Στο Μπελέμ της Βραζιλίας, στην καρδιά του Αμαζονίου, άνοιξε η 30ή Διάσκεψη του ΟΗΕ για το Κλίμα (COP30). Πενήντα χιλιάδες σύνεδροι, διπλωμάτες, επιστήμονες, επιχειρηματίες και ακτιβιστές συγκεντρώνονται σε μια πόλη χωρίς τις υποδομές και τη λάμψη των συνηθισμένων διεθνών διοργανώσεων. Αυτή ήταν εξάλλου η πρόθεση του προέδρου Λουίς Ινάσιο Λούλα ντα Σίλβα: να φέρει τον κόσμο πρόσωπο με πρόσωπο με την πραγματικότητα του Αμαζονίου — όχι ως ιδέα, αλλά ως τόπο που δοκιμάζεται καθημερινά.
«Θα ήταν πιο εύκολο να οργανώσουμε τη διάσκεψη σε μια πλούσια χώρα», παραδέχθηκε ο Λούλα λίγο πριν από την έναρξη. «Αλλά θέλουμε οι άνθρωποι να δουν με τα μάτια τους την κατάσταση των δασών μας, των ποταμών και των κοινοτήτων που ζουν εδώ».
Η επιλογή του Μπελέμ, με όλες τις δυσκολίες της, έχει σαφή συμβολισμό: η κλιματική κρίση δεν είναι αφηρημένη έννοια, αλλά βιωμένη εμπειρία. Ο Αμαζόνιος, το μεγαλύτερο τροπικό δάσος του πλανήτη, είναι το οξυγόνο και ο ρυθμιστής του κλίματος της Γης — και ταυτόχρονα ένα από τα πιο απειλούμενα οικοσυστήματα. Αποψίλωση, παράνομη εξόρυξη, ρύπανση και βία κατά των αυτοχθόνων αποτελούν καθημερινή πραγματικότητα που η διεθνής κοινότητα συχνά προτιμά να αγνοεί.
Από τεχνική και επιμελητειακή άποψη, η COP30 ξεκίνησε με δυσκολίες. Οι προετοιμασίες καθυστέρησαν, οι υποδομές αποδείχθηκαν ανεπαρκείς και πολλά περίπτερα χωρών δεν ήταν έτοιμα την παραμονή της έναρξης. «Υπάρχει ανησυχία για το αν θα είναι όλα έτοιμα εγκαίρως· από τις συνδέσεις και τα μικρόφωνα μέχρι την επάρκεια τροφίμων», ανέφερε πηγή του ΟΗΕ.
Ωστόσο, η επιλογή του Μπελέμ είναι βαθιά πολιτική. Ο Λούλα, που επέστρεψε στην εξουσία το 2023 υποσχόμενος να αποκαταστήσει τον ρόλο της Βραζιλίας ως περιβαλλοντικής δύναμης, θέλησε να στείλει μήνυμα: η παγκόσμια συνεργασία για το κλίμα δεν μπορεί να παραμένει προνόμιο των πλούσιων χωρών. Ο Αμαζόνιος δεν είναι σκηνικό, είναι το επίκεντρο της μάχης για το μέλλον του πλανήτη.
Ο Αμαζόνιος καλύπτει έκταση σχεδόν 6 εκατομμυρίων τετραγωνικών χιλιομέτρων και απορροφά τεράστιες ποσότητες διοξειδίου του άνθρακα. Κάθε απώλεια δάσους σημαίνει απώλεια σταθερότητας για το παγκόσμιο κλίμα. Όμως η αποψίλωση έχει επιστρέψει σε ανησυχητικά επίπεδα, καθώς τα συμφέροντα της αγροτικής βιομηχανίας και της παράνομης εξόρυξης υπερτερούν των περιβαλλοντικών δεσμεύσεων.
Η κυβέρνηση Λούλα έχει καταφέρει να μειώσει την αποψίλωση κατά περίπου 20% σε σχέση με το 2022, αλλά το πρόβλημα παραμένει τεράστιο. Παράλληλα, η αυξανόμενη ζήτηση για ορυκτά που χρησιμοποιούνται στην «πράσινη μετάβαση» (όπως λίθιο και νικέλιο) προκαλεί νέα πίεση στα εδάφη του Αμαζονίου. Οι τοπικές κοινότητες προειδοποιούν: η μετάβαση κινδυνεύει να αναπαράγει τα ίδια μοντέλα εκμετάλλευσης στο όνομα της οικολογίας.
Οι παλιές δεσμεύσεις και η νέα πραγματικότητα
Η COP30 πραγματοποιείται τριάντα δύο χρόνια μετά τη Σύμβαση-Πλαίσιο των Ηνωμένων Εθνών για την Κλιματική Αλλαγή, που υπογράφηκε στο Ρίο ντε Ζανέιρο το 1992, και εννέα χρόνια μετά τη Συμφωνία του Παρισιού, όπου η διεθνής κοινότητα δεσμεύθηκε να περιορίσει την αύξηση της θερμοκρασίας «κάτω από τους 2°C» και, αν είναι δυνατόν, «στον 1,5°C» σε σχέση με τα προβιομηχανικά επίπεδα.
Ο γενικός γραμματέας του ΟΗΕ, Αντόνιο Γκουτέρες, αναγνώρισε πρόσφατα ότι ο στόχος αυτός είναι πλέον ανέφικτος: «Είναι αναπόφευκτο να ξεπεράσουμε το όριο του 1,5°C· το ερώτημα είναι πόσο και για πόσο». Οι εκπομπές αερίων του θερμοκηπίου αυξάνονται, η κατανάλωση πετρελαίου και φυσικού αερίου δεν μειώνεται, και η παγκόσμια οικονομία παραμένει εγκλωβισμένη σε ένα ενεργειακό σύστημα που παράγει υπερθέρμανση και ανισότητα.
Η COP30 επαναφέρει και τον παλιό, ανεπίλυτο διχασμό μεταξύ πλούσιων και αναπτυσσόμενων χωρών. Οι πρώτες ζητούν γρήγορη μετάβαση σε καθαρή ενέργεια, οι δεύτερες ζητούν χρόνο, πόρους και δικαιοσύνη. Για τις αναπτυσσόμενες χώρες, η μετάβαση σημαίνει υψηλότερο κόστος ενέργειας και απώλεια ανάπτυξης.
Το παράδειγμα είναι χαρακτηριστικό: η Τζαμάικα καταστράφηκε τον Οκτώβριο από τον ισχυρότερο κυκλώνα του τελευταίου αιώνα, ενώ οι Φιλιππίνες χτυπήθηκαν από δύο διαδοχικούς τυφώνες μέσα σε δεκαπέντε ημέρες. Η χρηματοδότηση για την «προσαρμογή» παραμένει ανεπαρκής, τα κεφάλαια για την «απώλεια και ζημία» δεν επαρκούν, και η υπόσχεση των 100 δισ. δολαρίων ετησίως από τις ανεπτυγμένες χώρες εξακολουθεί να είναι υπόσχεση.
«Ο 1,5°C δεν είναι αριθμός ούτε στόχος, είναι ζήτημα επιβίωσης», δήλωσε ο Μανζίτ Ντακάλ, εκπρόσωπος της ομάδας των λιγότερο ανεπτυγμένων χωρών. «Δεν μπορούμε να δεχθούμε αποφάσεις που δεν αναγνωρίζουν την αποτυχία μας να αποφύγουμε αυτό το όριο».
Κατά τη σύνοδο κορυφής των ηγετών, ο Λούλα παρουσίασε ένα σχέδιο σταδιακής απεξάρτησης από τα ορυκτά καύσιμα, χωρίς όμως σαφές χρονοδιάγραμμα. Το σχέδιο αντιμετωπίστηκε με επιφυλακτικότητα, καθώς η Βραζιλία παραμένει σημαντικός παραγωγός πετρελαίου και σχεδιάζει νέες γεωτρήσεις στην περιοχή του Ατλαντικού.
«Πώς θα προχωρήσουμε; Θα υπάρξει συναίνεση;» αναρωτήθηκε ο πρόεδρος της COP30, διπλωμάτης Αντρέ Κορέα ντο Λάγκο. «Η μετάβαση απαιτεί χρόνο, αλλά ο χρόνος δεν είναι με το μέρος μας».
Ο Λούλα προσπαθεί να ισορροπήσει ανάμεσα στη διεθνή εικόνα της «πράσινης Βραζιλίας» και την εγχώρια ανάγκη για ανάπτυξη. Η πίεση από τη βιομηχανία και τις πετρελαϊκές εταιρείες είναι έντονη· η Petrobras σχεδιάζει νέες επενδύσεις, ενώ οι εξαγωγές αγροτικών προϊόντων εξακολουθούν να αποτελούν τη ραχοκοκαλιά της οικονομίας.
Απουσιάζει, για πρώτη φορά στην ιστορία των COP, η μεγαλύτερη οικονομία του κόσμου: οι Ηνωμένες Πολιτείες. Η κυβέρνηση Τραμπ, πιστή στην πολιτική αποστασιοποίησης από πολυμερείς θεσμούς, αποφάσισε να μη συμμετάσχει επίσημα στη φετινή διάσκεψη, αν και εκπρόσωποι επιχειρήσεων και ΜΚΟ βρίσκονται στο Μπελέμ.
Η απουσία της Ουάσινγκτον αλλάζει το κλίμα. Οι ευρωπαϊκές χώρες καλούνται να αναλάβουν μεγαλύτερη διπλωματική ευθύνη, ενώ η Κίνα και η Ινδία εμφανίζονται πιο ενεργές, προβάλλοντας το επιχείρημα της «δίκαιης μετάβασης» για τον αναπτυσσόμενο κόσμο.
Ο ίδιος ο Ντόναλντ Τραμπ, πάντως, δεν έχασε την ευκαιρία να σχολιάσει τη διάσκεψη, καταγγέλλοντας στο Truth Social την «υποκρισία» της κατασκευής δρόμου μέσα στο δάσος του Μπελέμ για τις ανάγκες της COP30. «Κόβουν δέντρα για να σώσουν τα δέντρα», έγραψε ειρωνικά, επικαλούμενος ρεπορτάζ του Fox News.
Το δίλημμα της παγκόσμιας συνεργασίας
Η COP30 δεν είναι μόνο μια συνάντηση για το κλίμα· είναι καθρέφτης των παγκόσμιων ισορροπιών. Το αν η διεθνής κοινότητα μπορεί να συνεργαστεί για έναν κοινό στόχο αμφισβητείται όσο ποτέ. Οι γεωπολιτικές εντάσεις, οι εμπορικοί πόλεμοι και η αδυναμία του ΟΗΕ να επιβάλει δεσμευτικούς μηχανισμούς καθιστούν τις διασκέψεις αυτές περισσότερο φόρουμ δηλώσεων παρά αποφάσεων.
Η αποτυχία των προηγούμενων COP να μεταφράσουν τις δεσμεύσεις σε πράξη έχει ενισχύσει τον κυνισμό. Η COP30 φιλοδοξεί να αλλάξει το αφήγημα, αλλά οι αριθμοί δεν αφήνουν περιθώρια: οι παγκόσμιες εκπομπές αυξήθηκαν κατά 1,1% το 2024, η κατανάλωση άνθρακα στην Ασία συνεχίζει να αυξάνεται, και οι επενδύσεις σε ανανεώσιμες πηγές υπολείπονται κατά τουλάχιστον 500 δισ. δολαρίων ετησίως από ό,τι απαιτείται για τον στόχο του 1,5°C.
Οι σύνεδροι του Μπελέμ δεν συζητούν μόνο για τεχνολογίες, αλλά για αξίες: δικαιοσύνη, επιβίωση, κοινό συμφέρον. Η φετινή διάσκεψη, περισσότερο από κάθε άλλη, θέτει το ερώτημα εάν η ανθρωπότητα μπορεί να λειτουργήσει ως ενιαίο πολιτικό υποκείμενο.
Ο Λούλα επιχειρεί να δώσει στην COP30 έναν χαρακτήρα συμβολικό, σχεδόν υπαρξιακό: να φέρει τον πλανήτη μέσα στο δάσος και όχι το δάσος μέσα στις αίθουσες των πλούσιων χωρών. Το στοίχημα είναι αν αυτό θα μεταφραστεί σε αποφάσεις ή θα μείνει στη σφαίρα των δηλώσεων.
Το Μπελέμ δεν διαθέτει τις ανέσεις του Ντουμπάι, ούτε την τεχνολογική φαντασμαγορία των προηγούμενων συνόδων. Διαθέτει, όμως, κάτι που λείπει από τη διεθνή διπλωματία: την αίσθηση του επείγοντος. Οι ποταμοί που στερεύουν, τα δάση που καίγονται, οι κοινότητες που εκτοπίζονται — όλα όσα συνθέτουν την πραγματικότητα του Αμαζονίου — καθιστούν την COP30 κάτι περισσότερο από διάσκεψη· την καθιστούν τεστ για το εάν υπάρχει ακόμη παγκόσμια κοινότητα ικανή να δρα συλλογικά.
Ο Αμαζόνιος είναι το στοίχημα και το προμήνυμα. Αν δεν μπορέσει να σωθεί εδώ, στην καρδιά της ζωής του πλανήτη, τότε ίσως να μην υπάρχει πια κάτι να σωθεί αλλού.

