπάς Αραγτσί, σε δήλωσή του μετά τη συνάντησή του με τον Ρώσο πρόεδρο Βλαντίμιρ Πούτιν, χαρακτήρισε τη συνάντηση ως «πολύ καλή» και ανέφερε ότι συζήτησαν αναλυτικά τις τελευταίες εξελίξεις στη Μέση Ανατολή. Η Μόσχα εξέφρασε ανησυχία για τις επιπτώσεις των ισραηλινών και αμερικανικών επιθέσεων στις ιρανικές πυρηνικές εγκαταστάσεις, τονίζοντας ότι τέτοιες ενέργειες όχι μόνο θέτουν σε κίνδυνο τη σταθερότητα στην περιοχή, αλλά απειλούν συνολικά το διεθνές καθεστώς μη διάδοσης πυρηνικών όπλων. Η στενή συνεργασία μεταξύ Ιράν και Ρωσίας ενισχύεται σε αυτή τη συγκυρία, καθώς και οι δύο πλευρές φαίνεται να συμφωνούν στην ανάγκη αποτροπής μιας περαιτέρω κλιμάκωσης που θα μπορούσε να οδηγήσει σε μια ευρύτερη σύγκρουση με παγκόσμιες συνέπειες.
Παράλληλα, το ιρανικό καθεστώς ζητά από τις Ηνωμένες Πολιτείες να αναλάβουν άμεσα την ευθύνη για την εμπλοκή τους στον πόλεμο, αντί να κρύβονται πίσω από το Ισραήλ, το οποίο χρησιμοποιείται ως «μάχιμο μέτωπο» χωρίς να πληρώνουν το αντίτιμο του πολέμου. Σύμφωνα με ανώτερο Ιρανό αξιωματούχο, η Τεχεράνη είναι έτοιμη να εμπλακεί σε πολεμικές επιχειρήσεις που μπορεί να διαρκέσουν ακόμα και δύο χρόνια, ενώ το ηθικό του ιρανικού λαού παραμένει ιδιαίτερα υψηλό, με αυξανόμενες εκκλήσεις για πλήγματα κατά του Ισραήλ. Οι μαζικές διαδηλώσεις στην Τεχεράνη εναντίον των ΗΠΑ και του Ισραήλ, με εκατοντάδες χιλιάδες συμμετέχοντες, αντανακλούν την έντονη λαϊκή αντίδραση και την επιθυμία για αντίποινα.
Ο εκπρόσωπος του Κρεμλίνου, Ντμίτρι Πεσκόφ, ανέφερε πως οι δύο πλευρές συζήτησαν λεπτομερώς την κατάσταση στη Μέση Ανατολή, με κοινό στόχο την ειρηνική αποκλιμάκωση. Ο Αραγτσί, σε δήλωσή του μετά τη συνάντηση, έκανε λόγο για «πολύ καλή συνομιλία με τον πρόεδρο Πούτιν».
Πηγές από το Ιράν δεν διευκρίνισαν τι είδους βοήθεια ζητείται από τη Μόσχα, ωστόσο διπλωματικοί παρατηρητές εκτιμούν ότι η Τεχεράνη επιθυμεί εντονότερη ρωσική παρέμβαση υπέρ της, τόσο πολιτικά όσο και στρατιωτικά, έναντι των ΗΠΑ και του Ισραήλ.
Η συνάντηση έρχεται σε μία κρίσιμη στιγμή, καθώς το Ιράν εξετάζει πώς θα απαντήσει στους αμερικανικούς βομβαρδισμούς, με το ενδεχόμενο περαιτέρω στρατιωτικής σύγκρουσης στον Περσικό Κόλπο να παραμένει ανοιχτό.