19 Ιουλίου, 2025
Media

Μια κυβέρνηση που ενοχλείται από τη δημοσιογραφία

Σε μια υπόθεση με ιδιαίτερη πολιτική και θεσμική βαρύτητα, η οποία αφορά καταγγελία για σοβαρές απειλές κατά της ζωής γυναίκας και μάλιστα με φερόμενη σύνδεση με τον οικογενειακό περίγυρο του Πρωθυπουργού, η κυβερνητική αντίδραση απέφυγε να εστιάσει στην ουσία των καταγγελλόμενων. Αντί να τοποθετηθεί με ξεκάθαρο τρόπο απέναντι στο ενδεχόμενο τέλεσης σοβαρών ποινικών πράξεων, ο κυβερνητικός εκπρόσωπος Παύλος Μαρινάκης επέλεξε να μετατοπίσει τη συζήτηση στο αν είναι «υπερβολικό» να ζητείται η καταγραφή ονομάτων και περιστατικών στην Αστυνομία.

Η στάση αυτή, όπως ερμηνεύτηκε από νομικούς και πολιτικούς κύκλους, συνιστά υπεκφυγή απέναντι σε ένα ζήτημα που άπτεται της δημόσιας ασφάλειας και της ελευθερίας του Τύπου. Αντί για σαφή και θεσμική δέσμευση περί άμεσης και πλήρους διερεύνησης, η κυβέρνηση επέλεξε να διαχειριστεί επικοινωνιακά το θέμα, αφήνοντας υπαινιγμούς που εγείρουν ερωτήματα για την πραγματική της πρόθεση.

Η δημοσιοποίηση της υπόθεσης μέσω συνέντευξης της γυναίκας-θύματος, η οποία μεταδόθηκε από έγκυρο δημοσιογραφικό μέσο, αντί να οδηγήσει σε κύμα θεσμικής στήριξης, προκάλεσε δηλώσεις αμφισβήτησης και μια έμμεση επιχείρηση απαξίωσης τόσο της μαρτυρίας όσο και της δημοσιογραφικής κάλυψης. Η τοποθέτηση του κ. Μαρινάκη, η οποία περιλάμβανε αιχμές κατά της δημοσιογράφου, δεν έμεινε ασχολίαστη από την αντιπολίτευση, η οποία έκανε λόγο για απόπειρα λογοκρισίας και φίμωσης της ελευθεροτυπίας.

Αν και ο κυβερνητικός εκπρόσωπος δήλωσε ότι «κανείς δεν αμφισβήτησε την καταγγελία», η αμέσως επόμενη αποσύνδεση της υπόθεσης από οποιαδήποτε σχέση με το πρωθυπουργικό περιβάλλον υπονόμευσε την αξιοπιστία της καταγγέλλουσας, ενώ δεν υπήρξε επίσημη πληροφόρηση για τη δικαστική πορεία της υπόθεσης ή για εν εξελίξει έρευνες.

Αντί να αξιοποιηθεί η καταγγελία ως αφετηρία θεσμικής εγρήγορσης, η κυβέρνηση έδειξε να ενοχλείται από τη δημοσιοποίησή της, γεγονός που παραπέμπει σε επικίνδυνη σύγχυση ανάμεσα στη δημόσια εικόνα και την ουσία της θεσμικής ευθύνης.

Ιδιαίτερη αίσθηση προκάλεσε, τέλος, η υπεράσπιση που παρείχε ο κ. Μαρινάκης στην «Ομάδα Αλήθειας» —μια διαδικτυακή πλατφόρμα που έχει κατηγορηθεί επανειλημμένα για πρακτικές στοχοποίησης δημοσιογράφων και πολιτών, καθώς και για αναπαραγωγή παραπλανητικού περιεχομένου. Η προβολή ενός τέτοιου μηχανισμού από επίσημο κυβερνητικό χείλος εντείνει τις ανησυχίες για τη στρατηγική επιλογή εργαλειοποίησης της επικοινωνίας αντί της προάσπισης των θεσμών.

Η συνολική εικόνα αποκαλύπτει μια στάση που δεν συνάδει με τις αρχές ενός κράτους δικαίου. Όταν η αντίδραση μιας κυβέρνησης σε μια σοβαρή και επώνυμη καταγγελία περί απειλής ζωής περιορίζεται σε πολιτικό συμψηφισμό, υπαινιγμούς και επικοινωνιακή διαχείριση, τότε η κρίση δεν είναι μόνο πολιτική. Είναι κρίση θεσμική – και εγείρει ερωτήματα για το κατά πόσο ο πυρήνας της εξουσίας αντιμετωπίζει με την απαραίτητη σοβαρότητα τα ζητήματα ασφάλειας, δικαιοσύνης και ελευθεροτυπίας.