13 Νοεμβρίου, 2025
Ελλάδα

«Απάτη σε όλο της το μεγαλείο»: Η τραγική εμπειρία του Παναγιώτη Σταυρακέλλη και η «επένδυση» που του κόστισε 70.000 ευρώ

Μια υπόθεση οικονομικής απάτης συγκλονίζει την ιστορία του Παναγιώτη Σταυρακέλλη, ο οποίος επένδυσε σε εταιρεία ενέργειας με προσδοκία κερδών, αλλά τελικά βρέθηκε να χάνει συνολικά 70.000 ευρώ, καθώς το επενδυτικό σχέδιο αποδείχτηκε καλοστημένο τέχνασμα.

Όπως περιγράφει ο ίδιος, η όλη διαδικασία ξεκίνησε με τηλεφωνική κλήση μέσω της εφαρμογής viber. «Με κάλεσαν και ξεκίνησαν τη διαδικασία για να γίνω πελάτης τους», αναφέρει, σημειώνοντας ότι αρχικά φάνηκαν επαγγελματίες και πειστικοί. Ωστόσο, το πρώτο σημάδι προβλήματος εμφανίστηκε όταν ζήτησε να αποδεσμευτεί μέρος των χρημάτων του και να κρατήσει μόνο τα κέρδη που είχε υπολογίσει.

Τότε, του ζητήθηκε να πληρώσει φόρο 23% για να μπορέσει να αποδεσμευτεί το ποσό, χωρίς όμως να του έχει εξηγηθεί με σαφήνεια η διαδικασία αυτή εκ των προτέρων. Ο κ. Σταυρακέλλης, προκειμένου να καλύψει την απαίτηση αυτή, αναγκάστηκε να δανειστεί επιπλέον 7.500 ευρώ. Παρά το αρχικό κεφάλαιο των 41.000 ευρώ που είχε επενδύσει, η συνολική του ζημιά ανήλθε στα 48.500 ευρώ.

Ωστόσο, η υπόθεση δεν σταμάτησε εκεί. Σύντομα, εμφανίστηκαν και άλλες εταιρείες που υποτίθεται πως εντόπισαν τα χρήματά του και προσφέρθηκαν να τον βοηθήσουν να τα ανακτήσει. Όμως, μετά από αρχικές επαφές, σταμάτησαν να απαντούν στα μηνύματά του και τις κλήσεις του. Αργότερα, επανήλθαν ζητώντας επιπλέον χρήματα, αυξάνοντας ακόμα περισσότερο το οικονομικό βάρος του.

Σε αυτό το σημείο, η κατάσταση περιπλέχθηκε με την εμφάνιση ενός υποτιθέμενου δικηγόρου, που φέρεται να ανέλαβε την υπόθεσή του, ζητώντας κι αυτός χρήματα. Το συνολικό κόστος της απάτης, όπως αναφέρει ο κ. Σταυρακέλλης, ξεπέρασε τελικά τις 70.000 ευρώ.

«Υπάρχουν πολλοί σαν κι εμένα», τονίζει, επισημαίνοντας ότι το ίδιο έχουν επιβεβαιώσει και αρμόδιες αρχές, όπως η τράπεζα στην οποία είχε ανοίξει λογαριασμό και η Γενική Αστυνομική Διεύθυνση Αττικής (ΓΑΔΑ), όπου έχει καταθέσει σχετικές αναφορές.

Ο κ. Σταυρακέλλης έχει ήδη κινήσει τη νομική διαδικασία, υποβάλλοντας μηνύσεις, με στόχο να βρει το δίκιο του και να αποκαταστήσει, έστω εν μέρει, την οικονομική ζημιά που υπέστη.

Η υπόθεση αυτή αναδεικνύει τον κίνδυνο που διατρέχουν πολλοί επενδυτές, ιδίως όταν εμπλέκονται σε επενδύσεις που παρουσιάζονται μέσω ψηφιακών μέσων και χωρίς διαφανείς διαδικασίες. Η μεθοδικότητα των επιτηδείων, που παίζουν με την εμπιστοσύνη και τα συναισθήματα των ανθρώπων, καθιστά αναγκαία την αυξημένη προσοχή και την ενημέρωση.

Πώς οι επιτήδειοι εκμεταλλεύονται την τεχνολογία για να εξαπατούν ανυποψίαστους πολίτες

Η ραγδαία ανάπτυξη της τεχνολογίας, αν και έχει φέρει αμέτρητα οφέλη στην καθημερινότητα των πολιτών, έχει παράλληλα εξοπλίσει με νέα μέσα δράσης και τα κυκλώματα ψηφιακής απάτης. Επιτήδειοι εκμεταλλεύονται προηγμένα ψηφιακά εργαλεία για να παραπλανούν τα θύματά τους, χρησιμοποιώντας μεθόδους που μέχρι πρόσφατα ανήκαν στη σφαίρα της επιστημονικής φαντασίας.

Μια από τις πιο ανησυχητικές εξελίξεις είναι η τεχνολογική δυνατότητα των απατεώνων να πραγματοποιούν τηλεφωνικές κλήσεις στις οποίες στην οθόνη του δέκτη εμφανίζεται ο αριθμός τηλεφώνου μιας επίσημης αρχής, όπως μιας τράπεζας ή ακόμη και της αστυνομίας. Το φαινόμενο αυτό, γνωστό ως «spoofing», ενισχύει την αξιοπιστία του καλούντος και καθιστά το θύμα ευκολότερη λεία.

Όπως εξηγεί ο Δημήτρης Ευαγγελίου, σύμβουλος ηλεκτρονικής ασφάλειας, οι τεχνολογικές δυνατότητες δεν περιορίζονται μόνο στις τηλεφωνικές απάτες. «Υπάρχει πλέον η δυνατότητα δημιουργίας βίντεο με εικόνα και ήχο, τα γνωστά deepfake», αναφέρει. «Αυτά τα βίντεο χρησιμοποιούνται για να εμφανίσουν διάσημα πρόσωπα να κάνουν δηλώσεις που δεν έχουν πει ποτέ, με σκοπό να παραπλανηθεί η κοινή γνώμη και να επηρεαστεί η συμπεριφορά των πολιτών».

Οι απατεώνες χρησιμοποιούν αυτές τις ψεύτικες εικόνες για να προσδώσουν κύρος στις υποσχέσεις τους, όπως σε περιπτώσεις υποτιθέμενων επενδυτικών ευκαιριών που “προτείνουν” γνωστά πρόσωπα.

Ένα θύμα που έπεσε στα δίχτυα τέτοιου κυκλώματος περιγράφει πώς ξεκίνησε η παγίδα. «Μου πρότειναν να επενδύσω αρχικά ένα μικρό ποσό – 50 με 100 ευρώ – για να δοκιμάσω το σύστημα. Έπειτα έβαλα 500 ευρώ και μέσα σε λίγες ημέρες μου εμφάνισαν ‘κέρδος’ 150 ευρώ, το οποίο μου επέστρεψαν κανονικά». Αυτή η αρχική επιτυχία είχε στόχο να κερδίσουν την εμπιστοσύνη του. Ακολούθησε νέα επένδυση με μεγαλύτερο ποσό – αλλά αυτή τη φορά, τα χρήματα δεν επιστράφηκαν ποτέ.

Το υποτιθέμενο επενδυτικό σχέδιο βασιζόταν στη χρήση τεχνητής νοημοσύνης για υψηλές αποδόσεις, με υποσχέσεις κερδών έως και 80%. Όμως, όπως αποδείχθηκε, όλα ήταν ένα ψηφιακό παραπέτασμα εξαπάτησης.

Ένα ανησυχητικό στοιχείο που επισημαίνεται από τον κ. Ευαγγελίου αφορά το προφίλ των νέων μελών αυτών των κυκλωμάτων. «Οι νεαροί που εντάσσονται δεν είναι απαραίτητα γνώστες της τεχνολογίας. Είναι άνθρωποι που εύκολα πείθονται να προσχωρήσουν σε ομάδες που υπόσχονται εύκολο κέρδος, κοινωνική αναγνώριση και οικονομική άνεση. Δεν γνωρίζουν τις τεχνικές, αλλά εκπαιδεύονται πολύ γρήγορα, ακόμη και για απλές ενέργειες, όπως η δημιουργία ψεύτικων προφίλ ή η αποστολή παραπλανητικών μηνυμάτων».

Η Ελληνική Αστυνομία καταγράφει σημαντική αύξηση στις ψηφιακές απάτες τα τελευταία χρόνια. Το 2025 εντοπίστηκαν 1.276 περιπτώσεις απάτης που έγιναν μέσω προσέγγισης φιλικών ή συγγενικών προσώπων, έναντι 689 το 2024. Παράλληλα, οι απάτες που σχετίζονται με ηλεκτρονικές αγορές παρουσίασαν αισθητή άνοδο: 1.049 καταγεγραμμένα περιστατικά για το 2025, σε σύγκριση με 824 το προηγούμενο έτος.

Όπως σημειώνουν οι ειδικοί, η ενημέρωση και η ευαισθητοποίηση του κοινού παραμένουν το πιο αποτελεσματικό όπλο απέναντι στη νέα γενιά εγκληματιών του διαδικτύου. Παράλληλα, οι μεγάλες εταιρείες κοινωνικής δικτύωσης δηλώνουν πως έχουν ήδη ενεργοποιήσει αλγόριθμους και μηχανισμούς καταπολέμησης του φαινομένου, όμως η ευθύνη παραμένει σε σημαντικό βαθμό και στον χρήστη.