19 Νοεμβρίου, 2025
Μη Χάσετε

Ο Προσωπικός Αριθμός ως ψηφιακή παγίδα, η κυβέρνηση Μητσοτάκη, ο φόβος και η εθελούσια υποδούλωση του πολίτη

Είναι πραγματικά σπάνιο να παρακολουθεί κανείς τόσο ολοκληρωμένη επιχείρηση εκβιασμού, φόβου και εξαπάτησης μέσα σε ένα υποτιθέμενα φιλελεύθερο κράτος δικαίου. Η ιστορία του Προσωπικού Αριθμού —του νέου «ψηφιακού δεσμού» που θέλει να επιβάλει η κυβέρνηση Μητσοτάκη— θα έπρεπε να διδάσκεται στα πανεπιστήμια ως υπόδειγμα του πώς μια κυβέρνηση χρησιμοποιεί τη διοικητική ισχύ και τη μιντιακή προπαγάνδα για να μετατρέψει τον πολίτη σε συνεργό της ίδιας του της επιτήρησης.

Από την αρχή μέχρι το τέλος, η υπόθεση του Προσωπικού Αριθμού δεν είναι ούτε τεχνικό έργο, ούτε βήμα εκσυγχρονισμού· είναι η πιο ύπουλη φάση μιας διαδικασίας ψηφιακής υποδούλωσης που βαφτίστηκε «μεταρρύθμιση» για να κρύψει τον πυρήνα της: τον έλεγχο.

Η κυβέρνηση, έχοντας συνηθίσει να νομοθετεί στο σκοτάδι, έφερε τροπολογία μέσα σε μία νύχτα, αγνοώντας όχι μόνο τη συνταγματική διαδικασία αλλά και την απόφαση 60/2024 του Συμβουλίου της Επικρατείας, η οποία ρητά απαγόρευε τη σύζευξη του Προσωπικού Αριθμού με την ψηφιακή ταυτότητα. Το ΣτΕ είχε ξεκαθαρίσει ότι η ενσωμάτωση του αριθμού σε ένα ενιαίο ψηφιακό προφίλ, μέσω του οποίου θα διακινούνται όλα τα προσωπικά δεδομένα του πολίτη, είναι αντισυνταγματική και αντίθετη στην αρχή της αναλογικότητας.

Κι όμως, το Μέγαρο Μαξίμου προχώρησε σαν να μην υπάρχει δικαιοσύνη, σαν να μην υπάρχουν θεσμοί, σαν να μην υπάρχουν δικαιώματα. Στο όνομα της «ευκολίας», του «ψηφιακού κράτους» και της «απλούστευσης των διαδικασιών» η κυβέρνηση δημιούργησε έναν αριθμό που ενώνει ΑΦΜ, ΑΜΚΑ, ταυτότητα και ψηφιακή υπογραφή σε ένα ενιαίο προφίλ. Δηλαδή, ένα εργαλείο που επιτρέπει τον πλήρη εντοπισμό, την παρακολούθηση και τη χαρτογράφηση κάθε συναλλαγής, κάθε ιατρικού δεδομένου, κάθε τραπεζικής πράξης.

Το επιχείρημα είναι πάντα το ίδιο: «Δεν έχετε τίποτα να φοβάστε αν δεν έχετε τίποτα να κρύψετε». Αυτό το ψέμα είναι τόσο παλιό όσο και η εξουσία. Όταν η κυβέρνηση ζητά να της εμπιστευθείς όλη σου την ψηφιακή ύπαρξη, ενώ έχει ήδη καταδικαστεί πολιτικά για την παρακολούθηση δημοσιογράφων, αξιωματικών και πολιτικών αντιπάλων, τότε δεν πρόκειται για εκσυγχρονισμό αλλά για θεσμική παγίδα. Ο Προσωπικός Αριθμός δεν είναι ένα τεχνικό μέσο, είναι το νέο πρόσωπο της πολιτικής εξάρτησης.

Η επιχείρηση επιβολής του ξεκίνησε μεθοδικά. Τα πληρωμένα ΜΜΕ λειτούργησαν ως βραχίονας ψυχολογικού εκβιασμού, αναπαράγοντας επί δέκα ημέρες την ίδια γραμμή: ότι όποιος δεν λάβει τον Προσωπικό Αριθμό μέχρι τις 6 Νοεμβρίου 2025, θα αποκλειστεί από κάθε συναλλαγή με το κράτος, δεν θα μπορεί να πληρωθεί, να συνταγογραφήσει, να ταξιδέψει, να ανοίξει λογαριασμό ή να λάβει σύνταξη. Το μήνυμα ήταν σαφές: συμμορφώσου ή εξαφανίσου. Η ίδια τακτική που χρησιμοποιήθηκε με τα εμβόλια COVID-19, όπου η κυβέρνηση χρησιμοποίησε την κρατική εξουσία όχι για να πείσει, αλλά για να εξαναγκάσει, επανέρχεται τώρα με πιο εκλεπτυσμένο τρόπο. Μόνο που αυτή τη φορά το «πείραμα» δεν αφορά μια ιατρική πράξη αλλά τη θεμελιώδη ταυτότητα του πολίτη.

Η αποστολή των μαζικών email την 6η Νοεμβρίου ήταν το αποκορύφωμα του παραλογισμού. Οι πολίτες έλαβαν ειδοποιήσεις ότι ο Προσωπικός Αριθμός τους δήθεν είχε εκδοθεί, με την πρόσκληση να εισέλθουν στην πλατφόρμα pa.gov.gr για να τον «παραλάβουν». Κανείς όμως δεν έλαβε τίποτα αυτόματα· μόνο όσοι συμπλήρωσαν τα στοιχεία τους, μόνο όσοι συναίνεσαν ενεργά, έλαβαν τον αριθμό. Και αυτό δεν ήταν τεχνικό σφάλμα. Ήταν ο νομικός τρόπος με τον οποίο η κυβέρνηση προσπάθησε να καλύψει την παρανομία της. Αν ο αριθμός αποδιδόταν χωρίς συναίνεση, θα ήταν παραβίαση του Συντάγματος και των προσωπικών δεδομένων. Έτσι, η ευθύνη μεταφέρθηκε στον πολίτη. Εθελοντικά, με ένα κλικ, θα άνοιγε την πόρτα της ψηφιακής του φυλακής.

Η μεθόδευση ήταν διπλά ανήθικη. Από τη μια πλευρά, ο μηχανισμός φόβου, που έκανε τους ανθρώπους να αισθάνονται ότι χωρίς τον Προσωπικό Αριθμό παύουν να υπάρχουν. Από την άλλη, η νομική απάτη, που μετέτρεψε τον εξαναγκασμό σε «συναίνεση». Οι κυβερνητικοί μηχανισμοί επικοινωνίας θριαμβολογούσαν για τη «μαζική ανταπόκριση», ενώ στην πραγματικότητα το 75% του ενεργού πληθυσμού δεν έλαβε καν τον Προσωπικό Αριθμό. Αυτό το ποσοστό είναι το μόνο δείγμα δημοκρατικής αντοχής που έχει απομείνει στη χώρα. Είναι η σιωπηλή άρνηση των πολιτών να υπογράψουν τη δική τους παράδοση.

Το πιο προκλητικό στοιχείο είναι η συνέχιση της προπαγάνδας ακόμη και μετά την αποκάλυψη της απάτης. Οι κυβερνητικοί εκπρόσωποι επιμένουν ότι «ο Προσωπικός Αριθμός είναι απλώς ένα εργαλείο απλούστευσης». Στην πραγματικότητα, ο πολίτης χάνει την κυριότητα των δεδομένων του, ενώ το κράτος αποκτά καθολική πρόσβαση. Όλες οι πληροφορίες —ιατρικές, οικονομικές, φορολογικές, ασφαλιστικές— συγκεντρώνονται σε ένα ενιαίο μητρώο, προσβάσιμο από δεκάδες υπηρεσίες και φορείς.

Το επιχείρημα της ασφάλειας είναι υποκριτικό. Κανένα σύστημα συγκεντρωτικών δεδομένων δεν είναι ασφαλές· η ιστορία της κυβερνοασφάλειας είναι γεμάτη παραδείγματα διαρροών, εκβιασμών και εμπορίας προσωπικών πληροφοριών. Όταν όμως το κράτος λειτουργεί με όρους εταιρείας, η προστασία του πολίτη παύει να είναι προτεραιότητα. Το κράτος γίνεται ο ίδιος ο διαχειριστής της ιδιωτικότητας.

Η απόφαση 60/2024 του ΣτΕ δεν ήταν μια τεχνική λεπτομέρεια. Ήταν μια δικαστική κραυγή υπεράσπισης της ελευθερίας του ατόμου απέναντι στην αυθαιρεσία του κράτους. Το γεγονός ότι η κυβέρνηση την παραβίασε εν ψυχρώ δείχνει το μέγεθος της θεσμικής αποσύνθεσης. Όταν η εκτελεστική εξουσία νομοθετεί ενάντια στις αποφάσεις της δικαστικής, έχουμε ήδη εισέλθει σε καθεστώς διοικητικής αυθαιρεσίας. Η επίκληση του «ψηφιακού μετασχηματισμού» λειτουργεί απλώς ως προπαγανδιστικό φίλτρο για να εξουδετερωθούν οι αντιστάσεις.

Η αλήθεια είναι ότι ο Προσωπικός Αριθμός αποτελεί ένα άτυπο μέτρο κοινωνικής κατηγοριοποίησης, που επιτρέπει στο κράτος να διασταυρώνει και να ελέγχει κάθε πτυχή της ζωής μας. Κάθε φορά που θα ζητούμε μια υπηρεσία, θα «ανοίγουμε» το προφίλ μας μπροστά στο κράτος. Κάθε φορά που θα αρνούμαστε, θα αντιμετωπιζόμαστε ως ύποπτοι.

Το πιο επικίνδυνο όμως δεν είναι ο έλεγχος, είναι η εθελούσια αποδοχή του. Η κυβέρνηση γνωρίζει ότι δεν μπορεί να επιβάλει με τη βία αυτό που επιτυγχάνει με την προπαγάνδα. Γι’ αυτό επιστρατεύει τα μέσα, τους ειδικούς, τους «αναλυτές», όλους εκείνους που μεταφράζουν την υποταγή σε «εκσυγχρονισμό». Όπως στα χρόνια της πανδημίας, όπου ο κοινωνικός φόβος μετατράπηκε σε εργαλείο διακυβέρνησης, έτσι και τώρα η ατομική ελευθερία βαφτίζεται «διοικητική ευκολία». Η διαφορά είναι ότι αυτή τη φορά δεν υπάρχει καν πρόσχημα υγειονομικού κινδύνου· υπάρχει μόνο η λογική του πλήρους ελέγχου.

Η ουσία του ζητήματος είναι βαθιά πολιτική. Ένα κράτος που ζητά από τον πολίτη να του παραδώσει όλα του τα δεδομένα χωρίς διαφάνεια, χωρίς θεσμική εγγύηση, χωρίς ανεξάρτητη εποπτεία, παύει να είναι δημοκρατικό. Η συγκέντρωση όλων των στοιχείων ταυτότητας σε έναν αριθμό παραβιάζει όχι μόνο το δικαίωμα στην ιδιωτικότητα, αλλά και την ίδια την αρχή της διάκρισης των εξουσιών.

Ο Προσωπικός Αριθμός μετατρέπει το κράτος σε ένα πανόπτικον, όπου κάθε πολίτης είναι δυνητικά υπό επιτήρηση. Κι αν σήμερα η εξουσία είναι στα χέρια μιας κυβέρνησης που παριστάνει τους «τεχνοκράτες», αύριο μπορεί να περάσει σε άλλους, λιγότερο δημοκρατικούς διαχειριστές. Το εργαλείο όμως θα υπάρχει ήδη. Ο έλεγχος θα έχει νομιμοποιηθεί.

Το επιχείρημα ότι όλα αυτά είναι θεωρίες συνωμοσίας είναι το τελευταίο καταφύγιο των ενόχων. Δεν χρειάζεται να πιστεύεις σε συνωμοσίες για να καταλάβεις ότι η υποχρεωτική ταυτοποίηση σε κάθε πράξη είναι αντίθετη με τις αρχές μιας ελεύθερης κοινωνίας. Η ίδια η Ευρωπαϊκή Επιτροπή, σε σχετικές οδηγίες, επισημαίνει ότι κάθε σύστημα ψηφιακής ταυτότητας πρέπει να είναι προαιρετικό και να εγγυάται την ανωνυμία και την αυτοδιάθεση του χρήστη. Η ελληνική κυβέρνηση έκανε το ακριβώς αντίθετο: το μετέτρεψε σε όρο επιβίωσης.

Το σκηνικό αυτό, όπου η αυθαιρεσία βαφτίζεται πρόοδος, είναι το τελικό στάδιο μιας πολιτικής κουλτούρας που έχει χάσει κάθε ηθικό μέτρο. Το κράτος δεν υπηρετεί πια τον πολίτη· τον χειραγωγεί, τον ελέγχει, τον τιμωρεί όταν δεν συμμορφώνεται. Και το χειρότερο: έχει βρει τον τρόπο να κάνει τον πολίτη να συνεργεί στη δική του υποδούλωση, μέσα από τη γλώσσα της «ευκολίας» και της «καινοτομίας». Το αποτέλεσμα είναι μια κοινωνία κουρασμένη, φοβισμένη και βαθιά καχύποπτη, που όμως εξακολουθεί να υπογράφει τα δεσμά της από άγνοια ή από ανάγκη.

Ο Προσωπικός Αριθμός είναι ο καθρέφτης μιας κυβέρνησης που δεν εμπιστεύεται τον πολίτη και δεν αντέχει τη διαφάνεια. Αντί να απλοποιήσει το κράτος, απλοποιεί τον άνθρωπο. Τον μετατρέπει σε αριθμό, σε προφίλ, σε σύνολο δεδομένων που μπορούν να διαβαστούν, να ταξινομηθούν, να εμπορευθούν.

Κι όσο η κοινωνία σιωπά, τόσο ο μηχανισμός του ελέγχου θα επεκτείνεται. Σήμερα είναι ο Προσωπικός Αριθμός. Αύριο θα είναι η βιομετρική ταυτοποίηση, μεθαύριο η ψηφιακή κάρτα συναλλαγών, και στο τέλος η απόλυτη επιτήρηση: η ταύτιση της ύπαρξης με τον αριθμό.

Δεν χρειάζεται οργή για να το καταλάβει κανείς, μόνο επίγνωση. Η δημοκρατία δεν καταλύεται με πραξικοπήματα πια, αλλά με «καινοτομίες». Με εφαρμογές, με πλατφόρμες, με κωδικούς που βαφτίζονται «διευκολύνσεις».

Αν υπάρχει ακόμη μια γραμμή άμυνας, αυτή δεν είναι στα δικαστήρια ούτε στα κόμματα, αλλά στη συνείδηση του πολίτη που αρνείται να παραδώσει την ελευθερία του για λίγη ψηφιακή άνεση. Όσο υπάρχει αυτή η άρνηση, υπάρχει ελπίδα. Όταν χαθεί κι αυτή, θα έχει ολοκληρωθεί η μετάβαση από τη δημοκρατία της ευθύνης στη διοίκηση της υποταγής.

Κι όταν, μια μέρα, το κράτος θα γνωρίζει τα πάντα για σένα πριν καν τα θυμηθείς ο ίδιος, θα είναι πια αργά να αναρωτηθείς πότε ακριβώς έπαψες να είσαι πολίτης και έγινας απλώς αριθμός.