Η ελληνική αγορά κατοικίας εξακολουθεί να κινείται σε τεντωμένο σχοινί, καθώς η ακρίβεια, τα υψηλά επιτόκια και η περιορισμένη προσφορά διατηρούν σε εξαιρετικά υψηλά επίπεδα τις τιμές πώλησης και ενοικίασης, παρά τις αλλεπάλληλες κρατικές παρεμβάσεις. Τα διαθέσιμα σπίτια παραμένουν λίγα, ενώ χιλιάδες κατοικίες μένουν κλειστές και αναξιοποίητες στα χαρτοφυλάκια τραπεζών και εταιρειών διαχείρισης δανείων, εμποδίζοντας την ενίσχυση της αγοράς με νέα ακίνητα. Μέσα σε αυτό το ζοφερό τοπίο, η κυβέρνηση επιχειρεί μια πιο επιθετική στρατηγική για να αντιμετωπίσει τη στεγαστική ασφυξία: από την 1η Ιανουαρίου 2026 ενεργοποιείται ο διπλός ΕΝΦΙΑ για όσα ακίνητα παραμένουν κενά, με στόχο την άμεση επαναφορά τους στην κυκλοφορία.
Η ρύθμιση, η οποία ψηφίστηκε τον Δεκέμβριο του 2024, προβλέπει 100% προσαύξηση στον κύριο ΕΝΦΙΑ για κατοικίες και διαμερίσματα που ανήκουν σε τράπεζες και servicers και δεν έχουν παραχωρηθεί προς ενοικίαση για τουλάχιστον έξι μήνες μέσα στο προηγούμενο έτος. Χωρίς αποδείξεις αξιοποίησης, τα ακίνητα αυτά θα επιβαρυνθούν με διπλάσιο φόρο από το 2026 έως και το 2028, ενώ τα πρόσθετα έσοδα θα κατευθυνθούν αποκλειστικά σε προγράμματα στεγαστικής υποστήριξης.
Για την εφαρμογή του μέτρου απαιτούνται καθοριστικά βήματα: θα εκδοθεί εφαρμοστική υπουργική απόφαση από τα υπουργεία Οικονομίας και Κοινωνικής Συνοχής, η ΑΑΔΕ θα εκκαθαρίσει τον ΕΝΦΙΑ εντοπίζοντας ποια ακίνητα είναι κλειστά και ποιοι θα βρεθούν αντιμέτωποι με την προσαύξηση, ενώ θα ανακοινωθούν οι δράσεις στις οποίες θα διοχετευτούν τα νέα κονδύλια. Με την έναρξη ισχύος της απόφασης, η ΑΑΔΕ θα προχωρήσει στην πρώτη επίσημη καταγραφή των κλειστών ακινήτων που βρίσκονται στα χέρια των χρηματοοικονομικών φορέων, προκειμένου να εφαρμοστεί στοχευμένα ο διπλός φόρος.

Οι υπολογισμοί της αγοράς δείχνουν πως περίπου 10.000 κατοικίες παραμένουν εγκλωβισμένες σε τραπεζικά χαρτοφυλάκια, χωρίς να αξιοποιούνται, παρά τις συνεχείς προσπάθειες για διάθεση τους. Η 31η Δεκεμβρίου 2025 αποτελεί ημερομηνία-σταθμό, καθώς βάσει αυτής θα καθοριστεί το αν ένα ακίνητο θα φορολογηθεί διπλά το 2026. Το πόσα από αυτά τα ακίνητα θα εξακολουθούν να είναι κενά εκείνη την ημέρα θα καθορίσει και το ύψος των εσόδων που θα αποκομίσει το Δημόσιο από τη νέα ρύθμιση.
Ο διπλός ΕΝΦΙΑ δεν αποτελεί απλώς έναν νέο φόρο, αλλά ένα εργαλείο πίεσης προς τις τράπεζες και τους servicers ώστε να ρίξουν στην αγορά όσο το δυνατόν περισσότερες κατοικίες, ανακόπτοντας τη συνεχή άνοδο των τιμών. Το μέτρο εντάσσεται σε μια συνολική προσπάθεια για την αντιμετώπιση της κρίσης που έχει βαθύνει τα τελευταία χρόνια, παρά τα προγράμματα στήριξης όπως το «Σπίτι μου», τις επιδοτήσεις επιτοκίου και τις δράσεις ανακαίνισης.
Το αν η νέα αυτή παρέμβαση θα αποδώσει ουσιαστικά αποτελέσματα ή αν θα προστεθεί στη μακρά λίστα αποτυχημένων προσπαθειών, θα φανεί μέσα στο πρώτο εξάμηνο του 2026, όταν θα πραγματοποιηθεί η πρώτη εκκαθάριση του νέου καθεστώτος ΕΝΦΙΑ και θα κριθεί πόσα ακίνητα θα επιστρέψουν πράγματι στην αγορά και πόσα θα βρεθούν αντιμέτωπα με τη βαριά διπλή φορολόγηση.

