19 Ιουλίου, 2025
Ελλάδα

Άραχθος: Εξαιρετικά κρίσιμη η κατάσταση των δυο ανήλικων

Συγκλονίζουν οι λεπτομέρειες της δραματικής προσπάθειας ενός 14χρονου αγοριού να σώσει τον 12χρονο φίλο του που πνιγόταν στον ποταμό Άραχθο. Τα δύο παιδιά, τα οποία ανασύρθηκαν χωρίς τις αισθήσεις τους από το νερό, παραμένουν διασωληνωμένα στη Μονάδα Εντατικής Θεραπείας του νοσοκομείου του Ρίου, όπου δίνουν μάχη για τη ζωή τους από το απόγευμα της Τρίτης.

O 12χρονος ήταν ο πρώτος που βούτηξε στο ποτάμι. Όταν ο 14χρονος φίλος του τον είδε να παλεύει για να κρατηθεί στην επιφάνεια, δεν δίστασε να βουτήξει κι εκείνος για να τον βοηθήσει. Στην απεγνωσμένη του προσπάθεια να τον σώσει, φέρεται να χτύπησε το κεφάλι του σε βράχο, με αποτέλεσμα και τα δύο παιδιά να εξαφανιστούν κάτω από την επιφάνεια του νερού.

Η κατάσταση της υγείας τους χαρακτηρίζεται από τους γιατρούς «εξαιρετικά κρίσιμη». Παρά την επιθετική θεραπεία και την εντατική προσπάθεια των ιατρών να μειώσουν το οίδημα στον εγκέφαλο, κανένα από τα δύο παιδιά δεν έχει παρουσιάσει ανταπόκριση στη φαρμακευτική αγωγή. Το πρώτο 24ωρο θεωρείται καθοριστικό από τις ιατρικές ομάδες, ωστόσο η κλινική τους εικόνα παραμένει σταθερά επιβαρυμένη.

Σύμφωνα με τα έως τώρα δεδομένα, τα δύο παιδιά παρέμειναν κάτω από την επιφάνεια του ποταμού για περίπου 20 λεπτά, ενώ χρειάστηκαν άλλα 30 λεπτά μέχρι να ξεκινήσει η διαδικασία καρδιοπνευμονικής αναζωογόνησης (ΚΑΡΠΑ) στο νοσοκομείο της Άρτας. Οι γιατροί κατέβαλαν υπεράνθρωπες προσπάθειες για να τα επαναφέρουν, δίνοντας μια τιτάνια μάχη με τον χρόνο.

Οι οικογένειες των δύο αγοριών βρίσκονται στο πλευρό τους, ζώντας δραματικές ώρες στην Εντατική, την ώρα που το ιατρικό προσωπικό καταβάλλει κάθε δυνατή προσπάθεια για να κρατηθούν τα παιδιά στη ζωή.

«Χωρίς δεύτερη σκέψη, πήρα βαθιά ανάσα και βούτηξα»

Την ίδια στιγμή, ο Γκόγκα Λεβιάν, ο άνθρωπος που χωρίς δεύτερη σκέψη βούτηξε στον ποταμό Άραχθο για να σώσει δύο ανήλικα αγόρια, μίλησε για τα όσα συνέβησαν το μεσημέρι της Τετάρτης: «Ήμουν στο καφενείο. Ήρθε ένα παιδί με μηχανάκι και φώναζε “βοήθεια, πνίγονται δύο παιδιά στον ποταμό!” Χωρίς δεύτερη σκέψη, έτρεξα. Πήρα το αυτοκίνητο και πήγα στο σημείο. Μπήκα μέσα από τα καλάμια, έψαξα – δεν έβλεπα τίποτα. Ανέβηκα σε μια βάρκα μαζί με κάποιους άλλους. Βούτηξα μία φορά – τίποτα. Τη δεύτερη φορά πήρα βαθιά ανάσα, βούτηξα πιο βαθιά, περίπου οκτώ μέτρα. Εκεί τον είδα. Το παιδί ήταν ξαπλωμένο, ακίνητο, με μαυρισμένο πρόσωπο, χέρια και πόδια ανοιχτά. Ήταν σαν να είχε πεθάνει. Το έπιασα, το ανέβασα έξω με το ζόρι. Και τότε άκουσα ότι είχαν εντοπίσει και το δεύτερο. Βούτηξα ξανά, δύο και τρεις φορές. Το βρήκα. Ήταν ανάσκελα στον βυθό. Όταν το ανέβασα, έβγαζε αίμα από τη μύτη και το στόμα. Τρόμαξα». 

«Το ένα ήταν στην ηλικία της κόρης μου. Δεν με νοιάζει ποιοι είναι, τι ράτσα, τι θρησκεία. Εγώ είμαι ξένος, αλλά είμαι άνθρωπος. Έκανα αυτό που θα έκανε κάθε πατέρας. Μόνο σκέφτομαι τα παιδιά», ανέφερε.  «Μακάρι να ζήσουν. Να ξυπνήσουν. Να κάνουν τη ζωή τους. Κρίμα είναι. Και τώρα τα δικά μου παιδιά κλαίνε στο σπίτι. Πρέπει να γυρίσω…», κατέληξε.