14 Νοεμβρίου, 2025
Πρωτοσέλιδα

Επτά χρόνια πρωθυπουργικής αυθαιρεσίας

Επτά χρόνια συνεχούς πρωθυπουργοκεντρισμού έχουν μετατρέψει την Ελλάδα σε κράτος όπου οι κρίσιμες αποφάσεις λαμβάνονται αποκλειστικά από έναν άνθρωπο, χωρίς κανένα έλεγχο ή διαβούλευση. Ο πρωθυπουργός χαράσσει την εξωτερική πολιτική της χώρας χωρίς να ζητά συναίνεση από κόμματα, πρώην πρωθυπουργούς ή άλλα θεσμικά όργανα, με μόνη εξαίρεση τον Κώστα Σημίτη.

Από την ανεξέλεγκτη αποθήκευση όπλων στα νησιά του Αιγαίου και την αποστολή στρατιωτικού εξοπλισμού στην Ουκρανία, μέχρι την προσωπική αντιπαράθεση με τον Βλαντιμίρ Πούτιν και τη διακοπή κάθε γέφυρας με τη Ρωσία, κάθε απόφαση ήταν προϊόν ατομικής στρατηγικής και προσωπικής ατζέντας. Η επίκληση στη «λαϊκή νομιμοποίηση» χρησιμοποιήθηκε ως άλλοθι για την πλήρη απουσία πολιτικού διαλόγου.

Συγγενείς, πολιτικοί και εκδότες που πρότειναν έστω και περιστασιακή συνεννόηση με πρώην πρωθυπουργούς ή άλλα κόμματα εισέπραξαν την άρνηση ότι κάτι τέτοιο θα σήμαινε «συγκυβέρνηση» και απειλή για την προσωπική του εξουσία. Η μόνη εξαίρεση ήταν μια προσωπική συνάντηση με τον Καραμανλή για το μνημόνιο αμυντικής συνεργασίας με τα Σκόπια, όπου η αρνητική απάντηση του πρώην πρωθυπουργού οδήγησε σε απόρριψη της ιδέας.

Πέρα από αυτό, κανένα άλλο συμβουλευτικό σώμα ή αρχηγός κόμματος δεν έλαβε υπόψη του. Σε συνέντευξή του μάλιστα στο «Πρώτο Θέμα», ο ίδιος δηλώνει ξεκάθαρα ότι δεν προτίθεται να συγκαλέσει το Συμβούλιο Πολιτικών Αρχηγών, αμφισβητώντας τη λειτουργικότητά του και υποβαθμίζοντας τον θεσμό της συλλογικής ευθύνης.

Η διαχείριση της εξουσίας χαρακτηρίζεται από έντονη έλλειψη διάθεσης για διαμοιρασμό και πλήρη μονοπώληση της λήψης αποφάσεων. Η επιλογή της Κατερίνας Σακελλαροπούλου στην Προεδρία της Δημοκρατίας δείχνει ξεκάθαρα την επιδίωξη ενός υπάκουου Προέδρου, που δεν θα αμφισβητεί την αυτονομία του πρωθυπουργού. Η αναπάντεχη αυτόνομη στάση του νέου Προέδρου Κωνσταντίνου Τασούλα προκάλεσε εμφανή δυσαρέσκεια.

Η αποστροφή του πρωθυπουργού σε κυβερνήσεις συνεργασίας, η προσπάθεια ελέγχου του ΠΑΣΟΚ μέσω φιλικών υποψηφιοτήτων και η απαξίωση των άτυπων οργάνων εθνικής συνεννόησης καταδεικνύουν ένα σχέδιο πλήρους κεντρικοποίησης της πολιτικής εξουσίας.

Η στρατηγική στηρίζεται σε ένα επιτελικό κράτος που ελέγχει τα πάντα: από τις μυστικές υπηρεσίες και τμήματα της Δικαιοσύνης, μέχρι ελεγχόμενα μέσα ενημέρωσης και τις τράπεζες. Τα κόμματα στο Κοινοβούλιο εμφανίζονται παθητικά ή «εξουδετερωμένα», διασφαλίζοντας έτσι την απόλυτη κυριαρχία του πρωθυπουργού.

Η πρόταση της Ντόρας Μπακογιάννη για ανασύσταση του Συμβουλίου της Δημοκρατίας, που θα συμπεριλάμβανε όλους τους πρώην πρωθυπουργούς, δεν προχώρησε, καθώς κάθε σκέψη για διαμοιρασμό εξουσίας συγκρούεται με την πολιτική κουλτούρα του πρωθυπουργού.

Η επιλογή αυτή συνδέεται όχι μόνο με την ατομική επιδίωξη εξουσίας, αλλά και με την προετοιμασία επικίνδυνων γεωπολιτικών αποφάσεων, όπως η εκχώρηση εθνικών πόρων ή η αναγνώριση αμφισβητούμενων οντοτήτων, που θα μπορούσαν να φέρουν άμεσες πολιτικές ανατροπές.

Η λειτουργία ενός Συμβουλίου της Δημοκρατίας με συμμετοχή πρώην πρωθυπουργών θα ήταν εφικτή μόνο με την αυτοβούλητη αποχώρηση του πρωθυπουργού και την ανάληψη της πρωθυπουργίας από πρόσωπο με εμπιστοσύνη της Βουλής και λαϊκή νομιμοποίηση.

Οτιδήποτε άλλο θα ήταν ασύμβατο με την πραγματικότητα της διακυβέρνησης, πολιτικά βλαβερό και επικίνδυνο για τα δημόσια συμφέροντα. Η εμπιστοσύνη και η συνεννόηση είναι προϋποθέσεις για τη λήψη κρίσιμων αποφάσεων· στην τρέχουσα συγκυρία, η χώρα δεν έχει χρόνο ούτε περιθώρια για προσωπικές στρατηγικές και πονηριές.

Το τέλος της μαζικής Δημοκρατίας

Το κομματικό φαινόμενο στην Ελλάδα έχει αλλάξει δραματικά από την εποχή της αποκατάστασης της δημοκρατίας. Τότε, η Νέα Δημοκρατία και το ΠΑΣΟΚ αριθμούσαν έκαστο περίπου 1 εκατομμύριο μέλη.

Σχεδόν κάθε χωριό και πόλη είχε γραφεία τοπικών οργανώσεων, και οι μηχανισμοί τους ήταν γιγαντιαίοι: αφισοκολλήσεις, μεταφορές οπαδών σε συγκεντρώσεις εκτός νομών, οικονομικές εξορμήσεις με κουπόνια – όλα κινητοποιούσαν χιλιάδες. Οι οργανωμένοι οπαδοί συμμετείχαν σε εσωκομματικά δημοψηφίσματα και εκλογές για την ανάδειξη υποψηφίων, αναδεικνύοντας μια ζωντανή δημοκρατία μέσα στα κόμματα.

Σήμερα, όμως, το μοντέλο του μαζικού κόμματος έχει σχεδόν εξαφανιστεί. Ο ΟΠΕΚΕΠΕ, στον οποίο παρέμβαινε το κόμμα για να ευνοήσει λίγους προύχοντες εις βάρος των πολλών, αποτελεί σύμβολο αυτής της παρακμής. Η Νέα Δημοκρατία και το ΠΑΣΟΚ περιορίζονται πλέον στη διεξαγωγή εσωκομματικών εκλογών για την ανάδειξη αρχηγού, χωρίς ουσιαστική δημοκρατική συμμετοχή στη βάση.

Η πυραμίδα προς τα κάτω έχει αλλοιωθεί και έχει αντικατασταθεί από ένα μοντέλο «καθολικού ολοκληρωτισμού»: οι τοπικοί πρόεδροι εκλέγονται ουσιαστικά με διορισμό και οι διαδικασίες μετατρέπονται σε τυπικές επικυρώσεις αποφάσεων.

Τα κόμματα σήμερα θέλουν τη δημοκρατία και το κράτος δικαίου για τους άλλους, όχι για τον εαυτό τους. Η Νέα Δημοκρατία, για παράδειγμα, επιδιώκει μια αριστίνδην, αριστοκρατική δημοκρατία στο εσωτερικό της.

Αυτό επιβεβαιώθηκε όταν ο βουλευτής Γιώργος Βλάχος ζήτησε την εκλογή γενικού γραμματέα μέσω κάλπης και όχι διά βοής – και εισέπραξε σιωπή. Η δημοκρατία στα κόμματα δεν είναι ούτε αυτοσκοπός ούτε μέσο, αλλά πολυτέλεια για τις παραδοσιακές μορφές εξουσίας.

Το παλιό μοντέλο απαιτούσε χρήματα, στελέχη, κομματικό στρατό, πρόσβαση στα μέσα ενημέρωσης, συγκεντρώσεις, ακόμη και διαπλοκή. Σήμερα, ένα κόμμα μπορεί να υπάρξει με έναν άνθρωπο και ένα κινητό τηλέφωνο: θέσεις, κάμερα και καθημερινή παρουσία στα κοινωνικά δίκτυα αρκούν.

Το κόμμα του μέλλοντος είναι αρχηγικό, διαδικτυακό, συνοπτικό. Αφαιρεί τη συμμετοχή, ελέγχει τη βάση και περιορίζει τη διαφωνία. Η συγκέντρωση ανθρώπων θεωρείται πλέον ρίσκο: ορατοί γίνονται για την εξουσία και για τους εκβιασμούς.

Η πραγματική ιστορία που αποδεικνύει την παρακμή ήρθε από έναν φίλο μέλος της Νέας Δημοκρατίας, που αποφάσισε να διεκδικήσει την προεδρία της τοπικής οργάνωσης. Προσγειώθηκε ανώμαλα: η θέση είχε ήδη «μοιραστεί» μεταξύ των τοπικών βουλευτών, και κάθε προσπάθεια δημοκρατικής διαδικασίας θεωρήθηκε μάταιη.

Στο τέλος, οι εκλογές στις τοπικές και νομαρχιακές οργανώσεις λειτουργούν για την καταγραφή της επιρροής των «φυλάρχων» και όχι για τη συμμετοχή των μελών. Ο έλεγχος των κουπονιών, η συγκέντρωση τους από τους «μανδαρίνους» και η προώθηση του «εκλεκτού» της κεντρικής εξουσίας έχει αντικαταστήσει την ουσιαστική δημοκρατία.

Το κόμμα της Κεντροδεξιάς δεν είναι πλέον μηχανισμός διεκδίκησης της εξουσίας αλλά μηχανισμός διεκδίκησης της αρχηγίας. Ένας θεσμός εσωστρεφής, αδιαφανής και θνησιγενής. Η ηθική χρεοκοπία που παράγει είναι πιο επικίνδυνη από την οικονομική – με βαθιές ρίζες στην κοινωνία και ακριβό τίμημα για όλους. Η σημερινή κατάσταση δεν είναι μεμονωμένη: αποτελεί τον κανόνα.

Συνεπώς, η αναγκαιότητα για μια νέα πρόταση είναι άμεση. Ένα άλμα ποιότητας από όλο το πολιτικό στερέωμα, που θα αναβιώσει την ουσιαστική συμμετοχή και την αξιοκρατία, είναι η μόνη διέξοδος από την παρακμή. Οι σημερινές οργανώσεις και τα αξιώματα, αν συνεχίσουν με βάση τον νεποτισμό και την ευνοιοκρατία, οδηγούν αργά αλλά σταθερά στην ηθική χρεοκοπία. Ήδη πληρώνουμε την προκαταβολή της.