17 Νοεμβρίου, 2025
Πολιτική

Δημοσκοπική κατάρρευση για το ΠΑΣΟΚ και πιέσεις από παντού

Σοκ προκάλεσε στα υψηλά κλιμάκια της Χαριλάου Τρικούπη η νέα δημοσκόπηση της Marc, η οποία φέρνει τον Αλέξη Τσίπρα να υπερέχει σε δύο καίριας σημασίας σημεία, που απειλούν άμεσα την πολιτική επιβίωση του Νίκου Ανδρουλάκη. Ο πρόεδρος του ΠΑΣΟΚ φαίνεται να χάνει τη γη κάτω από τα πόδια του, καθώς οι εξελίξεις τόσο στο εσωτερικό του κόμματος όσο και στο ευρύτερο πολιτικό σκηνικό υπονομεύουν τη στρατηγική του και τον οδηγούν σε μια σειρά σπασμωδικών κινήσεων.

Η εικόνα στο ερώτημα για την καταλληλόλητα για την πρωθυπουργία είναι ενδεικτική του κλίματος: ο Κυριάκος Μητσοτάκης προηγείται με 33,9%, ο Αλέξης Τσίπρας ακολουθεί με 24,3%, ενώ ο Νίκος Ανδρουλάκης υποχωρεί στο απογοητευτικό 11,3%, πίσω ακόμη και από τη Ζωή Κωνσταντοπούλου, η οποία καταγράφει 12,5%.

Το δεύτερο καμπανάκι ήρθε στο ερώτημα για το ποιος μπορεί να εκφράσει καλύτερα τον χώρο της Κεντροαριστεράς: ο Τσίπρας προηγείται με 24%, με τη Ζωή Κωνσταντοπούλου να ακολουθεί με 12,8% και τον Ανδρουλάκη να μένει στην τρίτη θέση με 12,6%. Τα ευρήματα αυτά, τα οποία επισημαίνουν με ανησυχία ακόμη και κορυφαία στελέχη του ΠΑΣΟΚ, αποκαλύπτουν πως ο νυν πρόεδρος του κόμματος δεν πείθει ούτε ως ηγέτης του χώρου της Κεντροαριστεράς, πόσο μάλλον ως αντίπαλος ικανός να αμφισβητήσει την κυριαρχία του Μητσοτάκη.

Παράλληλα, ο Ανδρουλάκης καλείται να διαχειριστεί εσωκομματικές πιέσεις από προσωπικότητες όπως ο Παύλος Γερουλάνος και ο Διονύσης Δούκας, που αμφισβητούν ανοιχτά τις επιλογές του, με το συνέδριο του κόμματος να πλησιάζει πιο γρήγορα απ’ όσο θα ήθελε ο ίδιος.

Η στρατηγική του περί αυτόνομης πορείας και επιβολής όρων στον δεύτερο εκλογικό γύρο πλέον καταρρέει, με τον Ανδρουλάκη να οδηγείται σταδιακά σε επώδυνους συμβιβασμούς για να διασφαλίσει τη θέση του. Το ΠΑΣΟΚ φαίνεται να βαδίζει σε μια πορεία είτε αναγκαστικής συνεργασίας είτε εσωτερικής ρήξης, με πιθανές αποχωρήσεις στελεχών και νέες διασπάσεις στον ορίζοντα.

Η μεγαλύτερη απειλή, ωστόσο, φαίνεται πως δεν έχει ακόμη υλοποιηθεί: όταν ο Αλέξης Τσίπρας πατήσει το κουμπί για τη δημιουργία του νέου του κόμματος, θα ανοίξει ένας νέος κύκλος ανακατατάξεων. Πολλά στελέχη του Κινήματος, με βλέμμα στην προοπτική της εξουσίας, αναμένεται να στραφούν στον νέο πολιτικό φορέα του Τσίπρα, ενώ όσοι παραμένουν στο ΠΑΣΟΚ και αυτοπροσδιορίζονται ως κεντρώοι, δεν αποκλείεται να μετακινηθούν ακόμη και προς τη Νέα Δημοκρατία. Έτσι, το εγχείρημα Ανδρουλάκη για την ανασυγκρότηση της σοσιαλδημοκρατίας ενδέχεται να ακυρωθεί εκ των πραγμάτων, πριν καν βρει πολιτικό βηματισμό.

Το αποτέλεσμα είναι ένας διπλός πολιτικός εφιάλτης: από τη μία, η δημοσκοπική καθίζηση, από την άλλη, η πίεση από το εσωτερικό και ο κίνδυνος στρατηγικής περιθωριοποίησης. Η Χαριλάου Τρικούπη μοιάζει πλέον περισσότερο με πεδίο πολιτικής άμυνας παρά με κέντρο λήψης πρωτοβουλιών. Η στροφή σε αριστερίστικες ρητορικές και ενέργειες – όπως η πρόταση περί αντισυνταγματικότητας της τροπολογίας για τον Άγνωστο Στρατιώτη στις 21 Οκτωβρίου – υποδεικνύει μια αγωνιώδη προσπάθεια προσέγγισης ψηφοφόρων του ΣΥΡΙΖΑ και της ευρύτερης Αριστεράς. Ωστόσο, αυτή η επιλογή φέρει το ρίσκο αποξένωσης των πιο μετριοπαθών ψηφοφόρων του ΠΑΣΟΚ, που ανέκαθεν διατηρούσαν αποστάσεις από τέτοιες λογικές.

Στο παρασκήνιο, το κόμμα επιχειρεί να εμφανίσει κινητικότητα και προοδευτικό πρόσημο μέσα από πολιτικό ακτιβισμό που στο παρελθόν θα θεωρούνταν αδιανόητος. Ο Ανδρουλάκης προσπαθεί έτσι να αντιμετωπίσει και την εσωκομματική αντιπολίτευση που του ζητά ευθέως πλέον να μοιραστεί την ηγεσία ή τουλάχιστον να στραφεί προς νέες συμμαχίες. Οι κινήσεις αυτές, όμως, αποκαλύπτουν περισσότερο την απώλεια ελέγχου παρά έναν στρατηγικό επαναπροσδιορισμό.

Το μεγαλύτερο παράδοξο είναι ότι η σύγκλιση του ΠΑΣΟΚ με τις λογικές του ΣΥΡΙΖΑ και της Ζωής Κωνσταντοπούλου μοιάζει να εξυπηρετεί τελικά τον ίδιο τον Τσίπρα, ο οποίος – εν αναμονή του νέου κόμματος – βλέπει ήδη να διαμορφώνεται ένα κλίμα συσπείρωσης γύρω από την προσωπικότητά του, με τους παραδοσιακούς ανταγωνιστές του στον χώρο της Αριστεράς να χάνουν έδαφος και πρωτοβουλία.

Η αντίδραση τους είναι να επισπεύσουν την οργάνωση ενός νέου μετώπου για να αναχαιτίσουν την «επέλαση Τσίπρα», συμμαχώντας ακόμη και μεταξύ τους στο θέμα της αντισυνταγματικότητας, παρότι γνωρίζουν ότι δεν υφίσταται πραγματικό νομικό ζήτημα και πρόκειται απλώς για ένα επικοινωνιακό πυροτέχνημα.

Μέσα σε αυτό το εκρηκτικό κλίμα, ο Νίκος Ανδρουλάκης δείχνει να χάνει τον έλεγχο της ατζέντας. Αντί να καθοδηγεί τις πολιτικές εξελίξεις ως ηγέτης του τρίτου κοινοβουλευτικού κόμματος και δυνητικός ρυθμιστής, παρασύρεται από γεγονότα και κινείται αντιδραστικά, προσπαθώντας μάταια να περισώσει ένα αφήγημα που πλέον δεν πείθει ούτε εντός ούτε εκτός κόμματος. Το πολιτικό του μέλλον τίθεται πλέον υπό σοβαρή αμφισβήτηση.