8 Ιουλίου, 2025
Dislike

Χρέη 1 Δισ. – Επιχορηγήσεις χωρίς έλεγχο: Το ατιμώρητο προνόμιο Ν.Δ. και ΠΑΣΟΚ

Χρέη: Εντός των προσεχών ημερών αναμένεται η δημοσίευση των ισολογισμών των πολιτικών κομμάτων για το οικονομικό έτος 2024, με τις προβλέψεις να συγκλίνουν στο ότι τα χρέη της Νέας Δημοκρατίας θα υπερβούν εκ νέου το όριο των 500 εκατομμυρίων ευρώ. Υπενθυμίζεται ότι για το προηγούμενο έτος, το ύψος των οφειλών είχε καταγραφεί στα 482.311.473,88 ευρώ. Αντίστοιχη εικόνα παρουσιάζουν και τα οικονομικά του ΠΑΣΟΚ, τα οποία εμφανίζουν επίσης υψηλότατα επίπεδα χρέους. Παρά τα ανησυχητικά αυτά στοιχεία, η κυβέρνηση τηρεί στάση αποστασιοποίησης, δηλώνοντας αναρμοδιότητα σε πληθώρα ζητημάτων που άπτονται των υπέρογκων οφειλών των κομμάτων, επικαλούμενη τυπικά εμπόδια και παραπέμποντας διαρκώς στην Επιτροπή Ελέγχου και στην Τράπεζα της Ελλάδος.

Ειδικότερα, η κυβέρνηση αποφεύγει να δώσει σαφείς απαντήσεις ή να αναλάβει πρωτοβουλίες σε ερωτήματα που έχουν τεθεί στο πλαίσιο του κοινοβουλευτικού ελέγχου και αφορούν, μεταξύ άλλων, το ενδεχόμενο καταγγελίας των δανειακών συμβάσεων της Νέας Δημοκρατίας από τα τραπεζικά ιδρύματα. Επίσης, δεν δίνεται καμία ένδειξη για πιθανές θεσμικές παρεμβάσεις που θα μπορούσαν να αποτρέψουν την εκ νέου δημιουργία υπέρογκων χρεών, όπως η θέσπιση αυστηρών ορίων στο επιτρεπτό έλλειμμα των κομμάτων, η εξισορρόπηση της κρατικής και τραπεζικής χρηματοδότησης ή η επιβολή ανώτατου ορίου δανεισμού.

Αξίζει να σημειωθεί ότι τα παραπάνω αιτήματα έχουν διατυπωθεί από την πλευρά της αντιπολίτευσης προς τα αρμόδια υπουργεία Οικονομικών και Εσωτερικών, στο πλαίσιο προτάσεων για νομοθετική ρύθμιση. Ωστόσο, μέχρι σήμερα δεν έχει υπάρξει καμία σαφής τοποθέτηση ως προς την τύχη αυτών των προτάσεων, ενώ η εξαγγελλόμενη νέα θεσμική πρωτοβουλία των υπουργείων παραμένει ανενεργή.

Το πλέον κρίσιμο στοιχείο είναι ότι, παρά το γεγονός πως Νέα Δημοκρατία και ΠΑΣΟΚ εμφανίζουν συνολικά χρέη που προσεγγίζουν το ένα δισεκατομμύριο ευρώ —ποσό που εκτιμάται πως δεν πρόκειται να αποπληρωθεί ποτέ— εξακολουθούν να εισπράττουν κανονικά την ετήσια κρατική χρηματοδότηση. Ενδεικτικά, για το 2024 η Νέα Δημοκρατία έλαβε περίπου 6.600.000 ευρώ, ενώ το ΠΑΣΟΚ 2.218.000 ευρώ. Ταυτόχρονα, δεν υφίσταται καμία ουσιαστική επίπτωση από το χρηματοπιστωτικό σύστημα προς τα εν λόγω κόμματα, καθώς τόσο το Υπουργείο Οικονομικών όσο και το Υπουργείο Εσωτερικών παραπέμπουν στην Τράπεζα της Ελλάδος για ζητήματα εποπτείας και ελέγχου.

Η αντίθεση μεταξύ της στάσης του κράτους έναντι των κομμάτων και των ιδιωτών πολιτών είναι εντυπωσιακή, δεδομένου ότι καθημερινά προχωρούν πλειστηριασμοί κατοικιών μικροϊδιοκτητών, ακόμη και πρώτης κατοικίας, βάσει διαδικασιών που επιταχύνθηκαν με τον πτωχευτικό νόμο του 2020.

Όλα τα ανωτέρω επιβεβαιώνονται από τις επίσημες απαντήσεις που έλαβε η Βουλή στο πλαίσιο ερώτησης κοινοβουλευτικού ελέγχου, η οποία είχε κατατεθεί τον Φεβρουάριο από τον βουλευτή του ΣΥΡΙΖΑ, Χάρη Μαμουλάκη. Η ερώτηση περιλάμβανε οκτώ σημεία, μεταξύ των οποίων:

  1. Εάν η Νέα Δημοκρατία έχει κοινοποιήσει έγγραφα για σύναψη νέας, τροποποίηση ή ρύθμιση υπάρχουσας δανειακής σύμβασης που δεν περιλαμβάνεται στον κατάλογο της Επιτροπής Ελέγχου.
  2. Από το ποσό των 52.677.000 ευρώ που αφορά τόκους και έξοδα τραπεζών, ποιο μέρος εξοφλήθηκε.
  3. Εάν υπάρχει περίπτωση καταγγελίας των δανειακών συμβάσεων της Ν.Δ. από τις τράπεζες.
  4. Αν έχει ήδη υπάρξει καταγγελία οποιασδήποτε σύμβασης από τα τραπεζικά ιδρύματα.
  5. Εάν ασκούν δεσπόζουσα επιρροή τα πιστωτικά ιδρύματα στη Ν.Δ., λόγω του ύψους των οφειλών.
  6. Εάν προτίθεται η κυβέρνηση να θεσπίσει υποχρέωση διατήρησης ανώτατου ορίου ελλείμματος στα κόμματα.
  7. Εάν θα αναθεωρηθεί το νομικό πλαίσιο ώστε να προβλέπεται αναλογία μεταξύ κρατικής και τραπεζικής χρηματοδότησης.
  8. Εάν θα οριστεί ανώτατο όριο δανεισμού από τραπεζικές πηγές ώστε να αποφεύγεται η δημιουργία εξαρτήσεων.

Από τα οκτώ αυτά ερωτήματα, απαντήθηκαν μόνο δύο: ένα από τον υφυπουργό Εθνικής Οικονομίας και Οικονομικών Αθανάσιο Πετραλιά και ένα μέσω εγγράφου του υπουργού Εσωτερικών Θεόδωρου Λιβάνιου.

Ο κ. Πετραλιάς ανέφερε ότι η αρμοδιότητα του Υπουργείου Οικονομικών περιορίζεται στην καταβολή της κρατικής χρηματοδότησης μέσω του Υπουργείου Εσωτερικών. Για τον έλεγχο των οικονομικών παρέπεμψε στην Επιτροπή Ελέγχου, η οποία αποτελείται από 13 τακτικά μέλη —μεταξύ αυτών εκπρόσωποι των ανωτάτων δικαστηρίων, της Τράπεζας της Ελλάδος, της Εθνικής Αρχής Διαφάνειας και της Βουλής. Τόνισε επιπλέον ότι, σύμφωνα με τις δημοσιευμένες οικονομικές καταστάσεις της Ν.Δ., δεν έχει συναφθεί νέο δάνειο από το 2014 και ότι κάτι τέτοιο θα ήταν αδύνατο λόγω ρητής απαγόρευσης στο καταστατικό του κόμματος από το 2016.

Ο ίδιος επεσήμανε ότι η κρατική χρηματοδότηση των κομμάτων μειώθηκε κατά 50% με νόμο του 2014 και ότι δεν υπάρχει πρόθεση αύξησης της χρηματοδότησης, ακόμη και για την κάλυψη των υφιστάμενων υποχρεώσεων Ν.Δ. και ΠΑΣΟΚ. Η εποπτεία των τραπεζών ανήκει, σύμφωνα με τον ίδιο, στην Τράπεζα της Ελλάδος, ενώ οι όποιες αλλαγές στο θεσμικό πλαίσιο θα πρέπει να γίνουν από το Υπουργείο Εσωτερικών.

Ο υπουργός Εσωτερικών, Θεόδωρος Λιβάνιος, στην έγγραφη απάντησή του υιοθέτησε παρόμοια γραμμή. Υπογράμμισε ότι ο ν. 3023/2002 δεν παρέχει στο Υπουργείο Εσωτερικών αρμοδιότητα για τον έλεγχο των οικονομικών των κομμάτων, ο οποίος ανήκει στην Επιτροπή Ελέγχου. Ο ρόλος του υπουργείου, κατά τα λεγόμενά του, περιορίζεται στην έκδοση αποφάσεων κατανομής της ετήσιας χρηματοδότησης. Δήλωσε επίσης πως δεν έχει περιέλθει στο υπουργείο έγγραφη ειδοποίηση από τη Ν.Δ. για νέα ή τροποποιημένη δανειακή σύμβαση.

Κατέληξε επισημαίνοντας ότι το υπουργείο εξετάζει τις προτάσεις που έχουν τεθεί στο πλαίσιο της νομοθετικής πρωτοβουλίας, χωρίς να προχωρά σε περαιτέρω εξειδικεύσεις ή δεσμεύσεις επί των κρίσιμων ερωτημάτων.

Η υπόθεση, όπως προκύπτει από τα μέχρι σήμερα στοιχεία, αναδεικνύεται σε μείζον πολιτικό και θεσμικό ζήτημα, με τους δύο αρμόδιους υπουργούς να αποφεύγουν να δώσουν σαφείς απαντήσεις, ενώ τα κόμματα που βαρύνονται με οφειλές δισεκατομμυρίων συνεχίζουν απρόσκοπτα να επιχορηγούνται με δημόσιους πόρους και να μην αντιμετωπίζουν καμία συνέπεια από το τραπεζικό σύστημα.