17 Ιουλίου, 2025
Πολιτική

Αδιάφορη και άστοχη η ομιλία του Μητσοτάκη! 0 προτάσεις και δηλητήριο στην Αντιπολίτευση!

Η ομιλία του πρωθυπουργού Μητσοτάκη αποτελεί μια χαρακτηριστική έκφραση της επικοινωνιακής τακτικής που επιλέγει η κυβέρνηση, βασισμένη στην άρνηση να αναλάβει ουσιαστικές ευθύνες και στην επίθεση κατά των πολιτικών αντιπάλων ως μοναδικό μέσο διαχείρισης της κριτικής. Αντί για ένα ειλικρινές και εμπεριστατωμένο σχέδιο για την αντιμετώπιση των κρίσιμων προβλημάτων που πλήττουν τη χώρα —οικονομική ασφυξία, κοινωνικές ανισότητες, υποβάθμιση των δημοσίων υπηρεσιών— η ομιλία περιορίζεται σε αόριστες διακηρύξεις για «σταθερότητα» και «μεσαία τάξη», που ακούγονται πλέον κούφια και αποκομμένες από την πραγματικότητα που βιώνει η πλειοψηφία των πολιτών.

Παράλληλα, ο κ. Μητσοτάκης επιχειρεί να σπείρει το δηλητήριο του διχασμού, επιτιθέμενος με σκληρό και διχαστικό ύφος στην αντιπολίτευση, την οποία κατηγορεί για «δημαγωγία» και «τυχοδιωκτισμό», αποφεύγοντας όμως να δώσει πειστικές απαντήσεις για τις δικές του ευθύνες και λάθη. Η εκμετάλλευση μιας εθνικής τραγωδίας, όπως αυτή στα Τέμπη, από την κυβέρνηση δεν γίνεται για να φέρει λύσεις, αλλά για να χτίσει πολιτικά προφίλ, ρίχνοντας λάσπη και προκαλώντας πολιτική τοξικότητα που απομακρύνει το κοινό από τον διάλογο και την ορθή αντιπαράθεση.

Η πρόθεση να εμφανιστεί η Νέα Δημοκρατία ως η «μόνη σταθερά» και «μοναδικός πυλώνας» του πολιτικού συστήματος μοιάζει πλέον με προσπάθεια συγκάλυψης μιας κυβέρνησης που έχει χάσει την επαφή με τις ανάγκες της κοινωνίας και δεν διαθέτει ούτε σχέδιο ούτε όραμα για την πραγματική αναγέννηση της χώρας. Οι εξαγγελίες για μείωση φόρων και βελτίωση του κράτους θυμίζουν περισσότερο προεκλογικά συνθήματα παρά δεσμεύσεις με ουσία, ιδιαίτερα όταν το κόστος αυτών των πολιτικών επωμίζονται οι πιο αδύναμοι.

Επιπλέον, η έλλειψη αυτοκριτικής και η τακτική της επίρριψης ευθυνών στην αντιπολίτευση όχι μόνο αποδεικνύουν πολιτική ανωριμότητα, αλλά και ενισχύουν την απογοήτευση και τον πολιτικό κυκεώνα που διαλύει την εμπιστοσύνη των πολιτών στους θεσμούς. Το μόνο που καταφέρνει είναι να οξύνει τις κοινωνικές εντάσεις, αφήνοντας πίσω μια χώρα που έχει ανάγκη από συστράτευση και ορθολογισμό, όχι από διχαστικές κορώνες και εκφοβισμούς.

Συνολικά, η ομιλία δεν πείθει παρά δημιουργεί μεγαλύτερη αμφισβήτηση για την ικανότητα της κυβέρνησης να ανταποκριθεί στις προκλήσεις, επιβεβαιώνοντας ότι η χώρα έχει ανάγκη από κάτι πολύ διαφορετικό από το επικοινωνιακό «σίριαλ» και τις κενές υποσχέσεις που μοιάζουν να έχουν γίνει ο μόνιμος τόνος της πολιτικής ζωής.