Η Δημοκρατία, δυστυχώς, δεν είναι κάτι που ταιριάζει σε όλους, και αυτό είναι κάτι που πρέπει να παραδεχτούμε. Όταν αναφέρομαι στη σημερινή δυτικού τύπου δημοκρατία, εννοώ το σύστημα που λειτουργεί στις περισσότερες ανεπτυγμένες χώρες, και είναι σημαντικό να τονίσω ότι δεν έχει καμία σχέση με την αρχαία Αθήνα. Εκείνη η δημοκρατία, την οποία συχνά εξυμνούμε, ήταν περιορισμένη: ψήφιζαν μόνο οι άνδρες άνω των 30 ετών, μόνο οι πολίτες που είχαν περιουσία, κ.ο.κ. Όπως καταλαβαίνετε, η έννοια της δημοκρατίας τότε δεν είχε καμία σχέση με αυτήν που έχουμε σήμερα.
Η κατάσταση γίνεται ακόμη πιο περίπλοκη όταν αναφερόμαστε σε πολυπληθή έθνη, όπως η Ρωσία, η Ινδία ή η Τουρκία, ή σε χώρες που δεν έχουν καμία ιστορική παράδοση δημοκρατικών θεσμών, όπως πολλές αφρικανικές και μεσανατολικές χώρες. Σε τέτοιες περιπτώσεις, το όραμα της δημοκρατίας συχνά γίνεται ένα κενό και αδιάφορο ιδανικό, μια ουτοπία που τελικά καταλήγει σε δυστοπία.
Το πιο ανησυχητικό είναι ότι οι μεγάλες δυνάμεις, όπως οι ΗΠΑ, εκμεταλλεύονται την έννοια της δημοκρατίας για να επιδιώξουν τα γεωπολιτικά τους συμφέροντα και να αποκτήσουν πρόσβαση στους φυσικούς πόρους αυτών των χωρών. Υποστηρίζουν την «εκδημοκρατισμένη» πορεία αυτών των κρατών με υποσχέσεις και όμορφα λόγια, αλλά στην πράξη καταλήγουν να τους επιβάλλουν ένα καθεστώς χάους. Όπως συνέβη σε χώρες που μέχρι πρότινος λειτουργούσαν κάτω από στυγνά δικτατορικά καθεστώτα, και μετά τον «εκδημοκρατισμό» τους βυθίστηκαν σε αναρχία και εμφύλιες συγκρούσεις.
Αναφέρουμε, για παράδειγμα, τη Λιβύη, το Ιράκ, την Τυνησία και τη Συρία. Αυτές οι χώρες, παρά τα αυταρχικά καθεστώτα που υπήρχαν, είχαν καταφέρει να λειτουργούν με κάποιο βαθμό κανονικότητας. Μετά την παρέμβαση της «Δύσης», όμως, η κατάσταση εκτροχιάστηκε. Η Λιβύη, για παράδειγμα, που υπήρξε μια σχετικά σταθερή χώρα υπό την ηγεσία του Καντάφι, έχει βυθιστεί από το 2011 σε ένα καθεστώς πλήρους αταξίας και αστάθειας.
Η περίπτωση της Συρίας, που είναι η συνέπεια της καταστροφικής “Αραβικής Άνοιξης”, είναι χαρακτηριστική. Ο Άσαντ, παρά τις αυταρχικές του μεθόδους, διατήρησε μια κάποια σταθερότητα στη χώρα. Ωστόσο, η ανατροπή του μετά από χρόνια εμφυλίου πολέμου οδήγησε σε ακόμη χειρότερες καταστάσεις, με την κυριαρχία των ισλαμιστικών καθεστώτων και τη συνεχιζόμενη σφαγή μειονοτήτων, όπως των Χριστιανών.
Στο Ιράκ, η αμερικανική επιχείρηση για την «αποκατάσταση της δημοκρατίας» μετά την ανατροπή του Σαντάμ Χουσεΐν, εκτός από την αναταραχή και τον εμφύλιο πόλεμο, είχε το στόχο της εκμετάλλευσης των πετρελαίων της χώρας. Όμως, αντί για δημοκρατία, η χώρα βυθίστηκε σε μια συνεχιζόμενη κρίση και αστάθεια.
Αυτό το παράδειγμα δεν είναι μοναδικό. Στη Λιβύη, οι διαρκείς εμφύλιοι πόλεμοι και η πολιτική αβεβαιότητα που ακολούθησαν την εκδίωξη του Καντάφι το 2011, έφεραν τη χώρα σε ένα αδιέξοδο. Οι Λίβυοι, αντί για την υπόσχεση της δημοκρατίας, βιώνουν ένα συνεχές χάος και βία.
Ακόμα πιο ανησυχητικό είναι το γεγονός ότι, σε πολλές περιπτώσεις, χώρες που δηλώνουν δημοκρατικές, στην ουσία κυβερνώνται από έναν μόνο ισχυρό άνδρα, όπως η Τουρκία και η Ρωσία. Η πραγματικότητα της δημοκρατίας είναι πολύ πιο περίπλοκη και δύσκολη απ’ ό,τι φαίνεται εξ αποστάσεως.
Εμείς, οι πολίτες της Ευρωπαϊκής Ένωσης, που ζούμε σε μια σχετικά εύρυθμη δημοκρατική κοινωνία, εύκολα μπορεί να υποθέσουμε ότι και σε άλλες χώρες πρέπει να επιβληθεί το ίδιο μοντέλο δημοκρατίας που έχουμε. Όμως, το ιστορικό των χωρών όπως η Ρωσία και η Τουρκία δείχνει ότι αυτή η διαδικασία δεν είναι τόσο απλή. Ο Πούτιν και ο Ερντογάν μπορεί να είναι αυταρχικοί και σκληροί ηγέτες, αλλά ποια είναι η εναλλακτική λύση για τις χώρες τους, αν λάβουμε υπόψη τις αποτυχίες και τις καταστροφές σε άλλες περιοχές;
Η ιστορία μάς δείχνει ότι η επιβολή του «δυτικού» μοντέλου δημοκρατίας σε χώρες που δεν έχουν τέτοια παράδοση μπορεί να οδηγήσει σε καταστάσεις που είναι πολύ χειρότερες από το καθεστώς που προσπαθούμε να ανατρέψουμε. Όπως συνέβη στην Αίγυπτο με τη «Μουσουλμανική Αδελφότητα», που ήταν μια προσπάθεια για δημοκρατία, αλλά οδήγησε σε απογοητευτικά αποτελέσματα.
Επομένως, πρέπει να είμαστε προσεκτικοί και επιφυλακτικοί, αναγνωρίζοντας ότι η δημοκρατία δεν είναι ένα σύστημα που μπορεί να επιβληθεί με το ζόρι, και ότι συχνά τα αποτελέσματα είναι απρόβλεπτα και ανεπιθύμητα.
Και κάτι ακόμα…
Είναι πιο εύκολο να πιστέψει κανείς στην ιστορία ενός πρίγκιπα που, μετά από τον χορό, προσπαθεί να βρει τη Σταχτοπούτα, τοποθετώντας το γοβάκι της σε διάφορα πόδια γυναικών, παρά στην έννοια της ελληνοτουρκικής φιλίας. Αυτό το “όχημα” της φιλίας δεν μετατρέπεται ποτέ σε μεγαλοπρεπή άμαξα, αλλά παραμένει πάντα μια κολοκύθα, η οποία οδηγεί σε μαζικούς τάφους και τόπους μαρτυρίου. Το σίριαλ των ελληνοτουρκικών σχέσεων δεν έχει κανένα «ευχάριστο επεισόδιο». Η Τουρκία, ως γεωπολιτική και ιστορική οντότητα, είναι τόσο φιλική προς τον Ελληνισμό όσο ο βάκιλος της φυματίωσης προς τον ανθρώπινο οργανισμό.
Οι δύο λαοί έχουν πολλά να χωρίσουν, και αυτά τα όρια έχουν καλλιεργηθεί από τις γενοκτονίες, τις σφαγές και τις ανείπωτες κακουργίες που διαπράχθηκαν εις βάρος των Ελλήνων. Αυτές οι θηριωδίες δεν διαπράχθηκαν μόνο από σουλτάνους ή από πλούσιους Τούρκους, αλλά από το ίδιο το λαό, από πολίτες που, αν μπορούν να χαρακτηριστούν έτσι, υπήρξαν μέλη των στίφών των δολοφόνων. Αυτοί οι ίδιοι, που τράφηκαν από τις σάρκες των Ελλήνων και άλλων λαών της περιοχής, είναι υπεύθυνοι για τα εγκλήματα αυτά.
Οι Τούρκοι, αντί να παραδεχθούν τα εγκλήματα κατά της ανθρωπότητας που βαραίνουν τους προγόνους τους, συνεχίζουν να τα αποδέχονται και να τα φέρουν, ηθικά και πολιτικά, ως ένα καταραμένο φορτίο που τους χαρακτηρίζει. Χαίρονται για την άλωση της Πόλης, για την οποία δεν είχαν βάλει ούτε έναν λίθο, πανηγυρίζουν για τις σφαγές των Ελλήνων της Μικράς Ασίας και του Πόντου, παρελαύνουν στα Κατεχόμενα της Κύπρου και καμαρώνουν για την εξορία των Ελλήνων, όπως οι ληστές που καυχιούνται για τα εγκλήματα και τις λεηλασίες τους.
Η ελληνοτουρκική φιλία δεν μπορεί να υπάρξει αν η Τουρκία δεν αναγνωρίσει τα εγκλήματά της και δεν πληρώσει για αυτά σε ηθικό, διπλωματικό, στρατιωτικό και εδαφικό επίπεδο. Η αποδοχή της Τουρκίας ότι έχει κληρονομήσει τα προϊόντα εγκλήματος και όχι μια πολιτισμική κληρονομιά είναι το πρώτο βήμα για να υπάρξει οποιαδήποτε διέξοδος από αυτή την κατάσταση.
Η Ελλάδα αξιώνει και την οικονομική αποζημίωση για τις αδικίες που υπέστη. Οι Τούρκοι πρέπει να καταβάλουν όλα τα χρήματα που εκμεταλλεύτηκαν από το έθνος μας, με τόκους, είτε σε γρόσια, δραχμές, ευρώ ή λίρες, όσα τους οφείλονται λόγω της ιστορικής τους συμπεριφοράς. Η χώρα που κατοικούν δεν τους ανήκει, και τα δίκαιά μας είναι αδιαπραγμάτευτα. Θα συνεχίσουμε να τα υπερασπιζόμαστε και να τα διακηρύττουμε μέχρι να αποδείξουμε την ισχύ τους με πράξεις.
Η Εθνεγερσία του 1821 υπήρξε πράξη ανυποχώρητης αντίστασης και θυσίας. Οι ήρωες και οι μάρτυρες του αγώνα για την ελευθερία της Ελλάδας αξίζουν κάθε δόξα και τιμή, καθώς αγωνίστηκαν με το αίμα τους για να κερδίσουμε το ύψιστο αγαθό της Ελευθερίας.