Η νέα δημοσκόπηση της Alco αποτυπώνει μια εξαιρετικά αρνητική εικόνα για την κυβέρνηση Μητσοτάκη, με ιδιαίτερη αναφορά στο τραγικό δυστύχημα στα Τέμπη και την πρόθεση ψήφου. Τα αποτελέσματα της δημοσκόπησης δείχνουν σαφή υποχώρηση της Νέας Δημοκρατίας, ενώ η εικόνα της αντιπολίτευσης δεν φαίνεται να κερδίζει ιδιαίτερα την εμπιστοσύνη των πολιτών, με αποτέλεσμα να αποτυπώνεται μια γενικότερη κρίση πολιτικής εκπροσώπησης που επηρεάζει το σύνολο του κομματικού συστήματος αυτή τη στιγμή.
Συγκεκριμένα, η Νέα Δημοκρατία καταγράφει πτώση 2,1% στην πρόθεση ψήφου, φτάνοντας στο 24,4%, και το ΠΑΣΟΚ ακολουθεί με 13,3%, σημειώνοντας μείωση 1,2% σε σχέση με τον Ιανουάριο του 2025. Στην τρίτη θέση βρίσκονται το ΚΚΕ, η Ελληνική Λύση και ο ΣΥΡΙΖΑ, με ποσοστά που κυμαίνονται γύρω από το 7,5%. Αξιοσημείωτο είναι το φαινόμενο κατακερματισμού των υπόλοιπων δυνάμεων, με κόμματα όπως η Φωνή Λογικής, η Πλεύση Ελευθερίας και η Νίκη να συνθέτουν το σκηνικό ενός οκτακομματικού κοινοβουλίου. Από την άλλη, το Κίνημα Δημοκρατίας του Στέφανου Κασσελάκη μένει οριακά εκτός Βουλής, με ποσοστό 2,7%, ενώ η αποχή των αναποφάσιστων φτάνει το 14,9%.

Σχετικά με το δυστύχημα στα Τέμπη, η πλειονότητα των πολιτών, και συγκεκριμένα το 72%, εκφράζει την πεποίθηση ότι η κυβέρνηση έχει επιχειρήσει να συγκαλύψει την υπόθεση, με μόλις το 17% να αρνείται αυτή την εκτίμηση και το 11% να παραμένει αβέβαιο. Επιπλέον, το 71% των ερωτηθέντων θεωρεί ότι η κυβέρνηση δεν έχει βοηθήσει με τις αποφάσεις της στην διερεύνηση του δυστυχήματος, ενώ το 16% εκφράζει αντίθετη άποψη και το 13% παραμένει αναποφάσιστο.
Από την άλλη πλευρά, η πλειοψηφία των πολιτών (82%) στηρίζει τις προσπάθειες των συγγενών των θυμάτων για τη διαλεύκανση της υπόθεσης των Τεμπών, σε αντίθεση με το 9% που θεωρεί ότι οι ενέργειες τους δεν έχουν βοηθήσει στην έρευνα. Το ποσοστό των αναποφάσιστων είναι επίσης υψηλό, γεγονός που αποδεικνύει την ένταση και τη σύγχυση γύρω από το ζήτημα.
Αν και η Νέα Δημοκρατία παραμένει πρώτη στην πρόθεση ψήφου, η πτώση της και η επικρατούσα αίσθηση ότι η κυβέρνηση δεν έχει ανταποκριθεί επαρκώς στην κρίση των Τεμπών, εντείνει την πολιτική αβεβαιότητα και επισημαίνει την ανάγκη για μια νέα προσέγγιση στην πολιτική σκηνή της χώρας.