Η υπόθεση με τα βλήματα και την πιθανή πώλησή τους στην Σαουδική Αραβία, καθώς και οι πολιτικές εξελίξεις που ακολούθησαν, όντως προκαλούν ιδιαίτερο ενδιαφέρον και έχουν δημιουργήσει έντονες αντιδράσεις, τόσο εντός της Ελλάδας όσο και διεθνώς. Στο παρελθόν, η Ελλάδα είχε συζητήσει την πώληση βλημάτων που, όπως αναφέρθηκε τότε, είχαν σχεδόν λήξει και δεν είχαν ιδιαίτερη αξία για το ελληνικό στρατό. Όμως, το ενδιαφέρον για την πώληση αυτών των όπλων δημιουργούσε αναστάτωση, καθώς θεωρήθηκε ως ενέργεια που δεν ανταποκρινόταν στις στρατηγικές ανάγκες της χώρας και ενέπλεκε την Ελλάδα σε μια αμφιλεγόμενη συμφωνία.
Η πρόσφατη είδηση για την αποστολή πυρομαχικών στην Ουκρανία, με την ενεργή συμμετοχή της ελληνικής κυβέρνησης, αναδεικνύει την αντίφαση αυτή. Ειδικά όταν συνδυάζεται με την αύξηση της αξίας των βλημάτων και την τρέχουσα στρατηγική ζήτηση για πυρομαχικά λόγω της έντασης στην περιοχή, προκύπτει το ερώτημα αν η Ελλάδα αποκόμισε τα αναμενόμενα οφέλη από αυτή την κατάσταση, ή αν έλαβε μικρότερο αντίτιμο από αυτό που θα μπορούσε να έχει προκύψει σε άλλες συνθήκες.
Ο ισχυρισμός ότι η τιμή των πυρομαχικών έχει αυξηθεί εκθετικά λόγω της τρέχουσας ζήτησης δημιουργεί σοβαρά ερωτήματα για την διαφάνεια και την ηθική διάσταση αυτών των συμφωνιών. Εάν πράγματι η Ελλάδα κατάφερε να πουλήσει αυτά τα πυρομαχικά σε χαμηλότερη τιμή από την προσφορά του Πάνου Καμμένου, αυτό θα μπορούσε να χαρακτηριστεί ως σκάνδαλο, με σοβαρές πολιτικές και οικονομικές συνέπειες.
Η αναφορά στην απαίτηση του Τραμπ για την έρευνα σχετικά με τις αγορές όπλων από την Ουκρανία προσθέτει μία επιπλέον διάσταση, καθώς αφορά την αδιαφάνεια στον χειρισμό τεράστιων ποσών, τα οποία φέρεται να έχουν εξαφανιστεί από το κρατικό ταμείο των ΗΠΑ, και πιθανώς να έχουν καταλήξει σε αμφιλεγόμενα κανάλια χρηματοδότησης. Αυτό ανοίγει την πόρτα για ερωτήματα σχετικά με την διαχείριση των εξωτερικών πωλήσεων όπλων, και πόσο καθαρή είναι η διαδικασία από την πλευρά των εμπλεκόμενων χωρών.
Σε κάθε περίπτωση, η διαφάνεια και η υπευθυνότητα γύρω από τέτοιες συμφωνίες είναι κρίσιμη για να αποφευχθούν πολιτικά και νομικά ζητήματα, και η κοινή γνώμη αναμένει να μάθει περισσότερα για το πώς θα εξελιχθούν αυτές οι υποθέσεις και αν θα υπάρξουν συνέπειες για τους εμπλεκόμενους πολιτικούς.
Το μυστικό των 650 εκατομμυρίων…
Ο Μητσοτάκης δέχεται εισηγήσεις εδώ και πάρα πολύ καιρό, προκειμένου μετά τον Τριαντόπουλο, να υποχρεώσει και τον πρώην υπουργό συγκοινωνιών Κώστα Αχ. Καραμανλή να βρεθεί ενώπιον του φυσικού του δικαστή.
Έχουν γίνει μάλιστα και σχετικές μυστικές μετρήσεις από το Μέγαρο Μαξίμου, που δείχνουν ότι σε αντίθεση με τον Τριαντόπουλο, τυχόν «σταύρωμα» του υπουργού με το «βαρύ όνομα» θα είχε άμεση επιρροή στο εκλογικό σώμα και θα ανέκοπτε την ελεύθερη πτώση των ποσοστών.
Όσοι λοιπόν εισηγούνται τον αποκεφαλισμό Καραμανλή, απορούν πραγματικά που ο Μητσοτάκης μέχρι στιγμής αντιστέκεται σθεναρά σε ένα τέτοιο ενδεχόμενο.
Αυτό που δεν γνωρίζουν είναι ότι μέσα στην πανδημία, έπεσε μια πολύ βαριά υπογραφή. Μία υπογραφή που χάρισε στους Ιταλούς 650 εκατομμύρια €.
Κανένας υπουργός από μόνος του δεν μπορεί να κάνει τέτοιο δώρο σε μία επιχείρηση. Ειδικά στην επιτελική κυβέρνηση Μητσοτάκη, είναι προφανές ότι το στυλό δεν το κράταγε ο Καραμανλής αλλά ο ίδιος ο Μητσοτάκης. Αυτός είναι και ο λόγος που ο Καραμανλής κρατάει σφιχτά τον ίδιο τον Μητσοτάκη…