20 Νοεμβρίου, 2025
Διεθνή

Η Ε.Ε. προετοιμάζει τα κράτη για ταχεία μετακίνηση στρατευμάτων

Η Ευρωπαϊκή Επιτροπή ανακοίνωσε σήμερα ένα νέο σχέδιο για τη «στρατιωτική κινητικότητα» στην Ευρώπη, με στόχο την ταχεία, ασφαλή και συντονισμένη μετακίνηση στρατευμάτων, εξοπλισμού και στρατιωτικών οχημάτων μεταξύ των κρατών-μελών. Η πρωτοβουλία, που παρουσιάστηκε από την Ύπατη Εκπρόσωπο Κάγια Κάλας, τον Επίτροπο Μεταφορών Απόστολο Τζιτζικώστα και τον Επίτροπο Άμυνας ‘Αντριους Κουμπίλιους στις Βρυξέλλες, στοχεύει στη δημιουργία μιας «στρατιωτικής ζώνης Σένγκεν» μέχρι το 2027, με άρση γραφειοκρατικών εμποδίων και εναρμονισμένους κανόνες για την ελεύθερη και γρήγορη μετακίνηση στρατιωτικών δυνάμεων.

Σήμερα, η μετακίνηση στρατιωτικού προσωπικού και εξοπλισμού μπορεί να διαρκέσει έως και 45 ημέρες, ενώ με την εφαρμογή του σχεδίου η Επιτροπή στοχεύει σε χρονικό διάστημα τριών ημερών ή λιγότερο. Για να επιτευχθεί αυτό, προβλέπεται η ταχεία πρόσβαση των ενόπλων δυνάμεων σε οδικές, σιδηροδρομικές και αερολιμενικές υποδομές σε περίπτωση κρίσης ή έκτακτης ανάγκης.

Τα κράτη-μέλη θα κληθούν να δημιουργήσουν μια «δεξαμενή αλληλεγγύης» και ένα ψηφιακό σύστημα ανταλλαγής πληροφοριών, ενώ η διακυβέρνηση θα περιλαμβάνει τη σύσταση ομάδας για τη στρατιωτική κινητικότητα και τον ορισμό εθνικών συντονιστών. Στον χρηματοδοτικό τομέα, τα κονδύλια για τη στρατιωτική κινητικότητα θα δεκαπλασιαστούν την επόμενη επταετία, με διαθέσιμα πάνω από 17 δισ. ευρώ για την αναβάθμιση 500 στρατηγικών σημείων σε τέσσερις βασικούς διαδρόμους.

Ο Απ. Τζιτζικώστας τόνισε ότι τα έργα πρέπει να ολοκληρωθούν μέχρι το 2030 και θα απαιτήσουν σημαντικές αναβαθμίσεις υποδομών, όπως διεύρυνση σηράγγων, ενίσχυση γεφυρών, σιδηροδρομικών γραμμών, λιμένων και αεροδρομίων. Η χρηματοδότηση των στρατηγικών έργων εκτιμάται ότι θα φτάσει τα 100 δισ. ευρώ, με αξιοποίηση του προγράμματος SAFE, των ταμείων συνοχής και άλλων ευρωπαϊκών μηχανισμών.

Η Κάγια Κάλας υπογράμμισε την ανάγκη προστασίας των ευρωπαϊκών υποδομών από πιθανές επιθέσεις, αναφέροντας την πρόσφατη επίθεση στους πολωνικούς σιδηροδρόμους ως παράδειγμα. Ο Αντριους Κουμπίλιους σημείωσε ότι η ταχεία μετακίνηση στρατευμάτων αποτελεί κρίσιμο στοιχείο για τη νίκη στον πόλεμο, υπογραμμίζοντας τη σημασία των logistics. Παράλληλα, παρουσιάστηκε οδικός χάρτης για τον μετασχηματισμό της αμυντικής βιομηχανίας, με στόχο την τεχνολογική υπεροχή και τη στρατηγική ετοιμότητα της Ευρώπης.

Σκεπτικισμός

Παρά την εντυπωσιακή ορολογία και τα δισεκατομμύρια που προορίζονται για την «αμυντική κινητικότητα», η πρόταση της Επιτροπής αφήνει σοβαρά ερωτήματα. Η επικέντρωση στη στρατιωτική μετακίνηση ενισχύει τον μιλιταριστικό χαρακτήρα της ΕΕ, αντί να επενδύει στην πρόληψη κρίσεων ή στην ειρηνική διπλωματία. Τα 100 δισ. ευρώ για την αναβάθμιση υποδομών σε τέσσερα μόνο διαδρομικά δίκτυα δείχνουν υπερβολική σπατάλη σε σχέση με τις πραγματικές ανάγκες πολιτικής προστασίας και ασφάλειας των πολιτών.

Το σχέδιο βασίζεται σε υποθέσεις για μελλοντικές κρίσεις που ενδεχομένως δεν θα συμβούν, δημιουργώντας προϋπολογισμό στρατηγικής που ευνοεί εξοπλιστικά συμφέροντα και τεχνολογικούς κατασκευαστές, ενώ η δημόσια λογοδοσία παραμένει ασαφής. Η ταχεία μετακίνηση στρατευμάτων μέσα σε τρεις ημέρες ακούγεται εντυπωσιακή, αλλά στην πράξη η συντονισμένη λειτουργία 27 κρατών-μελών, με διαφορετικά νομικά και τεχνικά καθεστώτα, είναι εξαιρετικά δύσκολο να επιτευχθεί, θέτοντας τον κίνδυνο καθυστερήσεων και διοικητικής σύγχυσης.

Επιπλέον, η έμφαση σε υποδομές «διπλής χρήσης» μπορεί να οδηγήσει σε μονομερή στρατιωτική αξιοποίηση δημόσιων έργων, αφήνοντας ταυτόχρονα ανεπαρκή επενδυτικά κεφάλαια για πολιτική υποδομή όπως σιδηροδρομικά επιβατικά δίκτυα ή λιμένες εμπορίου. Ο στόχος για στρατιωτική προετοιμασία «για ειρήνη, αλλά πρώτα για πόλεμο» δημιουργεί ερωτήματα για τη στρατηγική κατεύθυνση της ΕΕ, μετατοπίζοντας πόρους από κοινωνικές, οικονομικές και περιβαλλοντικές ανάγκες σε στρατιωτικά σενάρια που πιθανόν να μην υλοποιηθούν.

Τέλος, η διασύνδεση με το ΝΑΤΟ ενισχύει την εξάρτηση της Ευρώπης από στρατηγικές τρίτων δυνάμεων, αντί να ενισχύει την αυτονομία και την αμυντική κυριαρχία της ΕΕ. Οι υποσχέσεις για ψηφιακή συντονισμένη πλατφόρμα και δεξαμενή αλληλεγγύης φαίνονται αισιόδοξες, αλλά χωρίς σαφείς μηχανισμούς ελέγχου και διαφάνειας, ο κίνδυνος γραφειοκρατικών καθυστερήσεων και αναποτελεσματικότητας παραμένει υψηλός.

Συνολικά, ενώ το σχέδιο μπορεί να παρουσιαστεί ως επιτυχία στην αμυντική ετοιμότητα της Ευρώπης, οι προτεραιότητες, η δαπάνη και η στρατηγική προσέγγιση αφήνουν σοβαρά ερωτηματικά σχετικά με την πραγματική αποτελεσματικότητα και τη διαφάνεια αυτής της επένδυσης.