13 Νοεμβρίου, 2025
Υγεία

Αλλαγή πλεύσης από το CDC στον εμβολιασμό κατά της COVID-19

Τα Κέντρα Ελέγχου και Πρόληψης Νοσημάτων των ΗΠΑ (CDC) δεν συνιστούν πλέον ευρέως τον εμβολιασμό κατά της COVID-19 για ολόκληρο τον πληθυσμό. Ο οργανισμός υιοθέτησε πλέον μια πιο εξατομικευμένη προσέγγιση, δίνοντας έμφαση στη «συνδιαμορφωμένη λήψη κλινικών αποφάσεων» ανάμεσα σε ασθενείς και παρόχους υγειονομικής περίθαλψης. Η αλλαγή αυτή εγκρίθηκε επίσημα στις 6 Οκτωβρίου, ύστερα από πρόταση της Συμβουλευτικής Επιτροπής για τις Πρακτικές Ανοσοποίησης (ACIP), την οποία το CDC έκανε αποδεκτή.

«Η ενημερωμένη συναίνεση επέστρεψε», δήλωσε ο Jim O’Neill, αναπληρωτής διευθυντής του CDC, τονίζοντας ότι η προηγούμενη γενική σύσταση για συνεχείς ενισχυτικές δόσεις εμπόδιζε τους γιατρούς από το να εξετάζουν ανοιχτά τα οφέλη και τους κινδύνους ανά περίπτωση. Πλέον, οι συστάσεις γίνονται σε ατομικό επίπεδο, με βάση την ηλικία, την υγεία και άλλους παράγοντες κινδύνου, και όχι καθολικά.

Παράλληλα, ο Οργανισμός Τροφίμων και Φαρμάκων (FDA) απέσυρε πρόσφατα τις άδειες έκτακτης ανάγκης για τα υπάρχοντα εμβόλια COVID-19, εγκρίνοντας πλέον τη χρήση τους για συγκεκριμένες ομάδες: άτομα άνω των 65 ετών και όσους έχουν υποκείμενα νοσήματα ή άλλους παράγοντες κινδύνου, ηλικίας 6 μηνών και άνω. Τα διαθέσιμα εμβόλια περιλαμβάνουν δύο σκευάσματα της Moderna, ένα της Pfizer/BioNTech και ένα της Novavax.

Τα τελευταία διαθέσιμα στοιχεία του CDC δείχνουν περιορισμένη ανταπόκριση στον εμβολιασμό: μόνο το 44% των ατόμων άνω των 65 ετών είχαν εμβολιαστεί μέχρι το τέλος του 2024 ή τις αρχές του 2025, ενώ τα ποσοστά σε νεότερες ηλικίες είναι ακόμη χαμηλότερα — 14% στους ενήλικες 18-49 ετών, 13% στα παιδιά και 10% στους εργαζομένους υγείας.

Η αλλαγή πολιτικής συνοδεύτηκε και από δήλωση της συμβουλευτικής επιτροπής εμβολίων του CDC, σύμφωνα με την οποία η προστασία από τις ενισχυτικές δόσεις είναι «μέτρια και βραχυπρόθεσμη», ενώ η επιτροπή εξέφρασε ανησυχίες για παρενέργειες όπως η μυοκαρδίτιδα. Η ίδια επιτροπή συνέστησε να δοθεί έμφαση στην ενημέρωση των ασθενών και στη λήψη κοινών αποφάσεων, αντί για οριζόντιες κατευθύνσεις.

Αξιοσημείωτη είναι και η επιρροή των πρόσφατων εντολών του υπουργού Υγείας των ΗΠΑ, Robert F. Kennedy Jr., με βάση τις οποίες ο οργανισμός σταμάτησε από τον Μάιο να συστήνει εμβολιασμό σε υγιή παιδιά και εγκύους. Παρά τις νέες οδηγίες, εξωτερικοί οργανισμοί όπως η Αμερικανική Ακαδημία Παιδιατρικής εξακολουθούν να συστήνουν τον εμβολιασμό σε παιδιά ηλικίας 6 έως 23 μηνών και άλλους πληθυσμούς.

Η μετάβαση του CDC προς μια πιο επιλεκτική και προσωποκεντρική προσέγγιση αντικατοπτρίζει μια αλλαγή στάσης στην ομοσπονδιακή πολιτική εμβολιασμών, η οποία λαμβάνει πλέον υπόψη όχι μόνο τα επιδημιολογικά δεδομένα, αλλά και τις ανησυχίες για παρενέργειες, την κοινωνική κόπωση και την ανάγκη για μεγαλύτερη εμπιστοσύνη στις υγειονομικές αποφάσεις των πολιτών.