Οι πρόσφατες αντιπαραθέσεις στην Κεντρική Επιτροπή του ΣΥΡΙΖΑ αποκάλυψαν ένα νέο σκηνικό εσωκομματικής σύγκρουσης. Δεν πρόκειται πια για ιδεολογικές ή πολιτικές διαφορές, αλλά για έναν ωμό ανταγωνισμό εξουσίας: ποιος θα κατοχυρώσει πλεονεκτική θέση στο μετα-συνεδριακό τοπίο του κόμματος. Από την αποχώρηση του Αλέξη Τσίπρα το καλοκαίρι του 2023 και μετά, το κόμμα βρίσκεται σε διαρκή εσωτερικό αναβρασμό, με τις συγκρούσεις να φτάνουν πολλές φορές στα όρια της εχθρότητας. Η βραχύβια ηγεσία του Στέφανου Κασσελάκη προσέφερε μόνο μια στιγμιαία ανάπαυλα. Η αποχώρησή του δεν έλυσε τα προβλήματα – απλώς τα ανέστειλε προσωρινά. Η επόμενη φάση, με την εσωκομματική εκλογή νέου προέδρου, αναζωπύρωσε τις εντάσεις. Η αντιπαράθεση μεταξύ του Σωκράτη Φάμελλου και του Παύλου Πολάκη δεν περιορίστηκε σε ένα πρόσωπο ή μια στρατηγική, αλλά λειτούργησε ως καταλύτης για τη διαμόρφωση νέων συμμαχιών και στρατοπέδων που εστιάζουν στο μοίρασμα της εσωκομματικής ισχύος. Η πολιτική έχει παραμεριστεί· τη θέση της πήρε ένας διαρκής αγώνας επιρροής, όπου κάθε κίνηση μετράει ενόψει του επόμενου κομματικού γύρου.
Παρά τη ραγδαία δημοσκοπική πτώση, ο ΣΥΡΙΖΑ μοιάζει ανίκανος να απαλλαγεί από τις χρόνιες παθογένειες που τον ταλανίζουν. Η εσωστρέφεια, οι άγονες συγκρούσεις και οι προσωπικές στρατηγικές εξακολουθούν να κυριαρχούν. Η τελευταία συνεδρίαση της Κεντρικής Επιτροπής, το περασμένο Σαββατοκύριακο, ανέδειξε με τον πιο ξεκάθαρο τρόπο πως η Κουμουνδούρου δεν έχει αφήσει πίσω της το διχαστικό παρελθόν της. Αντί να επικεντρωθεί στην πολιτική ανασυγκρότηση και την κοινωνική απήχηση, το κόμμα δείχνει εγκλωβισμένο σε εσωτερικές μάχες εξουσίας. Η συζήτηση για τις θέσεις και τις καταστατικές αλλαγές, ενόψει του «συνεδρίου της επανεκκίνησης» που έχει προγραμματιστεί για τον Ιούνιο, συνοδεύτηκε από την ανάδειξη νέων στρατοπέδων. Αυτά τα νέα μπλοκ δεν προκύπτουν από προγραμματικές συγκλίσεις, αλλά από τη βούληση να ελέγξουν το εσωκομματικό παιχνίδι. Η ατμόσφαιρα προμηνύει σύγκρουση χωρίς καθαρές ιδεολογικές γραμμές – μόνο μετρήσεις ισχύος. Αν κάτι έγινε ξεκάθαρο, είναι πως το συνέδριο δεν θα είναι απλώς μια διαδικασία «επανεκκίνησης», αλλά το επόμενο πεδίο μάχης για τον έλεγχο ενός κόμματος που ακόμα ψάχνει τον βηματισμό του.
Στην τελευταία συνεδρίαση της Κεντρικής Επιτροπής, οι επίσημες θέσεις δεν συνάντησαν σοβαρές πολιτικές διαφωνίες — με μοναδική εξαίρεση την πρόταση για την επαναφορά της Εθνικής Τράπεζας υπό δημόσιο έλεγχο, όπου οι Φάμελλος και Πολάκης διατύπωσαν διαφορετικές προσεγγίσεις. Κατά τα άλλα, η συναίνεση στο επίπεδο των πολιτικών θέσεων φάνηκε να καλύπτει ένα υπόγειο πεδίο ανταγωνισμών, όπου το πραγματικό διακύβευμα είναι η διανομή της ισχύος στην «επόμενη μέρα» του κόμματος.
Οι τόνοι ανέβηκαν από την αρχή, με τον Χρήστο Σπίρτζη να δίνει το σύνθημα της σύγκρουσης. Παρότι ο ίδιος επανήλθε στην Πολιτική Γραμματεία με τη στήριξη του Φάμελλου, δεν δίστασε να ασκήσει σφοδρή κριτική προς το πρόσωπό του, κατηγορώντας τον για προβληματική εσωκομματική λειτουργία. Πίσω από αυτή την επίθεση κρύβεται, ωστόσο, κάτι βαθύτερο: η ενόχληση του Σπίρτζη απέναντι σε στελέχη που βρίσκονται στον πυρήνα της ομάδας Φάμελλου και τα οποία, όπως πιστεύει, διοχετεύουν αρνητικές πληροφορίες στον Τύπο για κρίσιμα ζητήματα όπως η τραγωδία των Τεμπών και η σύμβαση 717. Οι προσωπικές βολές και οι αιχμές κατά συντρόφων δείχνουν πως οι σκληρές συγκρούσεις στο εσωτερικό του κόμματος δεν έχουν να κάνουν με στρατηγικές επιλογές ή ιδεολογικές τοποθετήσεις, αλλά με την αναδιάταξη της κομματικής ιεραρχίας. Κι αυτό το παιχνίδι έχει μόλις αρχίσει.
Μέσα στο τεταμένο κλίμα των εσωκομματικών ισορροπιών, ο Χρήστος Σπίρτζης συνέχισε να πυροδοτεί εντάσεις, αφήνοντας σαφείς αιχμές κατά στελεχών που, όπως υπονόησε, έσωσαν πολιτικά τον Στέφανο Κασσελάκη στο συνέδριο του Φεβρουαρίου 2024. Οι υπαινιγμοί του φωτογράφισαν ξεκάθαρα τον Σωκράτη Φάμελλο και τον Νίκο Παππά, αναδεικνύοντας τις υπόγειες συμμαχίες και τις σκιώδεις ισορροπίες που διαμορφώνουν το νέο εσωκομματικό τοπίο. Η παρέμβασή του δεν σταμάτησε εκεί: στράφηκε ευθέως κατά του Βασίλη Κόκκαλη, ο οποίος είχε ζητήσει την παραίτηση του Σπίρτζη από τα κομματικά όργανα έως ότου ξεκαθαρίσει η υπόθεση με τα Τέμπη, αλλά και κατά προσώπων που κινούνται κοντά στον πρόεδρο του κόμματος. Το παράδοξο, όμως, είναι πως ο ίδιος ο πρόεδρος του ΣΥΡΙΖΑ έχει σταθεί ανοιχτά στο πλευρό του Σπίρτζη, υποστηρίζοντάς τον ακόμα και με επίσημη επιστολή προς τον πρόεδρο της Βουλής. Το γεγονός αυτό καταδεικνύει το διπλό επίπεδο του εσωκομματικού παιχνιδιού: μπροστά στις κάμερες, στήριξη και αλληλεγγύη· πίσω από τις κουίντες, στρατηγικές αποδόμησης, αλληλοϋπονόμευσης και συγκρούσεων που δεν δείχνουν σημάδια εκτόνωσης. Το ερώτημα πλέον δεν είναι αν το κόμμα μπορεί να επανεκκινήσει, αλλά αν μπορεί να συγκρατήσει τα κομμάτια του πριν συντριβεί.
Απαντώντας στις αιχμές του Χρήστου Σπίρτζη, ο Σωκράτης Φάμελλος όχι μόνο δεν έκλεισε το μέτωπο, αλλά άνοιξε και νέα, αυτή τη φορά με τον Νίκο Παππά. Ο πρόεδρος του ΣΥΡΙΖΑ, σε μια προσπάθεια να υπενθυμίσει τη δική του πολιτική διαδρομή και τη ρήξη με τον προκάτοχό του, αναφέρθηκε σε «πραξικοπηματική καθαίρεση» από τη θέση του προέδρου της Κοινοβουλευτικής Ομάδας. Η δήλωση αυτή πυροδότησε την έντονη αντίδραση του Παππά, ο οποίος άφησε να εννοηθεί ότι ο Φάμελλος είχε συνεργαστεί στο παρασκήνιο με τον Στέφανο Κασσελάκη. Η σύγκρουση πήρε νέα διάσταση, όταν ο σημερινός πρόεδρος υπενθύμισε ότι η δική του εκλογή ως επικεφαλής της Κ.Ο. είχε προηγηθεί της ανάδειξής του στην ηγεσία του κόμματος, επιχειρώντας να απονομιμοποιήσει τους υπαινιγμούς.
Την ίδια ώρα, οργανωτικά ζητήματα γίνονται το νέο πεδίο σύγκρουσης για τις ισορροπίες εξουσίας. Ο Παύλος Πολάκης εξέφρασε έντονη διαφωνία με τις προτάσεις Φάμελλου για την εγγραφή μελών και τη στελέχωση των Περιφερειακών Οργανώσεων. Σε αυτή τη θέση βρήκε στήριξη από τον Νίκο Παππά, ενισχύοντας την αίσθηση ότι διαμορφώνεται ένα άτυπο μπλοκ απέναντι στον πρόεδρο. Στην ουσία, πίσω από τις φαινομενικά διαδικαστικές διαφωνίες, κρύβεται ένας σκληρός ανταγωνισμός: ποια ομάδα θα καταφέρει να ελέγξει το εσωκομματικό παιχνίδι και να αποκτήσει πλεονέκτημα στο νέο τοπίο που επιχειρεί να διαμορφώσει ο ΣΥΡΙΖΑ. Οι πολιτικές διαφορές παραμένουν επιφανειακές· αυτό που διακυβεύεται είναι ο έλεγχος των μηχανισμών και η νομή της ισχύος. Κι όσο πλησιάζει το συνέδριο, η αντιπαράθεση δεν δείχνει κανένα σημάδι αποκλιμάκωσης.
Ο Παύλος Πολάκης, για παράδειγμα, επιμένει στη διατήρηση της δυνατότητας εγγραφής νέων μελών μέχρι και την ημέρα της εκλογής προέδρου. Δεν είναι μια τυπική πρόταση – είναι στρατηγική ανάγκη. Στις τελευταίες εσωκομματικές κάλπες κατέγραψε σχεδόν 43%, ωστόσο στο παραδοσιακό στελεχιακό δυναμικό του κόμματος η επιρροή του είναι περιορισμένη. Το άνοιγμα των εγγραφών του δίνει πρόσβαση σε μια εξωκομματική δεξαμενή στήριξης που δεν ελέγχεται από τα όργανα.
Από την άλλη, ο Νίκος Παππάς, που διατηρεί πυρήνες επιρροής σε διάφορες οργανώσεις, επιδιώκει διαφορετικό συσχετισμό. Στηρίζει την πρόταση τα τοπικά και περιφερειακά όργανα να εκλέγονται εξολοκλήρου από μέλη της βάσης, χωρίς διορισμούς ή συνδυασμένα σχήματα. Έτσι ενισχύεται η δυνατότητά του να τοποθετεί πρόσωπα δικής του επιρροής σε κομβικές θέσεις ανά την Ελλάδα. Ουσιαστικά, και οι δύο κινούνται με όρους τακτικής και επιβίωσης. Οι οργανωτικοί κανονισμοί μετατρέπονται σε όπλα σε έναν σιωπηλό, αλλά σκληρό, εμφύλιο αγώνα για την κατοχύρωση συσχετισμών ισχύος. Κι όσο πλησιάζει το συνέδριο, οι κανόνες του παιχνιδιού μετατρέπονται στο ίδιο το επίδικο της σύγκρουσης.