Οι θερινές εκπτώσεις του 2024 έκλεισαν με αντικρουόμενα αποτελέσματα, αποτυπώνοντας τις δυσκολίες που αντιμετωπίζει η αγορά σε μια περίοδο όπου το λειτουργικό κόστος παραμένει υψηλό και το διαθέσιμο εισόδημα των καταναλωτών πιέζεται από τον πληθωρισμό. Παρά την αύξηση του τουρισμού, οι περισσότερες επιχειρήσεις δεν κατάφεραν να βελτιώσουν τις πωλήσεις τους σε σύγκριση με την προηγούμενη χρονιά.
Το ΙΝΕΜΥ-ΕΣΕΕ πραγματοποίησε την 13η πανελλαδική έρευνα για τις θερινές εκπτώσεις, με τα αποτελέσματα να δείχνουν έντονο προβληματισμό για την πορεία της αγοράς. Οι πωλήσεις μειώθηκαν για το 57% των επιχειρήσεων, ενώ μόνο το 6% σημείωσε αύξηση του κύκλου εργασιών. Οι νησιωτικές περιοχές και η Αττική τα πήγαν καλύτερα, ωστόσο το γενικό κλίμα παρέμεινε αρνητικό, με το 45% των επιχειρηματιών να δηλώνει δυσαρέσκεια από τα αποτελέσματα των εκπτώσεων.
Ένας από τους κύριους λόγους για την πτώση των πωλήσεων ήταν η μείωση της επισκεψιμότητας στα καταστήματα, με το 55% των επιχειρήσεων να αναφέρει λιγότερους πελάτες από το προηγούμενο έτος. Επιπλέον, η δυσκολία των επιχειρήσεων να προσαρμοστούν στην ψηφιακή αγορά παραμένει έντονη, με μόνο το 42% των καταστημάτων να έχουν τη δυνατότητα πωλήσεων εκτός φυσικού καταστήματος.
Οι ανατιμήσεις στο ενεργειακό κόστος έχουν επηρεάσει σημαντικά τις επιχειρήσεις, με το 74% να δηλώνει ότι αντιμετωπίζει σοβαρά προβλήματα εξαιτίας του αυξημένου κόστους ενέργειας. Η κατάσταση αυτή επιδεινώνεται από την αύξηση του λειτουργικού κόστους, το οποίο συνεχίζει να ανεβαίνει για το 58% των επιχειρήσεων.
Τέλος, η πλειοψηφία των επιχειρήσεων (71%) ανέφερε ότι το νέο φορολογικό νομοσχέδιο έχει επιδεινώσει περαιτέρω την οικονομική τους κατάσταση, θέτοντας σε κίνδυνο τη βιωσιμότητά τους.
Τα αποτελέσματα αυτά δείχνουν την ανάγκη για στοχευμένες παρεμβάσεις και υποστηρικτικές πολιτικές, προκειμένου να ενισχυθεί η αγορά και να βελτιωθεί η ανταγωνιστικότητα των επιχειρήσεων, ιδιαίτερα σε μια περίοδο που οι οικονομικές προκλήσεις συνεχίζουν να συσσωρεύονται.