20 Ιουλίου, 2025
Media

Casus Belli για τον επαρχιακό Τύπο: Η μάχη για επιβίωση και διαφάνεια στη «σκιά» του άρθρου 5

Σε μία εποχή όπου οι θεσμικοί μηχανισμοί ελέγχου της εκτελεστικής εξουσίας αποδυναμώνονται, ο Τύπος –και ιδίως ο επαρχιακός Τύπος– αναδεικνύεται στο τελευταίο ανάχωμα λογοδοσίας και κοινωνικού ελέγχου προς όφελος του πολίτη. Ο ρόλος του καθίσταται κρίσιμος όχι μόνο ως μέσο πληροφόρησης, αλλά και ως πυλώνας δημοκρατίας στις τοπικές κοινωνίες, εκεί όπου η απόσταση από την εξουσία είναι μικρή και οι επιπτώσεις άμεσες.

Στο πλαίσιο αυτό, η πρωτοβουλία της Ένωσης Ιδιοκτητών Ημερήσιων Επαρχιακών Εφημερίδων (ΕΙΗΕΕ) και του προέδρου της, Γρηγόρη Τριανταφυλλόπουλου, να ανοίξει θεσμικό διάλογο με την Πολιτεία, φέρνοντας προς ψήφιση μία σειρά κρίσιμων ρυθμίσεων μέσω κοινοβουλευτικής διαδικασίας που κορυφώνεται στην αυριανή Ολομέλεια, αποκτά βαρύνουσα σημασία.

Το υπό ψήφιση νομοσχέδιο περιλαμβάνει, μεταξύ άλλων, κρίσιμες ρυθμίσεις για το Μητρώο Έντυπου Τύπου, τη δεσμευτική επαναφορά της κρατικής διαφήμισης στις εφημερίδες της περιφέρειας, καθώς και τη δημιουργία μηχανισμού ελέγχου και επιβολής κυρώσεων για τη μη συμμόρφωση δημοσίων φορέων.

Ωστόσο, παρά τα θετικά στοιχεία, η διάταξη του άρθρου 5 έχει προκαλέσει σφοδρές αντιδράσεις. Συγκεκριμένα, επιβάλλει την υποχρεωτική προσκόμιση λίστας συνδρομητών με αναλυτικά παραστατικά και την ανάρτηση όλων των εγγράφων στην ψηφιακή πλατφόρμα του Μητρώου – μια ρύθμιση που χαρακτηρίζεται γραφειοκρατικά ασφυκτική και θεσμικά επικίνδυνη.

Η εμπιστευτικότητα των προσωπικών δεδομένων των συνδρομητών, καθώς και η επιχειρηματική ευαισθησία αυτών των στοιχείων, καθιστούν την απαίτηση αυτή εκτός λογικής, σύμφωνα με τους εκδότες. Η επιμονή της Γενικής Γραμματείας Επικοινωνίας και Ενημέρωσης, όπως εκφράζεται από τον γραμματέα Δημήτρη Γαλαμάτη, έχει οξύνει τις αντιδράσεις του κλάδου και φέρει τον επαρχιακό Τύπο στα πρόθυρα ρήξης με την Πολιτεία.

Καθώς οι αντιδράσεις κλιμακώνονταν και η κατάσταση έπαιρνε διαστάσεις θεσμικής κρίσης, ο αρμόδιος υπουργός Παύλος Μαρινάκης επιχείρησε να “μαζέψει” το κλίμα, δεσμευόμενος δημόσια για νομοτεχνική βελτίωση στο επίμαχο άρθρο. Ωστόσο, μέχρι την ολοκλήρωση των εργασιών της αρμόδιας κοινοβουλευτικής επιτροπής (Επιτροπή Δημόσιας Διοίκησης, Δημόσιας Τάξης και Δικαιοσύνης), το ζήτημα παρέμενε ανοικτό.

Το γεγονός ότι όλα τα κόμματα της αντιπολίτευσης συντάχθηκαν με τις θέσεις της ΕΙΗΕΕ, στηρίζοντας με τεκμηριωμένες παρεμβάσεις τη σφοδρή κριτική κατά του άρθρου 5, καταδεικνύει το ευρύτερο πολιτικό βάθος του ζητήματος.

Οδυνηρή εικόνα

Η κατάσταση που επικρατεί στον επαρχιακό Τύπο είναι τραγική και αποκαλυπτική:

Από τις 137 περιφερειακές ημερήσιες εφημερίδες που καταγράφονταν με την εφαρμογή του Νόμου 3548/07 το 2009, σήμερα απομένουν μόλις 94, σύμφωνα με το ΦΕΚ του 2024.

Σε 10 νομούς της χώρας δεν κυκλοφορεί καμία ημερήσια εφημερίδα, ενώ σε άλλους 17 νομούς κυκλοφορεί μόνο μία.

Συνολικά, η μείωση του αριθμού των εφημερίδων μέσα σε 15 χρόνια φτάνει το 30%, αποτέλεσμα μιας σειράς διαχρονικά αποτυχημένων πολιτικών επιλογών, που δεν προστάτευσαν την ανεξαρτησία και τη βιωσιμότητα του Τύπου της περιφέρειας.

Το κρίσιμο ερώτημα είναι αν η Πολιτεία επιδιώκει πραγματικά την ενίσχυση και διαφάνεια του Τύπου ή τη μετατροπή του σε ελεγχόμενο μηχανισμό. Οι εκδότες δεν απορρίπτουν τον έλεγχο· απορρίπτουν την ανεφάρμοστη και επικίνδυνη υπερρύθμιση, που μπορεί να επιφέρει νέο κύμα λουκέτων και να απογυμνώσει περαιτέρω τις τοπικές κοινωνίες από τα δημοκρατικά τους αναχώματα.

Η ψηφοφορία στην Ολομέλεια αύριο, Πέμπτη 19 Ιουνίου, δεν είναι απλώς μια τυπική κοινοβουλευτική διαδικασία. Είναι δοκιμασία πολιτικής ωριμότητας και σεβασμού προς την ελευθερία του Τύπου και τα θεμελιώδη δικαιώματα των πολιτών.

Η μάχη που δίνει σήμερα ο επαρχιακός Τύπος δεν είναι συντεχνιακή – είναι βαθιά πολιτική και θεσμική. Αν χαθεί, δεν θα χαθεί απλώς ένα επιχειρηματικό μοντέλο· θα χαθεί ένα κομμάτι της δημοκρατίας στην ελληνική περιφέρεια.

Το casus belli του άρθρου 5 είναι μια προειδοποίηση. Και ίσως η τελευταία ευκαιρία για την Πολιτεία να αποδείξει ότι σέβεται την ανεξαρτησία της πληροφόρησης, την προστασία των προσωπικών δεδομένων και την πολυφωνία στον δημόσιο διάλογο.