Η υπόθεση της δολοφονίας του υπαξιωματικού του Ναυτικού και της 22χρονης φίλης του στη Σαλαμίνα, που συνέβη πριν από 14 χρόνια, έχει αναζωπυρωθεί και πάλι, με τις Αρχές να την επανεξετάζουν ενδελεχώς. Τα δύο θύματα φέρεται να γνώριζαν τους φερόμενους ως δράστες της δολοφονίας, και μετά το φονικό, ο βασικός κατηγορούμενος και η γυναίκα συνεργός του παντρεύτηκαν, γεγονός που συζητήθηκε εκτενώς στην τοπική κοινωνία της Σαλαμίνας.
Ένας Καναδός ιδιωτικός ερευνητής που ασχολήθηκε με την υπόθεση ανακάλυψε μια κρίσιμη πληροφορία: η Νατάσσα Απέργη, η οποία δολοφονήθηκε, είχε επικοινωνήσει τηλεφωνικά με την κατηγορούμενη πριν το έγκλημα. Σύμφωνα με τον ερευνητή, η Νατάσσα είχε ζητήσει από την κατηγορούμενη να συναντηθούν την επόμενη μέρα για να της αποκαλύψει ένα μυστικό, το οποίο είχε σκοπό να αποκαλύψει επίσης και στον Γιώργο Μπάρκα, τον μελλοντικό δολοφόνο της. Η κατηγορούμενη φέρεται να μετέφερε αυτή την πληροφορία στον βασικό κατηγορούμενο.
Σύμφωνα με τον ερευνητή, την ίδια ημέρα, ο Γιώργος Μπάρκας είχε εκφράσει σε φίλο του ότι κάτι τον βασάνιζε και τον απασχολούσε έντονα. Παρ’ όλα αυτά, το μυστικό που φέρεται να είχε αποκαλύψει η Νατάσσα, και το οποίο ενδεχομένως να είχε σχέση με τον βασικό κατηγορούμενο, παρέμεινε άγνωστο στους φίλους και συγγενείς των θυμάτων, καθώς τα δύο άτομα δολοφονήθηκαν εκείνο το βράδυ, χωρίς να μάθει κανείς ποιο ήταν το μυστικό τους.
Ο βασικός κατηγορούμενος, κατά την κατάθεσή του, ανέφερε πως τα γεγονότα που περιέγραψε είναι στατιστικά αδύνατο να τα γνώριζε κάποιος άλλος, εκτός από τον ίδιο τον δράστη. Παρά την εξιστόρηση των γεγονότων, αρνήθηκε να αναγνωρίσει ότι ήταν εκείνος ο δολοφόνος. Αντίθετα, μίλησε για μια πιθανή εκδοχή, σύμφωνα με την οποία ο δράστης έρποντας πλησίασε το αυτοκίνητο κρατώντας μια καραμπίνα και μετά σηκώθηκε. Αν και ο ίδιος επισημαίνει πως δεν ήταν παρών στο έγκλημα, οι μαρτυρίες και οι καταθέσεις γύρω από το διπλό φονικό συνηγορούν σε μια ενδεχόμενη εμπλοκή ενός ατόμου που πλέον έχει αποβιώσει.
Ο βασικός κατηγορούμενος συνέχισε λέγοντας ότι εκείνη τη νύχτα ήταν για ποτό σε άλλο μαγαζί με τον τρίτο κατηγορούμενο και ότι το μόνο που γνωρίζει είναι ότι μετά το έγκλημα ο κατηγορούμενος που πέθανε είχε ζητήσει νομική συμβουλή, κάτι που ενίσχυσε τις υποψίες του ιδιωτικού ερευνητή.
Ο κατηγορούμενος ισχυρίστηκε επίσης πως ο Γιώργος, ο κύριος ύποπτος της υπόθεσης, δεν είχε δεσμό μέχρι που γνώρισε τη Νατάσσα, με την οποία είχαν μια διακυμάνουσα σχέση, που περιλάμβανε επανασυνδέσεις και χωρισμούς. Αναφέρθηκε επίσης στον κατηγορούμενο που έχει πεθάνει, περιγράφοντάς τον ως ήρεμο αλλά με σκληρή εμφάνιση.
Η κατηγορούμενη από την πλευρά της ανέφερε ότι την ημέρα του εγκλήματος η Νατάσσα είχε τηλεφωνήσει στην κατηγορούμενη και είχαν συμφωνήσει να συναντηθούν την επόμενη μέρα για να αποκαλύψει κάποιο μυστικό. Παράλληλα, εξέφρασε την απορία της για την παρουσία του Γιώργου στη Φανερωμένη, περιοχή στην άλλη άκρη του νησιού, και υποστήριξε πως ο 4ος κατηγορούμενος δεν εμφανίστηκε ξανά στο μαγαζί μετά τη δολοφονία, ενώ αργότερα πέθανε.
Στη συνέχεια των καταθέσεων, οι τρεις κατηγορούμενοι βρέθηκαν να έχουν αντιφάσεις. Η κατηγορούμενη ισχυρίστηκε ότι έφυγε για ύπνο με τον βασικό κατηγορούμενο και ότι το πρωί ενημερώθηκε για την εξαφάνιση της Νατάσσας, ενώ ο τρίτος κατηγορούμενος παρουσίασε μια διαφορετική εκδοχή, λέγοντας πως όλοι μαζί πήγαν σε άλλο μαγαζί και οι δύο συγκατηγορούμενοι βρέθηκαν στο ίδιο μέρος αργότερα.
Μετά το έγκλημα, ο βασικός κατηγορούμενος και η γυναίκα πιθανή συνεργός του παντρεύτηκαν, ενώ από τότε δεν είχαν καμία επαφή με τις οικογένειες των θυμάτων. Η αναπάντεχη αυτή αλλαγή στις ζωές τους, η έλλειψη επαφής με τους συγγενείς των θυμάτων και οι αντιφάσεις στις καταθέσεις τους προσθέτουν ακόμη περισσότερη θολούρα στην υπόθεση, που παραμένει ανοιχτή και γεμάτη αβεβαιότητες.
Ο επίτιμος πρόεδρος της Ένωσης Αστυνομικών Υπαλλήλων ΝΑ Αττικής, Γιώργος Καλλιακμάνης, αναφέρθηκε στην υπόθεση της δολοφονίας του Γιώργου και της Νατάσσας, σχολιάζοντας τα νέα στοιχεία που προκύπτουν από την έρευνα και τόνισε ότι επισκέφθηκε το σημείο όπου δούλευε η Νατάσσα και ανέφερε πως εκείνη τη νύχτα ο Γιώργος την πήρε από το εργασία της. Σύμφωνα με τον κ. Καλλιακμάνη, το σημείο της εγκληματικής δράσης ήταν απομονωμένο και δεν υπήρχαν άλλα σπίτια, ενώ τα φώτα που υπάρχουν σήμερα δεν υπήρχαν τότε, γεγονός που καθιστούσε την περιοχή ιδανική για μια εγκληματική ενέργεια.
Ο ίδιος εξέφρασε την αμφιβολία του για το γεγονός ότι η Νατάσσα τραυματίστηκε από τα σκάγια και στη συνέχεια διένυσε μια μεγάλη απόσταση. Ανέφερε επίσης ότι είναι πιθανό να μην τραυματίστηκε η Νατάσσα τη στιγμή που ο Γιώργος πυροβολήθηκε και πως μετά τον τραυματισμό του ενδέχεται να υπήρξε επικοινωνία μεταξύ τους. Σημείωσε πως η Νατάσσα ίσως να μην είχε προετοιμαστεί για τον θανάσιμο πυροβολισμό του Γιώργου και έτρεξε όταν αντιλήφθηκε την απειλή.
Αναφέρθηκε επίσης στην πιθανότητα το όπλο που χρησιμοποιήθηκε για τη δολοφονία να μην ήταν το ίδιο με την πέτρα που βρέθηκε κοντά στο σημείο του εγκλήματος. Ο κ. Καλλιακμάνης εκτίμησε ότι η Νατάσσα ενδέχεται να χρησιμοποίησε την πέτρα για να αμυνθεί.
Μια από τις πιο ενδιαφέρουσες εκτιμήσεις του ήταν η πιθανότητα ότι η Νατάσσα δεν τοποθετήθηκε σε αυτοκίνητο μετά το έγκλημα, αλλά ότι το ζευγάρι προχώρησε προς τη θάλασσα, με τις πιτσιλιές αίματος να υποδεικνύουν ότι το σώμα της Νατάσσας μεταφέρθηκε σε μικρό φουσκωτό ή σκάφος και εξαφανίστηκε στη θάλασσα. Συμπέρανε, τέλος, ότι η αντιζηλία δεν ήταν ο μόνος λόγος πίσω από τη δολοφονία, αλλά και ένα «ένοχο μυστικό» που ίσως να συνδέει τα δύο θύματα με τον δράστη.
Για 14 ολόκληρα χρόνια, η οικογένεια των θυμάτων του διπλού εγκλήματος στη Σαλαμίνα αναμένει να μάθει την αλήθεια για τη δολοφονία του 27χρονου Γιώργου Μπάκα, υπαξιωματικού του Πολεμικού Ναυτικού, και της 22χρονης φίλης του, Νατάσσας Απέργη. Η μητέρα της άτυχης Νατάσσας εξέφρασε την απογοήτευσή της και την ανάγκη για δικαίωση, μετά από τόσα χρόνια αβεβαιότητας και θλίψης για τον τραγικό θάνατο του παιδιού της.
«Δεν ξέρω τι συνέβη εκείνο το βράδυ. Ποιοι ήταν αυτοί που έκαναν ό,τι έκαναν στα παιδιά μας. Νιώθω ότι ήρθε η στιγμή να βρουν οι υπεύθυνοι και να λογοδοτήσουν για αυτό που έγινε. Είναι 14 χρόνια που η οικογένειά μας είναι κατεστραμμένη. Έχω χάσει τη μητέρα και την αδελφή μου εξαιτίας του πόνου που μας προκάλεσε αυτή η τραγωδία. Παντού όπου και αν ζήτησα βοήθεια, οι πόρτες ήταν κλειστές. Φοβούνται να μιλήσουν; Ευτυχώς, τώρα βρέθηκε κάποιος που κάνει τη δουλειά του σωστά και μας βοηθάει. Αν υπάρχει εισαγγελική πρόταση, κάτι παραπάνω υπάρχει από όσα έχουν δει οι Αρχές», ανέφερε συγκινημένη η μητέρα της Νατάσσας.
Τόνισε με ένταση: «Αυτοί που είναι υπεύθυνοι για το κακό που συνέβη, πρέπει να πληρώσουν. Τι φταίξαν τα παιδιά μας; Ποιο ήταν το λόγο που έκαναν αυτό που έκαναν; Η Δικαιοσύνη πρέπει να μας βοηθήσει να βρούμε την ηρεμία μας, και να βρουν ηρεμία και οι ψυχές αυτών των παιδιών. Δεν έπρεπε να χάσουν τη ζωή τους άδικα. Τόσα χρόνια η υπόθεση παραμένει ανοιχτή και τα ερωτήματα παραμένουν αναπάντητα. Να οδηγηθούν στη Δικαιοσύνη αυτοί που ευθύνονται. Στη φυλακή ή και να πεθάνουν, δεν με ικανοποιεί τίποτα από αυτά. Το μόνο που ξέρω είναι ότι αφαίρεσαν δύο αθώες ζωές».